Σωτήρης Π. Βαρνάβας, Ψηλαφώντας την έννοια της αρετής. Ο ποιητής Ηλίας Γκρής και η Κύπρος, Εκδόσεις Τόπος, Αθήνα 2024.
Μία από τις ξεχωριστές ποιητικές φωνές της Γενιάς του ’70 είναι αυτή του Ηλία Γκρή. Ανήκει στη Γενιά αυτή όχι μόνο ηλικιακά αλλά και ως προς τα βιωματικά αποθέματα που τροφοδοτούν το έργο του· ωστόσο, δεν υποκύπτει σε ποιητικές νόρμες, χαράζοντας τον δικό του, μοναχικό δρόμο. Κεντρικό γνώρισμα της ποιητικής του αποτελεί η πολιτική του αγρύπνια, η οποία εκδηλώνεται μέσα από έναν διαρκή διάλογο με το παρελθόν και την ιστορία. Τρεις είναι οι θεμελιακοί άξονες που διατρέχουν το έργο του, όπως και ο ίδιος επισημαίνει (Τα ποιητικά, Γκοβόστης, 2019): η ιστορία, η φιλοσοφία και το βίωμα.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η αγάπη του για το μαρτυρικό νησί της Κύπρου, την οποία αναδεικνύει και φωτίζει διεξοδικά ο Κύπριος ποιητής και πανεπιστημιακός δάσκαλος, πρόσφυγας από τη Μηλιά Αμμοχώστου, Σωτήρης Π. Βαρνάβας, στο βιβλίο του Ψηλαφώντας την έννοια της αρετής. Ο ποιητής Ηλίας Γκρής και η Κύπρος (Εκδόσεις Τόπος, 2024). Συγκεκριμένα, ο Βαρνάβας αναφέρεται σε περίπου είκοσι πέντε ποιήματα κυπριακής θεματολογίας του Ηλία Γκρή, μεταξύ των οποίων και σε ορισμένα ανέκδοτα. Μέσα από τις σελίδες του βιβλίου του, ο συγγραφέας προβάλλει με ενάργεια τους δεσμούς του ποιητή με την Κύπρο, τη βαθιά συγκίνηση και τη λύπη του για την τραγική μοίρα της Μεγαλονήσου.
Στο πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου του, ο συγγραφέας πραγματοποιεί μια σύντομη αναδρομή στους ποιητές του ελλαδικού χώρου που έχουν αναφερθεί στην Κύπρο, για να επικεντρωθεί αμέσως μετά στην ποίηση του Γκρή. Η αφήγηση ξεκινά με την αναφορά στα ταξίδια του ποιητή στο νησί και στις εμπειρίες που αποκόμισε επισκεπτόμενος προσφυγικούς καταυλισμούς, την Πράσινη Γραμμή με τα οδοφράγματα, καθώς και στον τρόπο με τον οποίο αποτύπωσε αυτές τις οδυνηρές εντυπώσεις στους στίχους του.
Στη συνέχεια, ο Βαρνάβας προχωρά σε εξονυχιστική μελέτη των ποιημάτων που αναφέρονται στην Κύπρο, όχι με αυστηρή χρονολογική σειρά, αλλά υφαίνοντας συνεχείς συγκριτικές συνδέσεις και αναγωγές. Ειδικότερα, από τη συλλογή του Ηλία Γκρή Αλφειός πρόγονος (2005) αναλύει το ποίημα «Η ολέθρια αιχμαλωσία του Γιώργου Αναλυτή», το οποίο χαρακτηρίζει ως ποίημα «ιδιαίτερης δραματικής έντασης». Σ’ αυτό, όπως σημειώνει, ο ποιητής συμπυκνώνει «την τόλμη, τη δύναμη ψυχής και την αρετή που χαρακτηρίζει την ποίησή του» (σ. 43). Κατά τον συγγραφέα, στο ποίημα αυτό «ο Ηλίας Γκρής πότε ευθύβολα και με αιχμηρούς στίχους, πότε υπαινικτικά, στηλιτεύει την αδιαφορία απέναντι στην καταπάτηση στοιχειωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως συμβαίνει στην Κύπρο. Οι στίχοι του, πυκνοί και φέροντες στους ώμους την αφοσίωση του ποιητή στην ιδέα της ελευθερίας με την Καλβική σημασία, γράφονται για να αφυπνίσουν» (σ. 44).
Η ερμηνεία του ποιήματος αναδεικνύει, όπως και σε άλλα έργα του Γκρή, τον έντονα ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα της ποίησής του, φέρνοντας στο προσκήνιο την έννοια της αρετής, την οποία ο Βαρνάβας αποδίδει στο έργο του ως προσήλωση στην ελευθερία και τη δικαιοσύνη. Παράλληλα, φωτίζει τον καθαρά ελληνοκεντρικό προσανατολισμό του ποιητή, απαλλαγμένο όμως από «τις όποιες εθνικιστικές αγκυλώσεις», όπως εύστοχα επισημαίνει ο Κώστας Παπαγεωργίου (Τα ποιητικά, 2018).
