frear

Ο προσωρινός παντοτινός άνθρωπος – γράφει η Ευγενία Μπογιάνου

Αντρέας Φραγκιάς, Λοιμός, εκδ. Ποταμός, Αθήνα 2025 (α΄εκδ. 1972).

Ο Λοιμός, που επανακυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ποταμός με εξαιρετικό επίμετρο/μελέτη του συγγραφέα Δημήτρη Χριστόπουλου, είναι το τρίτο κατά σειρά έργο του Αντρέα Φραγκιά μετά τα μυθιστορήματα Άνθρωποι και σπίτια (1955) και Η Καγκελόπορτα (1962) και πριν το εμβληματικό δίτομο Το πλήθος (1985- 1986). Ο Λοιμός κυκλοφόρησε τελικά το 1972 μετά από πολλές περιπέτειες που ανέβαλαν διαρκώς την έκδοσή του και, αρχικά, δεν αναφέρεται εκδότης εφόσον ο καθένας που εμπλεκόταν στην έκδοση θα μπορούσε να διωχθεί λόγω του περιεχομένου του βιβλίου, αφού αυτό εκδόθηκε κατά τη διάρκεια της χούντας, και μόνο στις επανεκδόσεις αναγράφεται το όνομα του «Κέδρου». Το 1976 κυκλοφόρησε η ταινία του Παντελή Βούλγαρη Happy day που βασίζεται σε επιμέρους επεισόδια και, κυρίως, στην ατμόσφαιρα του Λοιμού.

Πρόκειται για έργο που, από τις πρώτες κιόλας αράδες του, μεταφέρει τον αναγνώστη σε μια αποπνικτική πραγματικότητα εγκλεισμού και απομόνωσης όπου η ανθρώπινη υπόσταση υποβιβάζεται, όπου ο σκοπός είναι μια, αμφίβολου προσδιορισμού και περιεχομένου, αναβάπτιση και αναμόρφωση, όπου η ασάφεια αυτού του σκοπού τον καθιστά ακόμη ζοφερότερο. Η αφήγηση του ζόφου είναι ο Λοιμός. Εκεί όπου το ανθρώπινο ον μεταμορφώνεται σε κάτι άλλο. Είτε ως βασανιστής είτε ως βασανιζόμενος ο άνθρωπος απεκδύεται τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά του και μεταμορφώνεται σε ένα ον πέρα από αυτά. Ο Φραγκιάς, με αποστασιοποιημένο στεγνό δωρικό ύφος, αφηγείται την πορεία αυτής της μεταμόρφωσης.

Η Μακρόνησος – μαύρο κομμάτι της νεώτερης ιστορίας μας – υπήρξε τόπος εξορίας και του ίδιου του συγγραφέα από το 1950 έως το 1952 στο Β΄ Τάγμα κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας λόγω των φρονημάτων του. Αυτή η εμπειρία και το τραύμα που εσαεί τη συνοδεύει, είναι προφανές πως εμποτίζουν τις σελίδες του βιβλίου. Ο Φραγκιάς δεν προσδιορίζει ούτε τον χρόνο ούτε τον χώρο. Ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης θα μπορούσε να είναι οπουδήποτε οποτεδήποτε. Σε οποιαδήποτε γωνιά της γης και με το οποιοδήποτε ιδεολογικό πρόσημο. Ο μηχανισμός αλλοίωσης των ανθρώπινων χαρακτηριστικών είναι αυτό στο οποίο εστιάζει ο Φραγκιάς. Αυτόν αναλύει, αυτόν αποδομεί. Για να τον καταλάβει. Κάπως να τον εξηγήσει μέσα του. Αποκτά υπαρξιακά χαρακτηριστικά αυτή του η ανάγκη. Η πλοκή είναι χαλαρή, ο μύθος δεν εξελίσσεται όπως θα περίμενε κανείς, τα πρόσωπα δεν έχουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, το άτομο αφανίζεται μέσα στην ομάδα, οι φιλίες είναι λυκοσυμμαχίες, δεν εκφράζουν τίποτε, δεν υπάρχει αλληλεγγύη, το βλέμμα του ενός πέφτει με μοχθηρία πάνω στον Άλλον, κυριαρχεί η καχυποψία, η αποξένωση, καμιά ιδεολογία δεν απαλύνει την ψυχή, καμιά ελπίδα δεν οραματίζεται ένα διαφορετικό αύριο. Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει αύριο. Ούτε και πριν υπάρχει. Τα καταπίνει όλα το αδηφάγο ανελέητο τώρα, που μοιάζει αήττητο και ατελεύτητο.

