Μετά από την ευγενική πρόσκληση του Δημήτρη Αγγελή και μια καθυστέρηση εξαιτίας εορτών, ασθενειών και ακηδίας, σημειώνω τα 5 ελληνικά βιβλία που ξεχώρισαν στα διαβάσματά μου της περασμένης χρονιάς. Το ευχάριστο κι αιτία αισιοδοξίας είναι ότι παρά την κρίση, κυκλοφόρησαν πολλά εξαιρετικά βιβλία χωρίς εμπορικές ή και με αντιεμπορικές προδιαγραφές. Είναι κι αυτό μια απόδειξη ότι παρά τις παντοειδείς εκπτώσεις, υπάρχουν μερακλήδες, άνθρωποι που πιστεύουν ότι η καλή κι ευσυνείδητη εργασία στο τέλος θα επικρατήσει και θα επιβραβευτεί.
1. Κωστής Παπαγιώργης, Υπεραστικά, Εκδόσεις Καστανιώτη.
Ο Παπαγιώργης δεν χρειάζεται συστάσεις. Η γραφίδα του είναι πολύ γνωστή στους βιβλιόφιλους, αλλά και στον μέσο Έλληνα, αφού ο δοκιμιογράφος ψωμιζόταν επιφυλλιδογραφώντας σε εφημερίδες και περιοδικά. Τα Υπεραστικά συγκεντρώνουν κείμενα που δημοσιεύτηκαν στο πολιτιστικό ένθετο της Απογευματινής την περίοδο 1995-1997. Αποτελούν τον πρώτο τόμο που κυκλοφόρησε μετά τον θάνατό του κι ελπίζω όχι τον τελευταίο. Όσοι τον διαβάζαμε από βδομάδα σε βδομάδα στα έντυπα που αρθρογραφούσε, ξέρουμε ότι έχει δημοσιεύσει μικρά αριστουργήματα, που αξίζουν να κυκλοφορήσουν σε βιβλία.
2. Νίκος Ορδουλίδης, Η δισκογραφική καριέρα του Τσιτσάνη (1936-1983), Εκδόσεις Ιανός.
Η ρεμπετολογία ξεκίνησε ως συλλογή αφελών ανεκδότων με στόχο την επαναφήγηση ενός πρόσφατου παρελθόντος με συχνά ευδιάκριτες και ιδιοτελείς στοχεύσεις. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ως ρεμπετολόγοι διακρίθηκαν και άνθρωποι που αγαπούσαν τα τραγούδια και πιθανόν και τους ανθρώπους που τα έγραφαν, αλλά αυτό δεν αρκεί ή δεν αρκεί πλέον. Τα προηγούμενα χρόνια σημειώθηκε μια αποφασιστική στροφή προς την ιδεολογική, κοινωνική και ανθρωπολογική μελέτη του ρεμπέτικου. Τα βιβλία του Βλησίδη και του Καλαποθάκου προσφέρουν νέες τολμηρές οπτικές στο θέμα συζητώντας το ιστορικό και κοινωνικό πλαίσιο, που γέννησε το ρεμπέτικο μέσα από τους στίχους των τραγουδιών. Ο Ορδουλίδης κάνει ένα αποφασιστικό βήμα μελετώντας με σύγχρονες επιστημονικές μεθόδους την μουσική. Το βιβλίο, που αποτελεί μετάφραση της διδακτορικής διατριβής του συγγραφέα, η οποία εκπονήθηκε στο Πανεπιστήμιο του Leeds, εστιάζει σε σημαντικά θέματα, όπως οι δρόμοι και τα μακάμια, οι ρυθμοί και τα όργανα, οι τεχνικές ηχογράφησης κτλ διευκρινίζοντας πολλά κρίσιμα ζητήματα κι ανοίγοντας άλλα τόσα. Ο Ορδουλίδης δεν εξαντλεί τον δισκογραφημένο Τσιτσάνη, αλλά η ρεμπετολογία –ή η λαϊκή μουσικολογία, όπως προτιμά να ονομάζει το πεδίο της έρευνάς του ο συγγραφέας– δεν θα είναι ποτέ πια η ίδια. Από αυτή την άποψη, είναι πραγματικά κρίμα το βιβλίο αυτό (και μαζί ο αναγνώστης του) υποφέρει από πολλά εκφραστικά λάθη. Το κείμενο χρειαζόταν μια γερή γλωσσική επιμέλεια προτού πάει στο τυπογραφείο, αλλά ακόμα κι έτσι η συμβολή του Ορδουλίδη παραμένει σημαντική.
3. Βασίλης Βαμβακάς – Παναγής Παναγιωτόπουλος (επιμ.), Η Ελλάδα στη Δεκαετία του ’80. Κοινωνικό, πολιτικό και πολιτισμικό πλαίσιο, Εκδόσεις Επίκεντρο.
Ο τόμος αυτός που πρωτοεκδόθηκε το 2010 κι επανεκδόθηκε φέτος, είναι ένα από τα πιο απολαυστικά αναγνώσματα των τελευταίων μηνών και πηγή ατέρμονων συζητήσεων στην παρέα. Μέσα από τα 264 λήμματα αυτής της πρωτοποριακής εργασίας παρελαύνει κι αναδεικνύεται μια ολόκληρη εποχή, που πολλοί την θεωρούν μητέρα όλων των δεινών που ζούμε σήμερα κι άλλοι τόσοι την νοσταλγούν ως ένα απολεσθέντα παράδεισο.
4. Varlam Salamov, Οι βιβλιοθήκες μου, Εκδόσεις Άγρα.
Γνωρίσαμε τον Σαλάμοφ πριν από λίγα χρόνια μέσα από το συγκλονιστικό έργο του Ιστορίες από την Κολιμά (εκδόσεις Ίνδικτος), που ιστορούσε την φρίκη των σταλινικών στρατοπέδων εργασίας. Σε αυτό το αυτοβιογραφικό χρονικό περιγράφει πώς τα βιβλία μπορούν να διασώσουν τον άνθρωπο και την ανθρωπιά του. Από αυτή την άποψη, Οι βιβλιοθήκες μου είναι ανησυχητικά επίκαιρες σήμερα.
5. Ελένη Τσεκούρα, Αδέσποτα, Εκδόσεις Κουκκίδα.
Το βιβλίο περιλαμβάνει 18 διηγήματα μιας πρωτοεμφανιζόμενης συγγραφέως. Με μια ασθματική γραφή που ακροβατεί ανάμεσα στην παράνοια και την υστερία, σαρκαστική και αυτοϋπονομευόμενη, η Τσεκούρα καθρεφτίζει τον ψυχισμό της συγκαιρινής γυναίκας. Ένα βιβλίο που με μαγνήτισε.
[Έργο του Κωστή Μουδάτσου.]