The Cambridge Companion to Homer
Όμηρος. Είκοσι μία εισαγωγικές μελέτες
Επιστημονικός Επιμελητής: Robert Fowler
Επιμελήτρια ελληνικής έκδοσης: Φλώρα Π. Μανακίδου
Εκδ. Σ.Ι. Ζαχαρόπουλος 2013
Ξεκινώ την παρουσίαση του βιβλίου Όμηρος, που το υπογράφουν είκοσι δύο ομηριστές, με το δεδομένο πως ο Όμηρος και μας ενδιαφέρει και μας συγκινεί ακόμα. Και τα 3000 χρόνια που μας χωρίζουν από τη γέννησή του και περισσότερα από 500, από την πρώτη τυπωμένη του έκδοση το 1488, δεν εμποδίζουν απ’ το ν’ αποτελεί τη βάση της αφηγηματολογίας, χαρακτηρολογίας, τεχνικής, ιδεολογίας, για άλλα έργα μεταγενέστερα.
Ο Robert Fowler είναι καθηγητής Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας στην έδρα Henry Overton Wills του Πανεπιστημίου του Μπρίστολ και Κοσμήτορας των Τεχνών. Έχει γράψει βιβλία για την αρχαία ελληνική λυρική ποίηση, την αρχαία ελληνική μυθολογία, πολυάριθμα άρθρα για τη λογοτεχνία, τη θρησκεία και την ιστοριογραφία της αρχαίας Ελλάδας και επιμελήθηκε την αγγλική έκδοση. Η Φλώρα Μανακίδου είναι καθηγήτρια Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης και επιμελήθηκε την ελληνική έκδοση. Όλοι οι συμμετέχοντες στο αφιέρωμα για τον Όμηρο -στο Companion to Homer -είναι καθηγητές πανεπιστημίων της Αγγλίας, κυρίως, και της Αμερικής, με ειδικότητα στα ομηρικά θέματα και ευλόγως οι τίτλοι τους αποτελούν εκ προοιμίου την εγγύηση για το σπουδαίο αποτέλεσμα. Όπως γράφει ο επιμελητής, ο Όμηρος είναι ένα θέμα που «εξάπτει τα μεγαλύτερα πάθη -αφού αληθεύει ότι το ανάστημα του Ομήρου στη δυτική λογοτεχνία απλώς καταφέρνουν να το πλησιάσουν ο Βιργίλιος και ο Πλάτων, και μόνο η Βίβλος το ξεπερνά»• και προσθέτει ότι γνώρισε πολλές ηδονές «κάνοντας συντροφιά με τον υπέρτατο αοιδό και με πάρα πολλούς οξυδερκείς αναγνώστες». Λέει ακόμα ότι «οι συγγραφείς που έχουν συγκεντρωθεί εδώ ελπίζουν ότι του έχουν προσφέρει τουλάχιστον καλές υπηρεσίες• και ο Όμηρος είναι, σίγουρα, αρκετά μεγαλειώδης για να συγχωρήσει την αναπόφευκτη αδικία», αν του έγινε. Άλλωστε ο Όμηρος ξεπερνά και τις εποχές και τους ερευνητές και επανέρχεται με ανανεωμένο πάντα ενδιαφέρον.
Η Μανακίδου μας ενημερώνει ότι η ελληνική έκδοση περιλαμβάνει ένα επιπλέον κεφάλαιο, το εικοστό τρίτο, δηλαδή το επίμετρο που ίδια υπογράφει. Το κεφάλαιο αυτό αφορά την πρόσληψη του Ομήρου στην Ελλάδα. Μας πληροφορεί ακόμα ότι για τα ομηρικά χωρία χρησιμοποίησε τη μετάφραση των Καζαντζάκη και Ι.Θ. Κακριδή και, τέλος, προσθέτει πληροφορίες για τη διευκόλυνση του Έλληνα αναγνώστη.
Ο Fowler στην Εισαγωγή του αρχίζει με την λεπτομερή περιγραφή ενός πίνακα του Ομήρου, φιλοτεχνημένον από τον Mattia Preti που εκτίθεται στη Galleria dell’ Accademia στη Βενετία. Ο πίνακας αυτός αποτελεί την προμετωπίδα του βιβλίου. Η όλη εικόνα παραπέμπει σε έναν Όμηρο που ο Preti τον ήθελε να ξεπερνάει την εποχή του και να εξακολουθεί να «τραγουδά και στη δική του εποχή» (του Preti).
