frear

Για τις «Δεκαεννιά βινιέτες για τη γλώσσα και τη σιωπή» του Κ.Χ. Λουκόπουλου – γράφει η Λίλια Τσούβα

Σύζευξη συνείδησης και ασυνειδήτου

Ο Κωνσταντίνος Χ. Λουκόπουλος, στην ποιητική του συλλογή Δεκαεννιά βινιέτες για τη γλώσσα και τη σιωπή (εκδόσεις ΑΩ, 2024) ασχολείται με τη γλώσσα, τη σπουδαία αυτή πνευματική κατάκτηση του ανθρώπου, με το παράγωγό της, την ποίηση, αλλά και με τις σιωπές, τα κενά μεταξύ των λέξεων και προτάσεων. Δανείζεται από την τυπογραφία τη λέξη «βινιέτες» –περίτεχνα σχήματα που τοποθετούνταν στην αρχή των κεφαλαίων ενός βιβλίου για διακόσμηση– και συγγράφει δεκαεννέα αυτόνομες αλλά και συγκοινωνούσες μεταξύ τους ενότητες, τις οποίες σκαλίζει με τη γλώσσα της ποίησης. Χωρίζει το έργο σε δύο μέρη: «Η γλώσσα και οι λέξεις», «Η γλώσσα και η σιωπή».

Η γλώσσα, το σταθερά οργανωμένο σύστημα συμβόλων με το οποίο συλλαμβάνουμε και ανακοινώνουμε τις σκέψεις και τις επιθυμίες, τα αισθήματα και τις διαθέσεις μας, είναι η βάση της κοινωνικής μας συμβίωσης. Σκεπτόμαστε με γλώσσα, αισθανόμαστε με γλώσσα. Τα θαυμαστά στη ζωή και στην κοινωνία προέρχονται από το λαμπρό αυτό όργανο που περικλείει τον λόγο, τον προφορικό και τον γραπτό, τον ενδιάθετο και τον εξωτερικευμένο.

Ο Λουκόπουλος στα σύντομα διαλογικά θραύσματα που απαρτίζουν τις «δεκαεννιά βινιέτες» επιβεβαιώνει τον δυναμισμό της γλώσσας, την απεραντοσύνη και την πολυσημία της. Ενσωματώνει στοχασμούς για τα θέματα: «Λεξικό», «Καλλιγραφία», «Δέλτα», «Ιχνογραφία», «Σκηνή», «Βάφτιση», «Φίδια», «Φαρμακολογία», «Επίδεσμος», «Διάμετρος (Ι)», «Διάμετρος (ΙΙ)», «Διατάσεις», «Τόξα», «Χάρτης», «Διάθλαση», «Στροφή», «Αρετή/ των κουρασμένων ζώων»/ «του χρόνου»/ «του χρώματος»/ «των φίλων», «Η γλώσσα», «Η σιωπή».

Η σιωπή, το αντίθετο της γλώσσας, συνιστά μια εξίσου ενεργητική μορφή επικοινωνίας, που δεν ισοδυναμεί απλώς με παύση, ένα κενό δηλαδή ανάμεσα στις λέξεις, αλλά –όταν δεν περιπίπτει σε αδράνεια– ενσωματώνει συχνά την ενδοσκόπηση. Ο άνθρωπος μέσα στη σιωπή αντικρίζει τις σκέψεις και τα συναισθήματά του, την προσωπική του αλήθεια, μια αλήθεια απαλλαγμένη από κοινωνικές επιταγές και σκοπιμότητες. Πρόκειται για παρουσία επομένως, όχι απουσία και αφορά τον εσωτερικό βίο, φυσικά και τον θάνατο, την οριστική παύση. Η σιωπή, κατά τον πατέρα της πειραματικής ψυχολογίας Wilhelm Maximilian Wundt (1832-1920), συνιστά τον συνδετικό κρίκο μεταξύ της εσωτερικής και της εξωτερικής μας πραγματικότητας.

Ο Γάλλος ψυχίατρος και ψυχαναλυτής Ζακ Λακάν (Jacques Marie Émile Lacan, 1901-1981), προσπάθησε να προσεγγίσει την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης ψυχολογίας με τις έννοιες «συμβολικό», «φαντασιακό» και «πραγματικό». Το «συμβολικό» συνέδεσε με τον Νόμο, την κουλτούρα, την οικογενειακή δομή· το «φαντασιακό» με την εικόνα, το είδωλο, την αυταπάτη· το «πραγματικό» με το άρρητο, το οποίο βρίσκεται εκτός γλώσσας και είναι το τραύμα, το κενό, αυτό που επιστρέφει πάντα στο ίδιο σημείο και στον λόγο εμφανίζεται ως ρήγμα. Για το ασυνείδητο πίστευε ότι είναι δομημένο σαν γλώσσα: ανήκει μεν στο συμβολικό (κουλτούρα), όμως διαρρέει προς το φανταστικό (μέσω εικόνων, ονείρων και φαντασιώσεων), όπως και προς το πραγματικό (μέσω τραυμάτων). Η γραφή (γλώσσα) επομένως, για τον Λακάν, δεν συνιστά πάντα μια σημειολογική απόδοση. Συχνά βασίζεται στην έλλειψη· είναι ένα ίχνος του «πραγματικού», ο τρόπος να αποτυπωθεί το ασυνείδητο.