Όπως είναι φυσικό, στο βιβλίο ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στις Δεκατρείς φωνές για την Κύπρο, τα ποιήματα που έγραψε ο Γκρής κατά το πρώτο του ταξίδι στο νησί το 1983 και τα οποία ενσωματώθηκαν αργότερα στη συγκεντρωτική έκδοση της συλλογής Λήθαργος κόσμος (2014). Πρόκειται για μικρά διαμαντάκια συμπυκνωμένου λυρισμού, άψογης τεχνικής και βαθιάς ποιητικής πνοής, που συνιστούν έναν φόρο τιμής στο αγαπημένο, de facto μοιρασμένο στα δυο νησί.
Συγκλονισμένος από την τουρκική εισβολή, με καρδιά που «φτερουγίζει βογκώντας» (1η φωνή) καθώς περιδιαβαίνει ιδίως την κατεχόμενη Κύπρο, ο Γκρής ακούει τις κραυγές των νεκρών στη Φαμαγκούστα (2η φωνή), τα μαύρα πουλιά που κρώζουν στην Κερύνεια (3η φωνή), βλέπει τους «άπνοους δρόμους» και τις «χορτιαριασμένες πόρτες» και «μαζεύει καημούς» (4η φωνή). Στην Πράσινη Γραμμή αισθάνεται τη δίψα και την αγρύπνια των νεκρών (5η φωνή), στην Αγία Νάπα αφουγκράζεται την εκκωφαντική σιωπή των πουλιών (6η φωνή), νιώθει στο χώμα τα πυροβολημένα όνειρα των παιδιών (7η φωνή), πονά για τα δάκρυα των προσφύγων στην Άχνα (8η φωνή), συνομιλεί με τις φωνές των νεκρών (9η φωνή), διαισθάνεται την παρηγοριά του Τροόδους προς τον Πενταδάκτυλο (10η φωνή), ενώ θλίβεται και θαυμάζει τους αδιάκοπους αγώνες του νησιού για ειρήνη και ελευθερία (11η-12η φωνή). Στην 13η φωνή, το κρεσέντο της συγκίνησης για την τραγική μοίρα της Κύπρου κορυφώνεται, με στίχους που σχολιάζει εκτενώς και ο Σωτήρης Βαρνάβας στο βιβλίο του:
Οχτώ μέρες
σε χάιδευα καθώς εραστής
ώσπου
είδα στα χέρια μου
αίμα.
Μέσα από τις Δεκατρείς φωνές για την Κύπρο καθίσταται σαφές πως ο Γκρής θλίβεται βαθιά για την τραγικότητα της μοίρας του νησιού, κυρίως γιατί δεν ευοδώθηκε το όραμα των ηρώων του απελευθερωτικού αγώνα του 1955-1959 κατά των Βρετανών. Ο συγγραφέας αναδεικνύει συχνά τη μη δικαίωση των ηρωικών θυσιών εκείνων των αγωνιστών, αλλά και την επακόλουθη τραγωδία της τουρκικής εισβολής του 1974. Οι αναφορές του Γκρή στην Αμμόχωστο, την Κερύνεια και τον Πενταδάκτυλο αποτυπώνουν τα οδυνηρά του συναισθήματα και λειτουργούν ως υπενθύμιση πως η βόρεια Κύπρος παραμένει ακόμη κατεχόμενη. Στο πλαίσιο αυτό, ο Βαρνάβας προχωρεί και σε μία ενδιαφέρουσα συγκριτική παρατήρηση, συσχετίζοντας τον Γκρή με τον νομπελίστα Ιρλανδό ποιητή Σέιμους Χίνι, ο οποίος με το ίδιο πάθος και μαχητικότητα δίνει φωνή, μέσα από την ποίησή του, στον καημό για τη διαιρεμένη πατρίδα του.
Μεταξύ των ανέκδοτων ποιημάτων που σχολιάζει ο Βαρνάβας στη μελέτη του ξεχωρίζει ένα ποίημα αφιερωμένο στον εθνικό ποιητή της Κύπρου, Βασίλη Μιχαηλίδη, με τίτλο «Ο ραψωδός της Κύπρου». Στο ποίημα αυτό, ο Ηλίας Γκρής παραθέτει αυτούσιους τους εμβληματικούς στίχους του Μιχαηλίδη: «Η Ρωμιοσύνη εν φυλή συνότζιαιρη του κόσμου,/ κανένας δεν εβρέθηκεν για να την ιξιλείψει», αποτίοντας φόρο τιμής στον ποιητή-σύμβολο της κυπριακής ταυτότητας και αντίστασης.
