Η δυναμική του ψυχισμού στην ποιητική δημιουργία
Μαλβίνα Ιωσηφίδου, Πασιφλόρα, Βακχικόν, Αθήνα 2020
Η τρίτη ποιητική συλλογή της Μαλβίνας Ιωσηφίδου δανείζεται τον τίτλο της από τον κόσμο των φυτών και, συγκεκριμένα, από το γνωστό για τις ηρεμιστικές και αναλγητικές του ιδιότητες βότανο Πασιφλόρα. Η δόμηση μάλιστα του βιβλίου ακολουθεί τη διαδικασία επεξεργασίας του φυτού από το «Άνθος» και τον «Σπόρο» ως την «Αποξήρανση» και το «Αφέψημα», όπως τιτλοφορούνται αντίστοιχα οι τέσσερις ενότητες του βιβλίου που περιλαμβάνουν ελευθερόστιχα ποιήματα, τα περισσότερα από τα οποία εκτείνονται σε αρκετούς στίχους. Το στοιχείο αυτό συνυφαίνεται με ένα είδος πληθωρικότητας που κυριαρχεί και καθοδηγεί την ποιητική σκέψη και έκφραση της ποιήτριας, πληθωρικότητα η οποία όμως τιθασεύεται και μετριάζεται από την δόμηση του λόγου πάνω στη βάση της λογικής και του μέτρου. Η Ιωσηφίδου, με άλλα λόγια, κινείται σαν εκκρεμές ανάμεσα σε δύο πόλους. Από τη μία είναι ο πλούσιος ψυχισμός της και η διάθεσή της να εκθέσει, ακόμα και μακρηγορώντας, τον εσωτερικό της κόσμο, και από την άλλη είναι η συνείδηση και η γνώση των ποιητικών όρων και ορίων προκειμένου το ποίημα να μπορέσει να καταστεί λειτουργικό, καίριο και καταλυτικό.
Οι θεματικοί άξονες γύρω από τους οποίους στήνεται το βιβλίο είναι τα διαχρονικά και αγαπημένα στην ποίηση θέματα του έρωτα, του χρόνου, της φθοράς, της μνήμης, της ποίησης, αλλά και προβληματισμοί κοινωνιολογικής φύσεως όπως η πείνα, ο πόλεμος και η ειρήνη. Η ιδιαιτερότητα και η μοναδικότητα της Ιωσηφίδου στην επεξεργασία αυτών των θεμάτων εντοπίζεται στο γεγονός ότι, ενώ η ποιήτρια, πολλές φορές, αντικρύζει τη θλιβερή ή απαισιόδοξη όψη των πραγμάτων, έχει την ικανότητα να μεταστρέφει αυτήν την εντύπωση ή διάθεση και να ντύνει τις σκέψεις ή τις ιδέες της με το περίβλημα της αισιοδοξίας. Σε προκαλώ ν’ αλλάξουμε χώρο/ Να αναλώσουμε τον χρόνο από την αρχή/ Ένας αόριστος ίσως μας σώσει/ Προς στιγμήν/ Τη στιγμή τη φοβάσαι/ Μιας και όλα στιγμιαία έγιναν/ Ένας τετελεσμένος μέλλοντας παραμονεύει/ Με τη μορφή της φθοράς/ Για να μας σώσει («Χρόνοι άχρονοι»).
Στενά συνυφασμένη με το κλίμα και την ατμόσφαιρα αυτή των ποιημάτων είναι και η διαφαινόμενη όρεξη και αγάπη της ποιήτριας για τη ζωή και, κυρίως, για την τέχνη της, όρεξη που πηγάζει από μια θετική και ελπιδοφόρα θεώρηση του ανθρώπου και του κόσμου. Εμφανείς είναι άλλωστε οι καταβολές της ποίησής της από το έργο του Οδυσσέα Ελύτη, τόσο στο επίπεδο της διάθεσης και του κλίματος που διαμορφώνει, όσο και στη χρήση ή τη λειτουργία στοιχείων που προέρχονται, σε μεγάλο βαθμό, από το ποιητικό σύμπαν του μεγάλου δημιουργού. Ο ήλιος, η θάλασσα, το φως και η φύση κατέχουν σημαίνουσα θέση μέσα στα ποιήματα της Ιωσηφίδου ώστε, ακόμα κι όταν δεν γίνεται ευθύς και άμεσος λόγος για αυτά, να διαμορφώνεται ένα πλαίσιο μέσα στο οποίο τα στοιχεία αυτά να μπορούν να συμπλέκονται και να συνυπάρχουν με διάφορους άλλους θεματικούς άξονες. Ως μίσχος ταπεινής ικεσίας/ Όλη τη μέρα ηλιότροπα σε προσκυνά/ Ακολουθώντας σε, Ήλιε,/ Στη συχνότητα της ατέρμονης μέρας/ Πολλές ώρες το ηλιοκάματο/ Στου νυχτεριού τις λιγοστές τις ώρες/ Ασέληνες νύχτες ξάστερες/ Στα αγριοσέλινα πλάι και τους μύρτους/ Ωριμάζουν οι σπόροι παρηγοριάς/ Παραμυθία για τις μεγάλες του χειμώνα/ Νύχτες της απουσίας/ Φιλί στο τσόφλι να σπάσει/ Η γεύση του καρπού να ξεχυθεί/ Ελπίδα για καινούργιο καλοκαίρι («Ηλιάνθος ή Λιόκρι ή Ηλιοτρόπιο»).
