Αναζητώντας τόπο, ταυτότητα και ιστορία
Η τρίτη ποιητική συλλογή της Ελένης Κοσμά με τίτλο Η ιστορία ενός καβοδέτη (εκδόσεις Πόλις, 2025) μάς θυμίζει τις περιπλανήσεις ενός κύματος που αγωνιά να βρεθεί στη στεριά. Το κύμα αυτό, ενώ στην αρχή μοιάζει γαλάζιο και συμπαγές, είναι στην πραγματικότητα διάφανο και ρευστό, αποτελώντας την αντανάκλαση όλων των πλοίων που το έχουν διασχίσει, δαμάσει και ίσως αποπροσανατολίσει. Η περιπλάνηση, η μοναξιά, η ξενότητα, η φθορά και ο θάνατος έχουν κεντρική θέση στα ποιήματα. Ο χαρακτήρας τους είναι έντονα συμβολικός, με τον καβοδέτη να αποτυπώνει με ρεαλιστικό τρόπο τον άνθρωπο που πασχίζει να βρει έναν τόπο οικείο (ένα σπίτι, μια ανάμνηση, έναν άνθρωπο, έναν ήχο, μια λέξη· εν ολίγοις, μια ταυτότητα). Η σύνδεση του καβοδέτη με το παρελθόν του επιχειρείται, όχι με επιτυχία, μέσα από ένα σκοινί (από αυτά που δένουν τα πλοία στους κάβους), το οποίο συμβολίζει, πιστεύω, την ιστορία, ατομική και συλλογική. Το αποτέλεσμα της προσπάθειας είναι οι πληγές στα χέρια του: «Οι άνθρωποι που πιάσανε στα χέρια τους σκοινί/ μοιάζουνε μεταξύ τους:/ στο κέντρο της παλάμης τους είναι ανοιχτή/ μια πελώρια τρύπα που από αυτήν ξεπηδούν/ τα κόκαλα και οι λέξεις των πνιγμένων.»
Οι άνθρωποι στο βιβλίο αυτό είναι ξένοι μεταξύ τους και αποξενωμένοι από οτιδήποτε το ανθρώπινο: «Ξένε, ποιος είναι ο τόπος σου, και ποιο ’ναι τ’ όνομά σου;» με αυτόν τον δάνειο στίχο από τον Άγγελο Σικελιανό ανοίγει το δεύτερο μέρος της συλλογής, με ένα ποίημα που θυμίζει δημοτικό τραγούδι. Η μοιραία συνάντηση με τη θάλασσα, που κάνει την εμφάνισή της μέχρι και στα χαμηλά μπαλκόνια της μεγαλούπολης («Αναζητούσαμε την καρδιά μας στα χαμηλά μπαλκόνια./ Κάτω από τα μάρμαρα/ κάτω από τα πλακάκια/ και στις ρωγμές των τοίχων»), δημιουργεί έντονη αγανάκτηση στον ξένο και τον πνίγει, με αποτέλεσμα την οριστική απώλεια τόπου και εαυτού. Αυτή η διάσταση μού θύμισε και το προηγούμενο βιβλίο της ποιήτριας με τίτλο Μες στον ψυχρό καιρό (εκδόσεις Πόλις, 2021). Και εδώ είναι έντονη η αναζήτηση του τόπου, παρότι γίνεται με άλλα υλικά: «Αυτό το σπίτι που έχω προσπαθήσει με κάθε τρόπο να αφήσω/ δεν με αφήνει», αναφέρει χαρακτηριστικά. Παρά τη σκοτεινή γοητεία και το βάθος των νοημάτων της, η ποιητική συλλογή είναι πλημμυρισμένη από μαγευτικές εικόνες και μορφικές εναλλαγές (ελεύθερος και έμμετρος στίχος) που την καθιστούν συναρπαστική και πληθωρική. Η αισιοδοξία, όμως, που αποπνέει για ένα μέλλον σε τόπο οικείο, σε θάλασσα και σε στεριά, κάνει το μαγικό αυτό ποιητικό ταξίδι πρίμο και ελπιδοφόρο.
⸙⸙⸙
[Η Αγγελίνα Νικοκάβουρα είναι μαθήτρια της Γ΄ Λυκείου. Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Φωτογραφία: ©Emil Gataullin. Δείτε τα περιεχόμενα του δέκατου έκτου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]