Αναγνωστικά σχόλια με αφορμή το ποιητικό βιβλίο
Ο ουρανός ξέρει πέντε πράγματα παραπάνω
του Νίκου Προσκεφαλά
εκδόσεις Εύμαρος, Αθήνα 2024.
Η ποιητική συλλογή Ο ουρανός ξέρει πέντε πράγματα παραπάνω του Νίκου Προσκεφαλά, παρότι είναι η πρώτη συλλογή του ποιητή που εκδίδεται, εμφανίζει αξιοθαύμαστη ωριμότητα, νοικοκυρεμένη παράθεση των ποιημάτων (που μοιάζει να προκύπτει από προσεκτική επιλογή) και ταυτόχρονα αρθρώνει έναν ιδιώνυμο ποιητικό λόγο. Η συλλογή χωρίζεται σε δύο διακριτά μέρη:
Στο πρώτο μέρος, με τίτλο Εντός των Τοίχων οι Μάχες, στην προσπάθειά του να χαράξει ένα μονοπάτι αφήγησης αλλά και να ορίσει το ποιητικό υποκείμενο με σαφήνεια και αυστηρότητα ασχολείται κυρίως με ποιήματα ποιητικής και οντολογικής εσωστρέφειας.
Στο δεύτερο μέρος με τίτλο Χαραμάδα Φυλακισμένη, ο ποιητής ανοίγει τα χαρτιά του επιτρέποντας να απλωθεί σε ευρύτερες οντολογικές διερωτήσεις αλλά και να αλληλεπιδράσει με την κοινωνία και το ιστορικό γίγνεσθαι.
Τεχνικά, τα περισσότερα εκ των ποιημάτων είναι ελευθερόστιχα ενώ μερικά εξ αυτών έχουν τη μορφή σπαράγματος ή επιγράμματος όπως με σαφήνεια ορίζεται στις Πέντε δοκιμές για την άνοιξη εν είδει μικρών σπαραγμάτων της σελίδας 80 και στον Θαλαμοφύλακα της σελίδας 82. Μόλις τρία πεζόμορφα επομένως (αν συμπεριλάβουμε και το ποίημα Εκουσίως της σελίδας 30), τα οποία όμως ακολουθούν κανόνες δηλαδή ρυθμό, μέτρο, υπόβαθρη μελωδία κ.λπ.
Το περιβάλλον μέσα στο οποίο εξελίσσεται το βιβλίο είναι εξ ολοκλήρου ένας κόσμος που τον σκέπει ο Ουρανός, ένας δημοκρατικός και παγκόσμιος οικοδεσπότης του Χρόνου. Υπ’ αυτήν την έννοια τα περισσότερα ποιήματα φαίνεται να ακολουθούν και να επιβεβαιώνουν τον υπέρτιτλό τους. Επίκληση, για παράδειγμα, στον περιβάλλοντα πανταχού παρόντα Ουρανού, εν είδει υπεροντότητας, έχουμε στο δελτίο καιρού της σελίδας 17, όπου λέει:
Δελτίο καιρού
[…] Σύντροφε ουρανέ/ δεν φταις/ όλο και λιγοστεύουν οι βροχοποιοί/ όλο και εξαφανίζονται απ’ τον κόσμο/ οι ζωντανοί προφήτες/ Ένας μετά τον άλλον αφανίζονται
Το ποιητικό υποκείμενο –που είναι σχεδόν πάντα ο ίδιος ο ποιητής– άλλοτε ταυτίζεται με αυτόν τον ουρανό, άλλοτε προκύπτει από αυτόν και εκτελεί πτήσεις εντός του (πχ. ως χελιδόνι ή ως πεταλούδα), ενώ σπάνια αποκτά την ισχύ μιας αυθεντίας που επιτρέπει ή όχι να διαφύγει η ποίηση προς τα έξω, όπως γίνεται, για παράδειγμα, στον Θαλαμοφύλακα του δεύτερου μέρους, αλλά και στο ποίημα Οι λέξεις του πρώτου, όπου η έννοια του θαλαμοφύλακα/ θεματοφύλακα (αλλά και κλειδοκράτορα), επαναχρησιμοποιείται.
