Οι παλαιοί συγγραφείς διδάσκονταν κανόνες συμπεριφοράς από τους μεγαλυτέρους και αυτή η μεταφορά της παράδοσης εξασφάλιζε όχι μόνο τον αλληλοσεβασμό, αλλά και κάποιους κανόνες ορθής ρυθμίσεως των σχέσεων, προλαβαίνοντας έτσι και κάμποσες παρεξηγήσεις. Σήμερα όπου τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν υποκαταστήσει τις ανθρώπινες σχέσεις και στο όνομα μιας δήθεν ευκολίας και αμεσότητας όλοι απευθύνονται σε όλους σα να γνωρίζονταν χρόνια, οι κανόνες αυτοί έχουν δυστυχώς ατονήσει, με αποτέλεσμα πολλοί νέοι, κυρίως, συγγραφείς να κινούνται με τρόπο αδέξιο, να παρασύρονται από τη φιλοδοξία τους και να καταντούν γραφικοί. Έτσι, χωρίς να το καταλαβαίνουν, δίνουν κακή πρώτη εντύπωση, προκαταλαμβάνοντας αρνητικά την ανάγνωση των κειμένων τους, τα οποία μπορεί πραγματικά να αξίζουν.
Κάποιοι θα θεωρήσουν ίσως τα παρακάτω λεγόμενα υπερβολές ή ξεπερασμένες συμπεριφορές –είπαμε, γέρος γράφει, τι περιμένατε; Το ίδιο όμως ισχύει για όλους τους κανόνες καλής συμπεριφοράς, αποτελούν μέρος μιας αγωγής. Παραδεκτοί ή όχι, η τήρηση των κανόνων αυτών δηλώνει ευγένεια, το αντίθετο αγένεια ή προσβλητική συμπεριφορά. Το ν’ ανεβάσει κανείς τα πόδια του επάνω στο κάθισμα του λεωφορείου για κάποιους μπορεί να είναι άνεση, για άλλους αγένεια. Το ίδιο ισχύει και εδώ.
Θα σας πω λοιπόν τι συνέβαινε παλαιά και ισχύει ακόμα, τουλάχιστον για τους αριστοκράτες συγγραφείς. Κι ο συγγραφέας, για μένα, είναι αριστοκράτης εξ ορισμού.
1. Αφιερώσεις βιβλίων
Α. Πολλοί δεν αφιερώνουν το βιβλίο που στέλνουν. Άρα δεν εξηγούν για ποιο λόγο το στέλνουν ή απλώς δηλώνουν ξεκάθαρα «δεν με ενδιαφέρει η προσωπική σου γνώμη, απλώς θέλω να γράψεις ή να παρουσιάσεις το βιβλίο μου». Βιβλίο που αποστέλλεται χωρίς υπογραφή είναι βιβλίο χωρίς παραλήπτη. Κανείς δεν υποχρεούται να το διαβάσει ή να απαντήσει.
Β. Πού γράφουμε την αφιέρωση. Πολλοί την γράφουν στην πρώτη σελίδα. Λάθος! Η αφιέρωση γράφεται πάντα στη σελίδα του ψευδότιτλου (σ. 3).
Γ. Η αφιέρωση είναι πάντα ονομαστική. Όταν γράφει κανείς απλώς «Με εκτίμηση» και το όνομά του, σημαίνει ότι δεν εκτιμά πραγματικά εκείνον στον οποίο του αφιερώνει το βιβλίο ή δεν θα ήθελε κάποια μέρα να δουν άλλοι ότι του το έστειλε με αφιέρωση. Θεωρείται προσβολή προς τον συγγραφέα.
Δ. Προσβολή θεωρείται επίσης το να γράψεις το ονοματεπώνυμο του συγγραφέα δίχως να αναφέρεις την ιδιότητά του (ποιητής, πεζογράφος, συγγραφέας, καθηγητής κ.λπ.). Στη μακρά πορεία μου έχω δει πολλές φορές να επιστρέφονται βιβλία στον αποστολέα τους για τον λόγο αυτό.
Ε. Η αφιέρωση υπογράφεται και από κάτω μπαίνει τόπος και ημερομηνία.