«Πέρα από δω δεν υπάρχει τίποτα. Ούτε πριν, αλλά ούτε και μετά, είναι δυνατόν να υπήρξε ή να γίνει κάτι άλλο που να μην είναι το ίδιο με τούτο. Ο κόσμος που ζούμε είναι αιώνιος και αναλλοίωτος. Και θα υπάρχει εις τον αιώνα».

Ο Φραγκιάς καταγράφει τη διαδικασία της αποκτήνωσης. Δίχως να μεγαλοστομεί, δίχως ηθικά διδάγματα, δίχως να εκδηλώνει συμπόνια για τις κακουχίες των υποκειμένων. Αυτό που προέχει είναι ένας αδιάκοπος αγώνας για επιβίωση. Τα συναισθήματα που κυριαρχούν είναι η φρίκη, ο φόβος, η αγωνία. Δεν υπάρχουν αναφορές στο παρελθόν των ηρώων παρά ελάχιστες. Ίσως μία μόνο σαφής αναφορά υπάρχει, εκεί όπου ο ανώνυμος έγκλειστος αναφέρεται στη μάνα του: «Πού ’σαι, ρε μάνα, που με φύλαγες απ’ τα ρεύματα και με σκέπαζες τη νύχτα μην κρυώσω». Φράση νοσταλγική μαζί και ειρωνική, που κάνει τη παροντική κατάσταση να φαντάζει ακόμη αγριότερη. Η ειρωνεία και ένα είδος μαύρου χιούμορ ενσταλάζουν την ιδέα του αλλόκοτου. Αλλά τον τόνο δίνει το παράλογο καθώς παρεισφρέει στο πραγματικό. Ο παραλογισμός της πραγματικότητας αποδίδεται μέσω μιας ρεαλιστικής, μαζί απόκοσμης, παράδοξης αφήγησης. Ο Φραγκιάς συνομιλεί με το Κιβώτιο του Άρη Αλεξάνδρου. Δημιουργεί μια δυστοπική πραγματικότητα η οποία, με την παραδοξότητά της, αντανακλά τη ρεαλιστική συνθήκη του βιωμένου και ριζωμένου τραύματος. Μετουσιώνει το τραύμα σε υψηλή λογοτεχνική έκφραση η οποία, μέχρι σήμερα, δεν έχει χάσει τίποτα από την έντασή της. Αντιθέτως, ο λόγος του Φραγκιά είναι αγέραστος και ο ίδιος ένας «σύγχρονος» συγγραφέας. Κι αυτό όχι μόνο γιατί η εποχή μας επιδίδεται σε κάθε είδους δογματισμούς και ολοκληρωτισμούς, αλλά γιατί η δύναμη της πένας του υπερβαίνει το πρόσκαιρο και το ατομικό, ανοίγεται στο διαχρονικό και το καθολικό, προοικονομώντας έτσι και το μέλλον, συνομιλώντας με την Ιστορία με έναν βαθύ διαλεκτικό τρόπο. Η σκιά της Μακρονήσου είναι εκεί ακόμη κι αν αυτή δεν κατονομάζεται. Ο ολοκληρωτισμός έχει ποικίλα πρόσωπα αλλά μία σημασία. Κι έναν και μόνο στόχο: να απεκδύσει τον άνθρωπο από τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά του.

Το αλληγορικό σύμπαν του Φραγκιά είναι τόσο υποβλητικό που επιβάλλεται ως πραγματικό. Η τελευταία φράση του βιβλίου υπόδειγμα πυκνότητας και ανατροπής.

Ο Λοιμός είναι αξεπέραστος. Θα μπορούσε να έχει γραφτεί αύριο. Είθε να τον ανακαλύψει ο σύγχρονος αναγνώστης.

⸙⸙⸙

[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Δείτε τα περιεχόμενα του δέκατου πέμπτου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]

Σε λίγο καιρό κοντά σας με νέο ηλεκτρονικό τεύχος στο mag.frear.gr

Mag.frear.gr – Τα ηλεκτρονικά μας τεύχη