Ο θεατρικός μονόλογος είναι εξτρήμ σπορ. Η ασύγγνωστη έκθεση του μοναδικού ερμηνευτή στο κοινό είναι πράξη παραφροσύνης. Προβαίνει σε άλμα στο κενό δεμένος με κλωστές. Όση δύναμη κι αν έχει το κείμενο, η σκηνοθεσία, η μουσική, τα φώτα, η σκηνογραφία, αν ο/η ηθοποιός δεν βγάλει φτερά στη σκηνή, θα κατακρημνιστεί. Μερικές ενδεικτικές περιπτώσεις πράξεων παραφροσύνης της χρονιάς που πέρασε.
Το έργο Σημειώσεις από το υπόγειο του Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι σε μετάφραση Ελένης Μπακοπούλου μεταφέρθηκε στο υπόγειο beton7. Στο σκηνικό δεσπόζει ένα ψυγείο, μια όρθια τάβλα κι ένα πικάπ που παίζει Joy Division ώστε η λυτρωτική ιδέα πως ο Ντοστογιέφσκι ζει ακόμα ανάμεσά μας υποδέχεται τους κατερχόμενους θεατές. Ο Πέρης Μιχαηλίδης χρησιμοποιεί ένα γκογκολικό αντικλείδι για να αποκαλύψει τον υπόγειο λαβύρινθο του κλασσικού συγγραφέα, όπου ο αυτοσαρκασμός συμπλέκεται με την απόγνωση, τον σαρκασμό, την παραίτηση, την καταγγελία και τα θηριώδη ερωτήματα σε ένα ασύλληπτα γοητευτικό αδιέξοδο. Για πρώτη φορά θέλησα να παρακολουθήσω τρεις φορές την ίδια παράσταση.
Το πράσινό μου φουστανάκι, ίσως όχι το αρτιότερο έργο της Λένας Κιτσοπούλου, αλλά ανελέητα ειλικρινές, φορέθηκε με σεβασμό από την Τζούλη Σούμα, σε μια ακροβασία ιοβόλου χιούμορ και ιδιωτικής απελπισίας, δεξιοτεχνικά κομμένο και ραμμένο στα μέτρα της από την σκηνοθέτη Μαρία Αιγινήτου. Κρατιέσαι από το φουστανάκι σα μικρό παιδί, την ακολουθείς ενεός στον μικρόκοσμό της, στην εξομολόγηση μιας ασήμαντης γυναίκας, πιο ασήμαντης κι από ένα μικρό, κακομαθημένο αγοράκι, ώστε τα “οικεία κακά” μετουσιώνονται αριστοτεχνικά στις δικές μας χειροποίητες τραγωδίες. Και πάλι στο beton7.
Μία παράσταση που έδρεψε δάφνες η Σταματία, το γένος Αργυροπούλου ανέβηκε για άλλη μια φορά στο σανίδι, φέτος στο Θέατρο Κιβωτός. Γερά σχοινιά το καλοδουλεμένο, οξυδερκές και ρέον κείμενο του Κώστα Σωτηρίου, η πολύπειρη σκηνοθετική ματιά του Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου για την Ελένη Ουζουνίδου, η οποία απογειώνεται ανεπιστρεπτί.
To Ταπ άουτ του Ανδρέα Φλουράκη αναφέρεται καταχρηστικά στην κατηγορία των θεατρικών μονολόγων, αφού προσιδιάζει πολύ περισσότερο σε ολυμπιακό άθλημα. Ο Τάσος Κορκός προπονείται ακατάπαυστα και μονολογεί ταυτόχρονα σε όλη τη διάρκεια της παράστασης ρίχνοντας μπουνιές κατά πάντων. Δεν εξαντλείται, ευτυχώς, στην χιλιοφορεμένη κοινωνική κριτική, αλλά φτάνει να γρονθοκοπήσει με τα λόγια του ακόμα και τον ίδιο τον εαυτό φτάνοντας σε μια απίθανη κορύφωση. Για 2η χρονιά στο Θέατρο της οδού Κεφαλληνίας -Β’ σκηνή.
Η Μαρία Κίτσου, μία από τις πιο ταλαντούχες ηθοποιούς της γενιάς της, ξεδιπλώνει την ερμηνευτική της παλέτα με ιδιαίτερη άνεση στο Για την Ελένη του Μάνου Ελευθερίου, ένα έργο για την Ελένη Παπαδάκη, που εκτελέστηκε από την πολιτοφυλακή στα Δεκεμβριανά, χωρίς καν να έχει περάσει λαϊκό δικαστήριο. Η σκηνοθετική ματιά του Μάνου Καρατζογιάννη, το υποβλητικό σκηνικό, στο οποίο όμως ο προτζέκτορας περίσσευε, αγκαλιάζουν την ερμηνεύτρια και το κείμενο και συμβάλλουν στην απογείωση. Στο θέατρο Σταθμός.