Φυσικό είναι με το Cambridge Companion to Homer να ακούμε κι εμείς το τραγούδι του αοιδού. Τα έπη του Ομήρου αιώνες τώρα «εξάπτουν τα συναισθήματα, διαφωτίζουν τον νου, εξευγενίζουν το πνεύμα των αναγνωστών, οι οποίοι… ακούν και κατανοούν μια ανυπέρβλητη φωνή και αισθάνονται τη λυτρωτική δύναμη του πολιτισμού».
Εν γένει η Εισαγωγή του φιλέλληνα επιστήμονα, πέρα από επιστημονική, πλατιά ερευνητική, βαθιά στοχαστική, μας διδάσκει πώς να βλέπουμε τα κείμενα, να δεχόμαστε την κριτική που ασκεί ο χρόνος που είναι και ο μόνος, ο οποίος επαναβεβαιώνει τις αξίες, με όποιες επιστημονικές απόψεις και αν διατυπώνονται. Για τα πνευματικά έργα, λέει, «τίποτε δεν μπορεί να θεωρηθεί έξοχο μέχρι να συγκριθεί με άλλα έργα του ίδιου είδους». Τα ομηρικά έπη έχουν σηκώσει κεφάλι πάνω από τα άλλα έργα που αποτέλεσαν μέτρα σύγκρισης. Ο Fowler διατρέχει όλες τις εκφρασμένες απόψεις, σχολιάζει όλες τις θέσεις και εκτιμά πως ο χρόνος που περνά αναζωπυρώνει το ενδιαφέρον για τα κλασικά έργα της αρχαιότητας, εν προκειμένω για τον Όμηρο, και θεωρεί ότι «το εκπληκτικό αυτό αριστούργημα, που δημιουργήθηκε λίγο-πολύ πριν από 3000 χρόνια, αυτός ο θεμέλιος λίθος της δυτικής λογοτεχνίας, που για πολλούς ανθρώπους εξακολουθεί να αποτελεί το μεγαλύτερο επίτευγμά της, είναι, με μια λέξη, ένα θαύμα, «ένα σοβαρό επιχείρημα υπέρ της θείας παρέμβασης στην ανθρώπινη ιστορία». Και αυτό το θαύμα καλείται ο αναγνώστης να το επεξεργαστεί. Να δει χαρακτήρες ανθρώπων και θεών, πλοκή και αφήγηση, τεχνική, «το μεγαλείο των παρομοιώσεων», την «αξεπέραστη ρητορική» του. Να επισημάνει τις διαφορές στην οπτική, στην επιστημονική μέθοδο ακόμα και τις διαφωνίες. Τον Fowler ενδιέφερε να ακουστούν όσο το δυνατόν περισσότερες απόψεις. Και, με την ταπεινότητα που έχει ένας σοφός, ομολογεί ότι η μελέτη ενός τέτοιου έργου δεν μπορεί να περιοριστεί σε μια ομάδα «ούτε και πρέπει να νομίζουμε ότι τάχα εμείς θα τον περισώσουμε. Ό,τι και αν κάνουμε ή δεν κάνουμε για τον Όμηρο, εκείνος θα συνεχίσει να δίνει βροντερή μαρτυρία για τον εαυτό του». Και τελειώνει με την θέση πως «για την κατανόηση της ανθρωπότητας, όποια κι αν είναι τα πορίσματα… είναι βέβαιο ότι ο Όμηρος θα αποτελεί μέρος τους».
