Ο Κ. Σχιζάκης, μια πολυσχιδής προσωπικότητα από το Ηράκλειο της Κρήτης, χωρίς να αφήνει τις δραστηριότητες με τις οποίες καταπιάνεται, ιδρυτής και διαχειριστής του Μουσείου Εικαστικών Τεχνών Ηρακλείου, τα τελευταία τέσσερα χρόνια ασχολείται συστηματικά με την λογοτεχνία. Κι αυτή η ενασχόλησή του γίνεται με ιδιαίτερη επιτυχία. Ξεκίνησε με τη συλλογή διηγημάτων Αυτά… (εκδ. Επτάλοφος, 2018), για να συνεχίσει τα επόμενα χρόνια με τα μυθιστορήματα Ο Φταίχτης, (εκδ. Καστανιώτης, 2019), το οποίο συνέγραψε με την Εύα Μαθιουδάκη και Το Παλαιοπωλείο (εκδ. 24 γράμματα, 2020). Τη νέα χρονιά, πριν ακόμα κλείσει χρόνος από την έκδοση του τελευταίου του βιβλίου, μας εκπλήσσει παρουσιάζοντας ένα αστυνομικό μυθιστόρημα το Αχ! Σούζη Q (εκδ. 24 γράμματα, 2021), το οποίο θεωρώ ότι αποτελεί το πιο ώριμο και ολοκληρωμένο του έργο.
Η ελληνική αστυνομική λογοτεχνία μέχρι τα μέσα του 1950 διένυε τα πρώτα δειλά βήματα της. Είχαν παρουσιαστεί ελάχιστα δείγματα γραφής, με σπουδαιότερο Το Έγκλημα του Ψυχικού του Παύλου Νιρβάνα, το οποίο δημοσιεύτηκε σε συνέχειες από τον Δεκέμβρη του 1927 μέχρι τον Απρίλη του 1928 στο περιοδικό Θεατής. Έπρεπε να περάσουν 25 χρόνια για να εμφανιστεί ο σπουδαιότερος εκπρόσωπος του ελληνικού αστυνομικού είδους, Γιάννης Μαρής, ο πρώτος επαγγελματίας συγγραφέας αστυνομικών ιστοριών, με το έργο του Έγκλημα στο Κολωνάκι (1954). Κι αυτό επίσης ήταν γραμμένο σε συνέχειες στο περιοδικό Οικογένεια, για να ακολουθήσουν πάλι δικές του νέες αστυνομικές ιστορίες σε συνέχειες στα περιοδικά και τις εφημερίδες της μεταπολεμικής εποχής με κύριο πρωταγωνιστή τον Αστυνόμο Μπέκα.
Η «επανεκκίνηση» της σύγχρονης ελληνικής αστυνομικής λογοτεχνίας τοποθετείται τη δεκαετία του ’90 με την επιτυχία των βιβλίων του Πέτρου Μάρκαρη, ο οποίος συνεχίζει μέχρι τις μέρες μας, με τον δικό του ήρωα τον Αστυνόμο Χαρίτο.
Σήμερα μια ομάδα νέων συγγραφέων, ακολουθώντας τους δρόμους που άνοιξαν οι Έλληνες και ξένοι συγγραφείς, ασχολείται με την αστυνομική λογοτεχνία με θέματα που θίγουν τις περισσότερες φορές, εκτός από το μεμονωμένο έγκλημα, πλευρές μιας κοινωνίας που νοσεί σοβαρά βουλιάζοντας όλο και πιο βαθιά στη διαφθορά.
Το έργο του Κ. Σχιζάκη, εικάζω ότι ο ίδιος έχει διαβάσει αστυνομική λογοτεχνία, ακολουθεί με ιδιαίτερη επιτυχία την κλασική φόρμα αυτών, με μικρές ή μεγαλύτερες διαφορές. Τα κύρια χαρακτηριστικά της πλοκής του παρόντος βιβλίου μπορούν να συνοψιστούν:
• Ο φόνος μιας πολύ όμορφης, μόνης και πολύ ερωτικής γυναίκας της Σουζάνας (Σούζη) Κιουλάφα, με πολλές διασυνδέσεις στους λογοτεχνικούς και εικαστικούς κύκλους της Αθήνας, έρχεται να αναστατώσει τους ένοικους, όσο και τον περίγυρο της τετραώροφης πολυκατοικίας στην οποία διέμενε.