Στο τέλος του Aurora του Βλαδίμηρου Νικολούζου αισθάνεσαι πως δεν είσαι ο ίδιος, έχει συντελεστεί η πολυπόθητη μετατόπιση. Αργότερα δε η παράσταση διεκδικεί πολλαπλές επανόδους στη μνήμη, οπότε πια συνειδητοποιείς πως είχες την τύχη να παρακολουθήσεις ένα μνημειώδη μονόλογο. Ο Νικολούζος είναι συνθέτης, δανείζεται νότες από τον Ουόλτ Γουίτμαν, τον Νίκο Καρούζο, τον Γκέοργκ Τρακλ, τον Νίτσε, τον Αντονέν Αρτώ, τον Πεσσόα, τον Γκινσμπεργκ και Τζακ Κέρουακ, όπως καταγράφει ο ποιητής Γιάννης Αντιόχου, δανείζεται όργανα από τις τέχνες, συνταιριάζει με μαεστρία τα στοιχεία και με αποδίδει μία μεγαλειώδη μελωδία με την εκκωφαντικά βουβή, συγκλονιστική ερμηνεία της Ηλέκτρας Νικολούζου στο θέατρο “Ροές”.
Με το μυθιστόρημα Μάρτυς μου ο Θεός ο Μάκης Τσίτας καταγράφηκε στο πάνθεον των κλασσικών ελλήνων συγγραφέων- ερήμην του. Το κείμενο δεν εκείτο ποτέ, οι αμέτρητοι αναγνώστες του μυθιστορήματος είχαμε δει μπροστά μας ολοζώντανο τον Χρυσοβαλάντη, τον κεντρικό ήρωα και αφηγητή. Όμως ο ακάματος Ιωσήφ Ιωσηφίδης με την εύστοχη και ισορροπημένη σκηνοθεσία της Σοφίας Καραγιάννη σάρωσε κάθε προηγούμενη ενσάρκωση του ήρωα, αποδίδοντας με άριστο τρόπο τον εμβληματικό Χρυσοβαλάντη. Στο θέατρο Vault για 3η χρονιά, καθόλου τυχαία.
Ο Βασίλης Κατσικονούρης στο Μπουφάν της Χάρλεϋ επινοεί μια ευφυέστατη απεύθυνση, η ηρωίδα του μιλάει στο βουβό πλην όχι ήσσον πρόσωπο της τραγωδίας, μετατρέποντας τον αόρατο κομπάρσο στον απόλυτο πρωταγωνιστή του δράματος, όπως στον στίχο του Ρίτσου «Ποτέ δε φεύγουν τα νεκρά παιδιά απ’ τα σπίτια τους». Γι’ αυτό ίσως τα οπτικά εφφέ του σκηνοθέτη Αλέξανδρου Σταύρου όχι μόνο δεν εισέφεραν στην παράσταση αλλά αποδυνάμωσαν την ερμηνεία της Άννας Αδριανού. Στο θέατρο Αλκμήνη.
Εξαιρετικό ήδη από τη σύλληψή του, το θεατρικό πρότζεκτ του Vault Ο Γιος μου… φέρνει στο προσκήνιο τις μητέρες επιφανών ανδρών. Η Αγγέλικα Νίκλη Σολωμού η Διάφανη, η μητέρα του Διονύσιου Σολωμού με την ψυχωμένη ερμηνεία της Μάγδας Κατσιπάνου και το αριστοτεχνικά γραμμένο -και μάλιστα στο ιδιόλεκτο της εποχής και του τόπου- κείμενο του Περικλή Μοσχολιδάκη αλλά και την εύστοχη σκηνοθεσία του προκαλεί έντονη συγκίνηση.
Το κλασικό έργο του Φ. Ντοστογιέφσκι Το όνειρο ενός γελοίου σε μετάφραση Άρη Αλεξάνδρου σκηνοθετήθηκε με σεμνότητα και τρυφερότητα από τον Τάκη Χρυσικάκο, όπου ένας καλότατος χαρακτήρας αποδόθηκε από τον Δημήτρη Βερύκιο φέρνοντας ωστόσο τον μυθικό ήρωα στα ανθρώπινα μέτρα, ακόμα κι όταν λέει «Αχ τι αβάσταχτο που είναι να ξέρεις μόνο εσύ την Αλήθεια…». Ανατριχιαστική κι αλησμόνητη είσοδος, ένας άνδρας με λευκό κουστούμι, φτερά στους ώμους πατώντας ακροποδητί πάνω στη μουσική.
*****
[Όπως κάθε χρόνο, από τα Χριστούγεννα μέχρι και το τέλος των γιορτών δημοσιεύουμε τις λίστες των συνεργατών μας για τα δικά τους αγαπημένα από τη χρονιά που φεύγει: καταγράφονται βιβλία, μουσικές, ταινίες, παραστάσεις, ό,τι μας άρεσε απ’ το έτος που πέρασε. Δεν πρόκειται για λίστες με “τα καλύτερα του 2017” –τα πνευματικά γεγονότα δεν μπορεί να κατατάσσονται με τέτοιο τρόπο–, αλλά γι’ αυτά που κατά την υποκειμενική κρίση των γραφόντων αξίζει ίσως να προσεχτούν περισσότερο.]
Δείτε τα περιεχόμενα της έντυπης έκδοσης εδώ.