frear

(Κατα)γραφές του ανθρώπου και της φύσης – γράφει η Ευσταθία Δήμου

Ηλίας Κεφάλας, Γραφέας του φυσικού έπους, Θράκα, Λάρισα 2021.

Η νέα ποιητική συλλογή του Ηλία Κεφάλα, ένας ακόμη σταθμός στη μακρά και δημιουργική πορεία του ποιητή μέσα στο νεοελληνικό ποιητικό πεδίο, συστήνεται με έναν τίτλο –Γραφέας του φυσικού έπους– που συναιρεί και συμπυκνώνει τα βασικά χαρακτηριστικά που συνθέτουν και συγκροτούν το ιδιαίτερο στίγμα του ποιητή, την ιδιαιτερότητα και την ιδιοτυπία του έργου του, όπως αυτό διαμορφώθηκε τα τελευταία σαράντα περίπου χρόνια, αρχής γενομένης από το 1980, οπότε εκδόθηκε η πρώτη του ποιητική συλλογή, Μαστίγια. Πρόκειται για τη συνεπή και συνεχή παρουσία του συγγραφέα στα νεοελληνικά γράμματα, για την επίδοσή του σε πολλά και διάφορα είδη του έντεχνου λόγου –ποίηση, πεζογραφία, δοκίμιο, παραμύθι– όπως καταδεικνύεται από τις λέξεις «γραφέας» και «έπος», που δηλώνουν ακριβώς τον δημιουργό και τον λόγο, αλλά και για τη στενή σχέση του συγγραφέα με τη φύση, η οποία αποτελούσε και εξακολουθεί να αποτελεί την αφετηρία της ποιητικής του σκέψης και έκφρασης, όπως δηλώνεται με το επίθετο «φυσικού». Ο Ηλίας Κεφάλας αποτελεί, ίσως, τη μοναδική περίπτωση νεοέλληνα λογοτέχνη που αφοσιώθηκε με ιδιαίτερη θέρμη στην φύση, όχι τόσο ως έννοια, αλλά ως βιωμένη πράξη, ως κινητήριο ερέθισμα της δημιουργίας, έτσι που να μπορεί κανείς να ισχυριστεί όλη του η δημιουργική πορεία υπήρξε ένας αγώνας να εναγκαλιστεί τη φύση στην ποικιλία των εκδοχών και των εκφάνσεών της.

Η πρώτη επαφή του αναγνώστη με τα ποιήματα του Κεφάλα οδηγεί, ευθέως και ασυναίσθητα, στην ανάδυση ενός αισθήματος ανάμεικτου από γλυκασμό και πόνο. Το αίσθημα αυτό προκύπτει από τη διττή λειτουργία και επενέργεια της φύσης στην ανθρώπινη ύπαρξη, την οποία έρχεται για να παρηγορήσει, να καθησυχάσει, να ηρεμήσει και να γαληνέψει με τους ήχους, τα αρώματα, τα χρώματά της, κυρίως, όμως, με τις αρμονικές και ισορροπημένες εκδηλώσεις της, και από την άλλη για να αντιπαρατεθεί μαζί της πάνω στη βάση της αιωνιότητας του φυσικού περιβάλλοντος και της φθαρτότητας του ανθρώπου: Στη θέση της χαμένης θάλασσας/ Απλώνονται πεδιάδες υπερβατικές/ Εδώ πλέον ζούμε/ Μέσα σε πάχνες και κρυφά νερά/ Σαν αποδέκτες διαλεχτοί/ Μιας μυστικής γαλήνης («Στη Θεσσαλία»). Έτσι, ενώ από τη μία ο ποιητής αντιλαμβάνεται και ευγνωμονεί το φυσικό στοιχείο για αυτήν τη συναισθηματική ασφάλεια που του εξασφαλίζει, από την άλλη δεν διστάζει να αναμετρηθεί με τη σκληρή αλήθεια της που είναι η φθίση, η πτώση, ο θάνατος. Θα έλεγε, μάλιστα, κανείς ότι αυτές οι δύο όψεις ή εκδοχές συνυφαίνονται σε ένα ενιαίο όλον που συνίσταται ακριβώς στην παρατήρηση και τη βαθιά βίωση των φυσικών νόμων, προκειμένου να βιωθεί ο ίδιος ο θάνατος, προτού συμβεί, σαν μια φυσική, δηλαδή λογική και αναμενόμενη, στιγμή.

Ο ποιητικός λόγος του Κεφάλα είναι ένας λόγος ζεστός. Η ανάγνωση κυλά όπως κυλά το βλέμμα μέσα σε εικόνες οικείες και, ταυτόχρονα, πρωτόγνωρες και πρωτοίδωτες. Είναι το άνοιγμα των αισθήσεων ενός ανθρώπου στον κόσμο και τα ερεθίσματα του και, την ίδια στιγμή, το άνοιγμα του νοός στην συνειδησιακή τους θεώρηση και κατανόηση. Από αυτήν την άποψη, στην ποίηση του Κεφάλα λανθάνει και μια φιλοσοφική διάσταση και τάση στο μέτρο και στο βαθμό που η αντίληψη του περιβάλλοντος χωροχρόνου αποκτά το χαρακτήρα και τα χαρακτηριστικά μιας έκπληξης για όλα αυτά που συμβαίνουν τόσο φυσικά και την ίδια στιγμή τόσο θαυμαστά. Στενά συνυφασμένη με το αίσθημα αυτό του θάμβους είναι και η απορία που, πολλές φορές, αναδύεται μέσα στον ποιητικό λόγο και που αφορά εξίσου τις αισθήσεις και τη συνείδηση, την ολότητα δηλαδή της ανθρώπινης αντίληψης απέναντι σε αυτό που έρχεται έξωθεν και ζητά να εσωτερικευθεί σαν βιωμένη γνώση πια και όχι απλώς και μόνο σαν αφιλτράριστη πρόσληψη ενός ερεθίσματος: Όμως εγώ διστάζω και κοιτάζω απορημένος/ Κι όλο δεν ξέρω αν πάω εκεί που πρέπει/ Κι όλο δεν ξέρω αν έχω μέρος που να πάω («Γελάδια»).