Θαλαμοφύλακας, σελ.82
[…] Θαλαμοφύλακας ξενύχτης, όλους θα σας προσέχω ως το τέλος, με μάτια έξω από τις κόγχες πεταγμένα, ώσπου τα βλέφαρά μου οριστικά να κλείσουν. Ως τότε, ατάραχα ψυχές μου αναπαυθείτε…
Με λέξεις/ στην ώρα σας/ ακούραστα/ θα σας ξυπνώ
Οι λέξεις, σελ.14
Τη μέρα στροβιλίζονται στον άνεμο/ οι λέξεις/ κυνηγημένες και ξεκάρφωτες/όσες τουλάχιστον δεν άκουσαν/ εκείνη του ποιητή την κουβέντα/ Τα βράδια όμως χτυπούν τις πόρτες επιτακτικά/ σημαίνουν εγερτήρια/ τον θαλαμοφύλακα υποβάλλουν σε αγρυπνία/
Κυρίαρχη θέση, ειδικά στο πρώτο μέρος, έχουν –όπως είπαμε– τα ποιήματα ποιητικής ,ενώ χρησιμοποιεί ως σύμβολα τα πουλιά που εκφράζουν μύρια όσα αλλά κυρίως την αμηχανία του ποιητή απέναντι στον θάνατο. Όπως στο πεζόμορφο
Εκουσίως, σελ. 30
[…] Πώς γίνεται, αναρωτιέμαι, πώς γίνεται να λογαριάζουν την παγωμένη βιτρίνα του θανάτου πέρασμα για τον ουρανό, να ξεγελιούνται απ’ το λαμπερό καθρέφτισμα του γαλάζιου θόλου απάνω της, ύστερα να βουτάνε με φόρα στην επιφάνειά της, σαν μεθυσμένα, κι εκείνη, που τάχα τους υπόσχεται ζωή, λεπίδι να γίνεται θανάτου. Μικρά σπουργίτια κι άμαθα, με πόσο αίμα την αθωότητά σας άδικα ξοφλάτε.
Αλλά και στα ακόλουθα ποιήματα:
Τρία πουλιά, σελ. 31
[…]στροβιλίζονται στον άνεμο/ ανυποψίαστα/ για τον κυνηγό που καλά κρυμμένος/ χαμογελώντας/ καιροφυλακτεί/
Έως θανάτου, επιμονή σελ. 32
Λένε πως κάποια χελιδόνια/ δεν αποδημούν/ […] το βάρος να σηκώσουν του χειμώνα/ στα φτερά τους[…] Πέφτουν νεκρά τότε στη γη/ και το λεπτό κορμί τους/ δυο παγωμένα μέλη γίνεται/ μια πλάτη ισχνή μα θαρραλέα/ χάδι του ανέμου[…]
Αρχαιόθεμες συνομιλίες με τα ομηρικά έπη αλλά και με τον Ηράκλειτο έχουμε στις σελίδες 22, 24, και 26, καθώς και στο ποίημα Υπόμνηση 2 της σελ. 47
Αναχώρηση
[…] Μα εμένα η Τροία ούτε που μ’ ένοιαζε/ το σκάφος μου να κυβερνήσω ήθελα/ να ράψω τα πανιά/ το τσακισμένο του κατάρτι όρθιο/ για μια φορά/ να ξαναστήσω/
Πατήρ πάντων, σελ. 26
[…] ίδιο παραμένει το ποτάμι/ και μια και δυο και τρεις φορές/ αν μπεις/ καμιά αλλαγή δεν βλέπεις […] […]Σκύβεις να δροσιστείς/ κι ανάμεσα απ’ τα δάχτυλά σου μια μια/ κυλάνε μετρημένες οι σταγόνες του/ Μαύρο πηχτό φυλακισμένο/ Αίμα/
Υπόμνηση, 2 σελ. 47
[…] Γιατί και ο ήλιος/ ουχ υπερβήσεται μέτρα/ και ρούχο/ καθαρό κι αλέρωτο ως το τέλος/ δεν έμεινε ποτέ[…]
Εξέχουσα θέση έχουν τρία ποιήματα που προκύπτουν από –και απευθύνονται προς– τη μητέρα του ποιητή. Το ποίημα Αθωότητα της σελ. 25 του πρώτου μέρους, ορίζει τις οφειλές και τις ενοχές και φαίνεται να συμπληρώνεται από το ποίημα Κοντά της σελίδας 55.