Παράλληλα, ο Βαρνάβας δεν παραλείπει να σχολιάσει τα ποιήματα του Γκρή που αναφέρονται στον Γιώργο Σεφέρη, ο οποίος διατύπωσε τους ίδιους φόβους και τις ανησυχίες του για την Κύπρο στις περίφημες «Γάτες τ’ Άι-Νικόλα». Ο Γκρής τιμά τον Σεφέρη ως ποιητή, αλλά ταυτόχρονα, σε ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον ποίημά του με τίτλο «Συνάντηση στη Σαλαμίνα» από τη συλλογή Σαν άλλος Οιδίποδας (2018), επιχειρεί μια κριτική ματιά στην πολιτική απέναντι στο Κυπριακό. Το ποίημα, εμπνευσμένο από ένα ταξίδι του στην Κύπρο, τον φέρνει να περιπλανιέται στη Σαλαμίνα, με τη σκιά της στοιχειωμένης Αμμοχώστου στο βάθος, και να ανακαλεί μια παλιά φωτογραφία, τοποθετώντας ποιητικά τον Σεφέρη εκεί, στην παραλία της Αμμοχώστου, μέσα σε ένα σκηνικό μνήμης και θλίψης.
Στην ίδια ποιητική συλλογή ο Γκρής εκφράζει και πάλι την αγάπη του για την Κύπρο και τον πόνο του για την κατοχή της, αλλά και την ανησυχία του μήπως χαθεί ο στόχος του Αγώνα, αφιερώνοντάς της άλλα δύο ποιήματα: το «Πτήση 1738 Λάρνακα–Αθήνα», στο οποίο στηλιτεύει τον ευδαιμονισμό καραδοκεί να βυθίσει σε λήθαργο τον λαό, και το ποίημα «Ο Άδωνις στην Κύπρο». Στο πρώτο ποίημα, μάλιστα, ο Βαρνάβας επισημαίνει την ενσωμάτωση λέξεων της κυπριακής διαλέκτου, στοιχείο που αποκαλύπτει πως ο ποιητής έχει καταφέρει να διεισδύσει βαθιά στην ψυχή του νησιού, αποτυπώνοντας την αγωνία του για το μέλλον του όχι επιφανειακά, αλλά με γνήσιο ενδιαφέρον για τους ανθρώπους και τα τοπία της Κύπρου. Ο Βαρνάβας τονίζει ότι στην ποίηση του Γκρή η Κύπρος δεν λειτουργεί ως απλή αναφορά ή πρόσχημα, αλλά ως ουσιαστικό στοιχείο του παγκόσμιου ποιητικού γίγνεσθαι. Γι’ αυτό και ζωντανεύει τα κατεχόμενα τοπία και προσπαθεί, με όχημα την ποίηση, να επαναφέρει στο προσκήνιο το κυπριακό ζήτημα.
Στο βιβλίο του ο Βαρνάβας αναφέρεται επίσης στο δοκίμιο του Γκρή «Σπαθιά και μετερίζια. Το Εικοσιένα και η ποίησή του» (2021), όπου ο ποιητής περιλαμβάνει στίχους του εμπνευσμένους από την ελληνική επανάσταση του 1821. Η μελέτη ολοκληρώνεται με ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον επίμετρο υπό τον τίτλο «Φραγκμέντα του ποιητή για την Κύπρο», στο οποίο ο Βαρνάβας παραθέτει στοχασμούς και συναισθήματα του Γκρή από τις κατά καιρούς επισκέψεις του στο νησί. Οι μαρτυρίες αυτές προέρχονται από το ανέκδοτο έργο του ποιητή Υπέρκατα των Ειδώλων (1981-2023), από όπου και παρατίθεται το συγκλονιστικό χωρίο: «Α, Κύπρο, Νησί πατημένο, διαμελισμένο, Νησί διαγουμισμένο, εκεί κάτω στις άκρες υπώρειες του Ελληνισμού,/ για την προδοσία ποτέ κανείς δεν έφταιξε! / Τα ψεύδη της ιστορίας δεν είναι μόνο πολλά και ανενδοίαστα, / είναι που, όντως ευφάνταστα, κατάντησαν ανυπόφορες αλήθειες για όποιον νοεί!»
Ανάμεσα στα προτερήματα της μελέτης του Σωτήρη Βαρνάβα ξεχωρίζουν οι εύστοχες επισημάνσεις του για τη βαθιά γνώση της ιστορίας από τον ποιητή, τη γλωσσική του ευελιξία, το στοχαστικό και υπαινικτικό του ύφος και την κριτική ματιά του ως προς την πορεία της Μεγαλονήσου. Ιδιαίτερα, αναδεικνύει την άγρυπνη πολιτική του συνείδηση και το πάθος του για τη δικαίωση της Κύπρου, με πλήρη απελευθέρωση των κατεχόμενων εδαφών της.
Γι’ αυτό και προσωπικά, νιώθω την ανάγκη να ευχαριστήσω θερμά τόσο τον Ηλία Γκρή για την αγάπη και την αγωνιστικότητά του για την πατρίδα μου, όπως αποτυπώνονται μέσα από την ποίησή του, όσο και τον Σωτήρη Βαρνάβα που με τόση ευαισθησία και αφοσίωση την αναδεικνύει.
⸙⸙⸙
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Φωτογραφία: ©Raúl Cantú. Δείτε τα περιεχόμενα του δέκατου πέμπτου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]