2. Αλληλογραφία με λογοτεχνικά περιοδικά
Ως διευθυντής ενός βραχύβιου περιοδικού στις αρχές της δεκαετίας του 80, θα μου επιτρέψετε να παρατηρήσω τα εξής:
Α. Καλό είναι να θυμάστε ότι όταν απευθύνεστε σ’ ένα λογοτεχνικό περιοδικό και ζητάτε να δημοσιευτεί ένα κείμενό σας σημαίνει ότι εσείς έχετε ανάγκη το περιοδικό και όχι το αντίθετο. Πράγμα που θα πει ότι το αλαζονικό και αγενές ύφος προδιαθέτει τον αναγνώστη αρνητικά και η κατάληξη της επιστολής ή του ηλεκτρονικού μηνύματος στον κάδο ανακύκλησης είναι σίγουρη.
Β. Πολλοί ρωτούν «πότε βγαίνει το επόμενο τεύχος» προκειμένου να προλάβουν να αποστείλουν κείμενο. Τα αξιόλογα περιοδικά έχουν συνήθως ύλη για να καλύψουν τουλάχιστον τα επόμενα τρία τεύχη τους, οπότε τέτοιου είδους ερωτήσεις καταντούν αστείες έως και προσβλητικές. Αναλόγως, η ανοιχτή πρόσκληση για αποστολή κειμένων συνήθως προέρχεται από λογοτεχνικά περιοδικά χωρίς στίγμα και αξιώσεις. [Για όσους αναρωτηθούν «γιατί αστείες και προσβλητικές;»: γιατί α. εμμέσως υποννοούν ότι το περιοδικό δεν έχει ύλη, συνεργάτες και προγραμματισμό και β. ότι η ύλη θα εξυψωθεί ως τα ουράνια με την παράδοση του ανυπέρβλητης αξίας κειμένου τους. Παλαιότερος εμού διευθυντής περιοδικού έλεγε, σχολιάζοντας ανάλογες φράσεις, ότι είναι σαν κάποιοι να νομίζουν ότι ένα περιοδικό μοιάζει με τα κακόφημα σπίτια που διανυκτερεύουν περιμένοντας ανά πάσα στιγμή πελάτες – αλλιώς το έλεγε, αλλά συνεννοούμαστε.]
Γ. Όταν στέλνουμε κείμενο ακολουθούμε τις νόρμες του περιοδικού, δηλαδή το έχουμε πρώτα πάρει, το έχουμε ξεφυλλίσει και ξέρουμε πώς δομείται η ύλη, τι κατεύθυνση έχει και αν μας ταιριάζει ή όχι. Είναι συνηθισμένο το φαινόμενο να στέλνουν επίδοξοι συγγραφείς κείμενα σε περιοδικά και να μην έχουν δει καν πώς είναι στημένα! Το σωστό είναι, επίσης, να τοποθετούμε το ονοματεπώνυμο και τον τίτλο του κειμένου μας με τον τρόπο που το κάνει το περιοδικό και να ακολουθούμε τον τύπο υποσημειώσεων που εκείνο προτείνει. Έτσι γλυτώνουμε χρόνο και αποφεύγουμε να μας στείλουν πίσω το κείμενο για διορθώσεις (περίπτωση υποσημειώσεων). Κείμενα ανορθόγραφα, ατημέλητα ή κακοχτυπημένα στη μηχανή προδιαθέτουν πολύ αρνητικά.
3. Όταν στέλνουμε επιστολή ή ηλεκτρονικό μήνυμα σε περιοδικό (και γενικότερα):
Α. Κατ’ αρχήν στέλνουμε ΟΠΩΣΔΗΠΟΤΕ συνοδευτική επιστολή. Κείμενο σκέτο (ποιος το στέλνει και γιατί; Για να διαβαστεί απλώς ή να δημοσιευτεί;) καταλήγει στον κάλαθο των αχρήστων.
Β. Παλιότερα οι επιστολές που ξεκινούσαν με την απεύθυνση «Κύριε Δούση», πετάγονταν πάραυτα στο καλάθι των αχρήστων γιατί θεωρούνταν επιτακτικές, δηλαδή σα να διατάζεις κάποιον που δεν γνωρίζεις. Γράφουμε πριν Αγαπητέ, Αξιότιμε, Σεβαστέ, Φίλε ή ό,τι άλλο. Στις επιστολές υπογράφουμε πάντα με μελάνι (στυλογράφο, πένα), με τυπωμένο απλώς το όνομα η επιστολή θεωρείται ανυπόγραφη. Εννοείται πως γράφουμε πάντα Όνομα-Επώνυμο κι όχι Επώνυμο-Όνομα (έτσι αλληλογράφει κανείς μόνο με τους φαντάρους).