Αθωότητα
[…] Αυτή ευθύνεται για την πληγή/στο στήθος […] […]Πώς δεν το πρόσεξε πως κρέας κι εκείνη/Τεμαχίζει/ απ’ το πρωί/ τα χέρια μες στα αίματα/ Πάνω του κόκκινες/ Σταγόνες/
Κοντά
Μακρινή μητέρα*/έλα κοντά/ έλα πλάι/ να μάθεις στα παιδιά σου/ πώς/ τους σταυρούς τους/ να υποφέρουν/
(*κλείνοντας πονηρά το μάτι στον Ελύτη)
Ο ποιητής ολοκληρώνει την αντιπελάργησή του στο ακόλουθο εξαιρετικά ολοκληρωμένο και ζηλευτά συμπαγές ποίημα, που το προκρίνω σχεδόν από ολόκληρη τη συλλογή.
Πίσω από την πόρτα, σελ. 28
[…] Και πόσους να προλάβει[…] Κάθε φορά που μισανοίγει η πόρτα/ ένα παιδί πίσω της/ που ψήνεται στον πυρετό/ και πότε σπαρταρά μέσα στις παραισθήσεις του/ ψάρι πιασμένο στα δίχτυα ανυποψίαστο/ κι αλαφιασμένο/ πότε άντρας γίνεται/ δένει το σάκο του στον ώμο/ και ξαναρχίζει την πορεία του/ στην κόψη της χαράδρας/
Συμπερασματικά
Στη συλλογή Ο ουρανός ξέρει πέντε πράγματα παραπάνω όλα τα ποιητικά τοπία του βιβλίου κατασκευάζονται εικαστικά και περιγραφικά: οι μεταφορές προκύπτουν κυρίως από σύνολα πραγματιστικών εικόνων ενώ παρ’ ότι επιτρέπεται η παρείσφρηση του εξωλογικού με δόκιμο τρόπο, τα ποιήματα φέρουν ελάχιστα υπερρεαλιστικά χαρακτηριστικά, είτε εργαλειοκρατικής (τύπου Κακναβάτου), είτε περιβάλλουσας (τύπου Σαχτούρη) αισθητικής. Έτσι ο ποιητής εμφανίζεται να διατηρεί απόλυτο έλεγχο του ποιητικού οπλοστασίου του και διαυγείς προθέσεις. Η προσπάθειά του αυτή προς τη σαφήνεια και την καθαρότητα, η μινιμαλιστική και προσεκτική χρήση της γλώσσας, η –τις περισσότερες φορές– αποφυγή περιττών επιθέτων αλλά και η λαγαρή αφηγηματικότητα, καθιστούν την ποίηση του Προσκεφαλά ευκολοδιάβαστη και προσηνή, μια ειλικρινή ποίηση που χαρακτηρίζεται από αμεσότητα, από μια ευγενή τρυφερότητα κι έναν σεμνό ουμανισμό. Τέλος, διατρέχοντας τη ραχοκοκαλιά της συλλογής αρκετές φορές μπρος πίσω, διαπιστώνει κανείς ότι η επικοινωνία του ποιητή με τον αναγνώστη πραγματοποιείται με τρόπο φυσικό και αβίαστο, μακριά από τον όποιο διδακτισμό, έτσι ώστε ο αναγνώστης να αισθάνεται ότι διαβάζει οικείες του σκέψεις, ή τέλος πάντων σκέψεις που τον περιέχουν και τον υπολογίζουν εντός ενός ποιήματος. Αυτή είναι μια σπάνια αρετή της ποίησης εν γένει, να αγκαλιάζει δηλαδή τον αναγνώστη και να τον περιλαμβάνει αντί να του επιβάλλεται, κι ακόμη σπανιότερη αρετή μιας πρώτης συλλογής.
⸙⸙⸙
[Παρουσίαση στο βιβλιοκαφέ «Εύμαρος», στις 29.3.2025. Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Ζωγραφική: Gabriele Münter. Δείτε τα περιεχόμενα του δέκατου πέμπτου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]