Το έργο του Λουκόπουλου έχει υπαρξιακό υπόβαθρο. Ο ποιητής κάνοντας χρήση κυρίως όχι της λογικής, αλλά της ελεύθερης περιδιάβασης στον χώρο των ιδεών, του συνειρμικού παιχνιδιού των λέξεων, των εικόνων, των ιδεών, διαμορφώνει ένα υπερρεαλιστικό περιβάλλον με έντονο λυρισμό, μέσα στο οποίο «συμβολικό» «φαντασιακό» και «πραγματικό», συνειδητό και ασυνείδητο, συναιρούνται. Η ποιητική γλώσσα γίνεται πεδίο αποκάλυψης των υπογείων ρευμάτων του ψυχισμού· το αρθρούμενο συναντά το άρρητο, το φανερό το υπόρρητο. Αναδεικνύεται έτσι η διαλεκτική των «εναντίων», η γλώσσα και η σιωπή όχι ως αντίθετες, αλλά ως αλληλένδετες εκφάνσεις του ίδιου υπαρξιακού στοχασμού.

Λεξικό
ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ που ορίζουν, οι ίδιες λέξεις αναιρούνˑ κι είναι το νόημα μια μεταβατική διάσταση που περιέχει το ένα και το τρία ακέραια και συμμιγή. Κι είναι το νόημα μια σπουδή από τουλίπες σε κρυσταλλικό ανθόχωμα.
ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ όταν σχίζονται γεννούν τσουκνίδες, υδράγκαθα και ρόζους χιονιού. Κι από τις γέννες αυτές όλα τα δάκρυα διηθούνται στη λέμφο ενός ποιήματος και στους νεφρούς του». […] (σελ. 11)

Το έργο διέπεται από μοντερνιστική σκοτεινότητα. Γίνεται χρήση αποσιωπήσεων και ανοιχτών διηγήσεων, υπαινιγμών, παραπομπών σε κείμενα του παρελθόντος ή της Αγίας Γραφής, επιστήμες, πρόσωπα, τέχνες. Ο στίχος είναι δραματικός, ο ποιητής εγκολπώνει ελληνικό και ξένο λεξιλόγιο, σπάνιους και ανοίκειους όρους, μεταγλώσσα. Στο μωσαϊκό των στοχασμών του Λουκόπουλου το συνειδητό και ασυνείδητο λειτουργούν ως αλληλένδετοι φορείς νοήματος.

Στροφή

[…] ΣΤΡΟΦΗ του στίχου, στροφή του ήχου σπάζεις από τα κρόταλα που παρηχούν. Ρεύμα στις μπόρνες, Βολτάζ. Τέλεμαν. Φαντασία και impromptu. Αναπνοή που σε πήρα και δε σε εκπνέω. Δε σε εμπνέω, Ίαμβε. […] (σελ.31)

Η γλώσσα

V
Η ΣΙΩΠΗ προηγείται επειδή είναι πηγή· έπειτα ακολουθείται από τον χείμαρρο του χρόνου κι ο χρόνος αυτός διοχετεύεται –από τα μείζονα ρέματα ή απ’ τις ελάσσονες συρμές– εντός δεξαμενής. (σελ. 39)

VI
Η ΣΙΩΠΗ είναι μια στάση κινδύνου (ψυχική) ή μία επικίνδυνη στάση (σωματική). Γενικά είναι μια στάση που δείχνει, συνήθως, τη διαχείριση της συνθήκης της ύπαρξης πολύ περισσότερο από ό,τι την εξοικείωσή μας με το τέλος της (τον αναπόφευκτο θάνατο). (ό. π.)

Το έργο Δεκαεννιά βινιέτες για τη γλώσσα και τη σιωπή αποτελεί εγχείρημα σύζευξης του φωτός της συνείδησης με τις σκιές του ασυνειδήτου. Το στοχαστικό και πυκνό ύφος του το κάνει να ισορροπεί ανάμεσα στην ποίηση, την πρόζα και το στοχαστικό δοκίμιο (του E.B. White παράδειγμα). Διατάσσοντας τα σημαίνοντα σε ένα δομημένο όλο στο οποίο κάθε σημαίνον ορίζεται από τα άλλα, ο Κ. Χ. Λουκόπουλος διαμορφώνει τη δική του ποιητική ιδιόλεκτο («parole») για τη γλώσσα, τη σιωπή, την τραγικότητα της ανθρώπινης ζωής.

Διάμετρος (ΙΙ)
(πόλκα ντοτ συστολή)
ΕΝΑ ΒΡΑΔΥ συνάντησε μια παλιά ερωμένη του που φορούσε το ίδιο φουστάνι όπως τότε που την είχε ερωτευτεί: ένα μεταξωτό πόλκα ντοτ, γαλάζιο, με λευκές κουκκίδες. Καθώς η κοπέλα έτριβε το στήθος της απαλά στο μπράτσο του νέου εραστή της, δεν απέφυγε να ζηλέψει το πώς άλλαζαν διάμετρο οι κουκκίδες απ’ τον πόθο. Έπειτα αισθάνθηκε να συρρικνώνεται απειρόβαθμα ο εγωισμός του ώσπου ταυτίστηκε με μια από τις λευκές κουκκίδες του φορέματος. Σκέφτηκε, δεν πειράζει, στο τέλος όλοι έτσι καταλήγουμε· λευκές κουκκίδες μηδενικής διαμέτρου. Και στον έρωτα και στη ζωή. (σελ. 24)

⸙⸙⸙

[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Ζωγραφική: ©Pierre Soulages. Δείτε τα περιεχόμενα του δέκατου πέμπτου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]

Σε λίγο καιρό κοντά σας με νέο ηλεκτρονικό τεύχος στο mag.frear.gr

Mag.frear.gr – Τα ηλεκτρονικά μας τεύχη