• Δυο αδέρφια, παιδικοί φίλοι της δολοφονημένης, ο Σάκης και ο Βασίλης-Μπίλης, Αστυνομικός Διευθυντής της περιοχής που διέμενε το θύμα, και ερωτευμένος μ’ αυτή, αναθέτει στη βοηθό του Νίνα την υπόθεση για δεοντολογικούς λόγους.
• Το ανακριτικό τμήμα αναζητά τον δράστη, τα κίνητρα της δολοφονίας και τα στοιχεία εκείνα που ενδεχομένως να έχει αφήσει ο δολοφόνος, για να οδηγηθεί στη λύση του μυστηρίου, το οποίο εμφανίζει ιδιαίτερες δυσκολίες.
• Στην έρευνα οι υποψήφιοι ύποπτοι της δολοφονίας είναι αρκετοί, χωρίς να τεκμαίρεται κάποια σοβαρή ένδειξη για κάποιον συγκεκριμένο.
• Οι ανατροπές, κύριο στοιχείο της αστυνομικής πλοκής του βιβλίου, διαδέχονται η μία την άλλη, με αποτέλεσμα η εξιχνίαση του εγκλήματος να οδηγείται σε τέλμα.
• Κυρίαρχο στοιχείο της αφήγησης αποτελούν οι ερωτικές σκηνές που διατρέχουν το κείμενο, ένα βασικό συστατικό της γραφής του συγγραφέα κι από τα άλλα του βιβλία.
Η αφήγηση της ιστορίας ρέει αβίαστα, σε κρατά σε επαγρύπνηση και ετοιμότητα μέχρι το τέλος που δίνεται και η λύση, η οποία φυσικά δεν είναι άλλη από την αποκάλυψη του δολοφόνου. Πολλά μικρά σήματα-ενδείξεις που διατρέχουν την ιστορία δεν σε αφήνουν να χαλαρώσεις, σε κρατούν δέσμιο της γραφής μέχρι το τέλος και σε αναγκάζουν να μη σταματήσεις την ανάγνωση. Για να το καταφέρει αυτό ο Κ. Σχιζάκης δημιουργεί δυνατή πλοκή, επιβλητική ατμόσφαιρα και εντυπωσιακούς χαρακτήρες…
Ένα δυνατό στοιχείο της γραφής του συγγραφέα, το οποίο έχει επιδείξει και στα προηγούμενα βιβλία του με ιδιαίτερη ικανότητα, είναι τα φλας μπακ τα οποία διαφωτίζουν ουσιαστικές πλευρές των πρωταγωνιστών της.
Η ιστορία όπως εξελίσσεται, προκαλεί ενδιαφέρον, περιέργεια, αγωνία και ωθεί τους ίδιους τους αναγνώστες να συνδυάσουν τα γεγονότα που παρουσιάζονται και να γίνουν οι ίδιοι «ερευνητές» προσπαθώντας να βρουν το δράστη ή τους δράστες.
Στο αστυνομικό μυθιστόρημα το έγκλημα πρέπει να είναι και να φαίνεται «δικαιολογημένο», να εξηγείται δηλαδή το γιατί και το πώς και να συνδέεται λογικά με τον ψυχισμό του δράστη. Να υπάρχει συνοχή, ταίριασμα γεγονότων και προσώπων, ώστε να γεννιέται μια πειστική πλοκή και να δίνεται ένα πειστικό τέλος. Ο αναγνώστης πρέπει να κινείται σε μία κινούμενη άμμος, μια ατμόσφαιρα που τίποτε δεν είναι αυτό που φαίνεται αρχικά και ο αναγνώστης να μην νιώθει σίγουρος για οτιδήποτε συμβαίνει στην πλοκή του μυθιστορήματος.
Κι όλα αυτά, πιστεύω, αποτελούν στοιχεία του βιβλίου με τον ιδιαίτερα επιτυχημένο τίτλο «Αχ! Σούζη Q» που μας παραπέμπει παραφράζοντας τον τίτλο του ροκ τραγουδιού Suzie Q, του κιθαρίστα Dale Hawkins.
Εν κατακλείδι η αστυνομική λογοτεχνία μπορεί να ταξιδέψει τον αναγνώστη, να βγάλει από μέσα του διάθεση για αναζήτηση, να καλλιεργήσει τη λογική του σκέψη και να τον μυήσει στους γρίφους του αστυνομικού μυστηρίου.
Αξίζει να ασχοληθούμε με αυτή απολαμβάνοντας το βιβλίο του Κωστή Σχιζάκη.
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Δείτε τα περιεχόμενα του δεύτερου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]