Αφήνοντας κατά μέρος τα πρώτα πρώτα μέρη του βιβλίου, που έτσι κι αλλιώς τα μνημόνευσα, πάω στο κυρίως σώμα: Μέρος Πρώτο. «Τα Ποιήματα και ο Αφηγητής τους». Τρεις επιστήμονες και τρία κείμενα: «Ιλιάδα, ένα απρόβλεπτο κλασικό έργο», στο οποίο «ο αφηγητής των ουράνιων και επίγειων γεγονότων συγχωνεύει μια τεράστια δεκαετή πολιορκία … σ’ ένα διάστημα λιγότερο των επτά εβδομάδων… όσο κάνουν οι θεοί για να βλεφαρίσουν». «Η Οδύσσεια και οι εξερευνήσεις της». Στο κεφάλαιο αυτό, λέει ο συγγραφέας, το έπος πραγματεύεται την ιστορία ενός ανθρώπου, του οποίου η επινοητικότητα δηλώνεται με το επίθετο πολύτροπος, πολύμητις και άλλα και πως η Οδύσσεια είναι ένα ποίημα με αξιοπρόσεκτη ποικιλομορφία στην τεχνική και στη διάθεση. Στο κεφάλαιο «Ο αφηγητής και οι ακροατές του» διαβάζουμε ότι «τα έπη καθορίζουν την πλοκή τους και ελέγχουν την αφηγηματική ένταση». Και τα δύο έπη αναφέρονται σε αξίες που «επιλέγει κανείς να αφιερώσει τη ζωή του» και οι ομηρικοί χαρακτήρες επιδιώκουν στόχους που συμμερίζεται ο ακροατής». Ο Όμηρος «οργανώνει την αφήγηση σε μια εντυπωσιακή κλίμακα».
Ο χώρος γι’ αυτήν την παρουσίαση δεν επιτρέπει να απομονώσω έστω και μια φράση από κάθε κεφάλαιο, γι’ αυτό πηγαίνω κατευθείαν στο τελευταίο, όπου η καθηγήτρια και επιμελήτρια της ελληνικής έκδοσης, Φλώρα Μανακίδου, ερευνά «τρεις περιπτώσεις διαλόγου» της νεότερης διανόησης με τον Όμηρο, στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Συγκεκριμένα, ομηρική μελέτη γράφουν ο Κλέων Ραγκαβής και Γ. Παπαγεωργίου, καθώς και ο αλβανικής ή βουλγαρικής καταγωγής Grigor S. Prlicev, αργότερα Πάρλιτσεφ. Ο πρώτος ασχολείται με την καθημερινή ζωή στον Όμηρο και επισημαίνει τις σχέσεις• παρεμφερώς και ο δεύτερος ασχολείται με τον θρησκευτικό, πολιτικό, ιδωτικό βίο σε σύγκριση με τον σύγχρονό του και βρίσκει ομοιότητες• ο τρίτος θεωρεί τον Όμηρο τον καλύτερο ποιητή στον κόσμο και παρεμβάλλει στοιχεία από τα έπη στην Αυτοβιογραφία του και άλλα έργα του, όπου μιμείται τον τρόπο της Ιλιάδας. Ο Αμαρτωλός του μάλιστα βραβεύτηκε στο Ράλλειο Διαγωνισμό το 1860. Το κεφάλαιο αναφέρεται και σε άλλους Έλληνες μελετητές, οι οποίοι ασχολήθηκαν με ομηρικά θέματα.
Στο βιβλίο περιλαμβάνεται ακόμα: 1. πίνακας χρονολογιών, οι οποίες σχετίζονται με το ιστορικό πλαίσιο, τη σύνθεση και την πρόσληψη των ομηρικών επών, αρχίζοντας από το 1500 π.Χ. και φτάνοντας στο 2001 μ.Χ. 2. Ελληνόγλωσσες και ξενόγλωσσες βιβλιογραφικές αναφορές. 3. Ευρετήριο αποσπασμάτων που αναφέρονται και 4. Γενικό ευρετήριο.
Θα λέγαμε, χωρίς να θεωρηθεί υπερβολή, ότι είναι ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο, το οποίο, αν και άκρως επιστημονικά γραμμένο, είναι σαφές, εύληπτο, γοητευτικό, ξεκουράζει τον αναγνώστη, διαβάζεται ευχάριστα και απολαυστικά, προκαλεί διανοητικό και αισθητικό ενδιαφέρον. Για την έκδοση αυτή οφείλουμε να ευχαριστήσουμε τον εκδοτικό οίκο «Σ. Ι. Ζαχαρόπουλος» που σε ώρες κρίσιμες οικονομικά, ανέλαβε το κόστος μιας τέτοιας έκδοσης, τιμώντας τα Ελληνικά Γράμματα και την μεγάλη κληρονομιά της Ελλάδας.