Ενώ η φύση και ο τρόπος με τον οποίο αυτή μπορεί και κατορθώνει να μετουσιωθεί σε ποίηση βρίσκεται πάντα στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος και της δημιουργικής προσπάθειας του ποιητή, στην συγκεκριμένη συλλογή υπάρχει ένας σχετικά μεγάλος αριθμός ποιημάτων που εκκινούν και αφορμώνται αποκλειστικά από τον άνθρωπο. Πρόκειται για ποιήματα ανθρωποκεντρικά και ανθρωπογνωστικά τα οποία είναι εμποτισμένα από μια θυμοσοφική διάθεση καθώς επιχειρούν να φωτίσουν και να αποκαλύψουν την ανθρώπινη ουσία μέσα από τις μικρές, απλές, σχεδόν απαρατήρητες στιγμές του ανθρώπινου βίου: Πότε γεννήθηκα/ Πότε έγινα παιδί/ Κι όλο να βρέχει μέσα μου/ Να βρέχει// Πότε μεγάλωσα/ Πότε ανδρώθηκα/ Κι όλο να βρέχει μέσα μου/ Να βρέχει// Και πότε γέρασα/ Κι ήρθε στα μάτια μου αχλύ/ Κι όλο να βρέχει μέσα μου/ Να βρέχει («Όλο βροχές»). Εδώ ακριβώς έγκειται και η ιδιοτυπία ή η ιδιαιτερότητα της ποίησης του Κεφάλα, στον τρόπο, δηλαδή, που ο ποιητής έχει να προσεγγίζει και να κατανοεί τις μεγάλες αλήθειες της ζωής ή, έστω, να τις φέρνει εμπρός του σαν ερωτήματα και ερωτηματικά που ζητούν απάντηση και λύση. Ο τρόπος αυτός είναι ξεκάθαρα γήινος, απόλυτα προσγειωμένος στο εδώ και το τώρα της ανθρώπινης ύπαρξης, όπως αυτή μορφοποιείται όχι τόσο από τις πραγματικές, αντικειμενικές, υπαρκτές και υφιστάμενες συνθήκες, όσο από την ίδια την ποίηση. Γιατί στα ποιήματα του Κεφάλα, πολύ συχνά, δίνεται η εντύπωση ότι συγκροτείται ένας μικρόκοσμος, μια μικροσυνθήκη που χωρίς να κόβει τους δεσμούς της με την εξωτερική πραγματικότητα, με το ανθρώπινο γίγνεσθαι, όπως αυτό αποτυπώνεται στις σχέσεις και τη συμπεριφορά, συνιστά ουσιαστικά ένα απόλυτα κειμενικό κατασκεύασμα το οποίο ούτε αναπαράγει, ούτε αποτυπώνει, όπως θα συνέβαινε στην περίπτωση μιας ρεαλιστικής προσέγγισης, αλλά, στην κυριολεξία, αναπλάθει, με όρους ποιητικούς, όλα αυτά που ακόμα κι αν δεν συνέβησαν ποτέ, θα μπορούσαν να έχουν συμβεί. Η οικείωση αυτή που δημιουργούν τα ποιήματα του Κεφάλα με την πραγματικότητα και τη ζωή οφείλεται και προκύπτει, εν πολλοίς, και από την γλώσσα του, οικεία, άμεση, ρέουσα, αβίαστη, που αποπνέει την αίσθηση μιας άνεσης με τον τρόπο που ξετυλίγεται από την πρώτη μέχρι την τελευταία λέξη. Κι αυτό παρά το γεγονός ότι το λεξιλόγιο του ποιητή είναι ιδιαίτερα προσεγμένο και πολλές φορές αντλημένο από μια δεξαμενή που απέχει από την καθημερινή ομιλία και έκφραση. Είναι, ωστόσο, γεγονός ότι η στιχουργία του Κεφάλα αναδύει μια θέρμη που επικυρώνεται από το απροσποίητο της έκφρασης το οποίο μεγεθύνεται πολλαπλάσια όσο, τελικά, πιο επιδέξια τεχνουργημένο είναι το ποίημα.

⸙⸙⸙

[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Ζωγραφική: Josef Stoitzner. Δείτε τα περιεχόμενα του τέταρτου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]

Σε λίγο καιρό κοντά σας με νέο ηλεκτρονικό τεύχος στο mag.frear.gr

Mag.frear.gr – Τα ηλεκτρονικά μας τεύχη