Γ. Οι περιαυτολογίες στην εποχή της google δεν είναι απαραίτητες. Το ύφος μιας επιστολής έχει επίσης τη σημασία του. Κείμενα μελωμένου λυρισμού συνοδεύονται συνήθως από γλυκερές επιστολές, ψευδομοντέρνες ανοησίες από ολιγόλογες επιστολές με ύφος «ξέρεις ποιος είμαι εγώ και πόσο έχω διαβάσει;». Η συνοδευτική επιστολή πρέπει να είναι τυπική και ευγενική, ουδέτερη ει δυνατόν.
Δ. Δεν λησμονούμε ποτέ να γράψουμε το όνομά μας στο κείμενο που στέλνουμε. Είναι συνηθισμένο φαινόμενο στα περιοδικά να ψάχνουν να βρουν μέσα στα τόσα κείμενα ποιος έστειλε το τάδε ωραίο άρθρο και τελικά να μη δημοσιεύεται επειδή δεν εντοπίζεται ο συγγραφέας του. (Γι’ αυτό τον λόγο υπήρχαν άλλοτε οι «Στήλες αλληλογραφίας» που σήμερα τόσο τις σνομπάρουν).
Ε. Η απόρριψη ενός κειμένου δεν σημαίνει και απόρριψη οποιασδήποτε μελλοντικής συνεργασίας. Όπως επίσης και η δημοσίευση ενός άρθρου, διηγήματος, ποιήματος δεν συνεπάγεται ότι το περιοδικό θα δημοσιεύει σε κάθε τεύχος ανελλιπώς τον ίδιο συγγραφέα. Στην Ελλάδα έχουμε 10 καλούς συγγραφείς ανά κατηγορία, 20-30 περιφερόμενους από περιοδικό σε περιοδικό και πάνω από 1.500 συγγραφείς επί θύραις που πιέζουν για δημοσίευση. Η ύλη κάθε τεύχους όμως πρέπει να εναλλάσσεται, να διαφοροποιείται, να λαμβάνει υπόψη –όσο γίνεται– τι δημοσιεύουν τα άλλα έντυπα και να αποστασιοποιείται από τις επιλογές τους έτσι ώστε το καθένα να έχει διακριτή ταυτότητα. (Παλαιότερα τα περιοδικά είχαν δικούς τους, αποκλειστικούς συνεργάτες και θεωρούνταν ανέντιμο να προσπαθείς να τους αποσπάσεις κείμενο για άλλο περιοδικό. Σήμερα όλοι γράφουν παντού και υπάρχουν απ’ ό,τι ακούω άκοσμα περιοδικά που κυνηγούν τους συγγραφείς των άλλων μετά μανίας.).
ΣΤ. Κανένα περιοδικό δεν αποδέχεται απροϋπόθετα τη συνεργασία κάποιου συγγραφέα, όσο επώνυμος κι αν είναι, πριν δει το κείμενο. Όλα τα κείμενα κρίνονται ανάλογα με τα ιδεολογικά (παλαιότερα) ή τα αισθητικά κριτήρια που εκφράζει η συντακτική του επιτροπή. Μάλιστα, ο Πέτρος Χάρης είχε επιβάλει ως διευθυντής της Νέας Εστίας να του στέλνουν οπωσδήποτε τα βιβλία για τα οποία επρόκειτο να δημοσιευτεί κριτική. Είχε δίκαιο.
Μόνο όταν η διεύθυνση ενός περιοδικού παραγγείλει κάποιο άρθρο επιβάλλεται στη συνέχεια και να το δημοσιεύσει (έστω προτείνοντας αλλαγές).
Ευχαριστώ για την ανοχή σας και εύχομαι οι μικρές αυτές σημειώσεις να βοηθήσουν κάποιους καλοπροαίρετους ανθρώπους να βρουν πόρτες ανοιχτές για τα γραπτά τους.
[Παράκληση του συντάκτη: Το κείμενο γράφτηκε μετά από σχετική συζήτηση με τον κ. Κώστα Δούση, υπεύθυνο επικοινωνίας του περιοδικού. Παρακαλώ τη διεύθυνση του Φρέατος να σεβαστεί την επιθυμία μου και να μην αποκαλυφθεί το όνομά μου. Οι νέοι είναι μνησίκακοι κι εμείς, οι παραδομένοι πια στην βιασύνη του χρόνου, απροστάτευτοι. Λυπάμαι ειλικρινά που δεν μπορώ να σας στείλω το χειρόγραφό μου δακτυλογραφημένο και σας βάζω σε κόπο να το πληκτρολογήσετε, πλην όμως ο γραφικός μου χαρακτήρας είναι ευκρινής. Μετά τιμής, ο Γέρων.]
[Έργο του Eric Johansson.]