Τα περισσότερα από τα ποιήματα της συλλογής διακρίνονται για τον αυτοαναφορικό τους χαρακτήρα. Η ποιήτρια, με άλλα λόγια, καταθέτει προσωπικές εμπειρίες και βιώματα, είτε αυτά αφορούν το παρελθόν, είτε το παρόν της. Η αυτοαναφορικότητα αυτή λειτουργεί, κάποιες φορές, προς την κατεύθυνση μιας εσωτερικής κατάθεσης και ομολογίας ψυχής, καθιστώντας την ποίηση της Ιωσηφίδου ένα είδος προσωπικού ημερολογίου σε στίχους, μία δημιουργία δηλαδή που μεταφέρει τον αναγνώστη στο εργαστήρι της ποιήτριας για να διαπιστώσει όχι τόσο τον τρόπο με τον οποίο χειρίζεται το υλικό της, όσο τον τρόπο με τον οποίο η ψυχοσύνθεσή της εκβάλλει και αποτυπώνεται μέσα στο ποίημα. Είμαι βλέμμα/ Ιππεύω το ενεργό αστέρι και ταξιδεύω/ Να συναντήσω επιθυμώ το συμπαντικό πέρα// Συγχώρα με αν είμαι και αμαρτία/ Ο όφις το μήλο μου έδωσε/ Και το γεύτηκα («Ο πρωτοήλιος») Άλλες φορές όμως, παρόλο που η ποιήτρια εκκινεί από το προσωπικό, φαίνεται πως αυτό, στη συνέχεια, καταργείται σε μεγάλο βαθμό για να κυριαρχήσει το γενικό και αντιπροσωπευτικό. Η ποιήτρια δηλαδή, ενώ μοιάζει να μιλά για τον εαυτό της, έχει, στην πραγματικότητα, ενσωματώσει και χωνέψει μέσα στη φωνή της τη φωνή κάθε ανθρώπου που εμφορείται από την ίδια (ποιητική) διάθεση και το ίδιο πνεύμα. Από αυτή την άποψη διευκολύνεται η ταύτιση του αναγνώστη με το ποιητικό υποκείμενο στο βαθμό που οι εμπειρίες, τα βιώματα, αλλά και τα αιτήματα είναι κοινά. Στων εποχών τις διαστολές/ Αγάπη και φιλιά και δώρα/ Στις αρρυθμίες των καιρών/ Δάκρυ και απόγνωση και γνώση/ Αχ και να σε είχα πρώτα («Οξιδάνιο»).
Κυρίαρχη θέση μέσα στο ποιητικό σύμπαν της Ιωσηφίδου έχουν οι αισθήσεις, οι οποίες, κάποιες φορές, υπερισχύουν και κατανικούν τη νόηση ή το λόγο. Η δύναμη και η δυναμική των αισθήσεων λειτουργεί ως αφόρμηση για την ποιητική δημιουργία και αυτό ακριβώς τις καταξιώνει στη συνείδηση της ποιήτριας και του αναγνώστη. Από αυτή την άποψη, ο τίτλος μπορεί να νοηθεί ως απόλυτα ενδεικτικός των προθέσεων της ποιήτριας. Η πασιφλόρα, το θεραπευτικό αυτό βοτάνι, δεν είναι άλλο από την ίδια την ποίηση που έχει τη δυνατότητα να λειτουργεί εκτονωτικά για το ψυχικό φορτίο που κουβαλά κάθε άνθρωπος. Σκοπός της ποιήτριας βέβαια δεν είναι ο κατευνασμός των αισθήσεων, αλλά η αποτύπωση και η εκμετάλλευση της διέγερσης που αυτές προκαλούν στον άνθρωπο. Από αυτήν ακριβώς την στόχευση και τη λειτουργία της αίσθησης προκύπτει ένας τόνος νεανικότητας που διαπερνά και εμποτίζει τη συλλογή ώστε, παρόλο που υπάρχουν ποιήματα που μιλούν για το γήρας, η αίσθηση του αναγνώστη είναι ότι βρίσκεται μπροστά σε μία ποιητική ύπαρξη που βιώνει τη ζωή από την αρχή της και τη μετουσιώνει σε ποίηση.
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Ζωγραφική: Veikko Vionoja. Δείτε τα περιεχόμενα της έντυπης έκδοσης εδώ.]