Δημήτριος Λαμπίκης, Παλαιαί φιλολογικαί ημέραι. Άγνωστες σελίδες από την λογοτεχνική Αθήνα της Μπελ Επόκ, Εισαγωγή-Επιμέλεια-Επίμετρο: Διονύσης Ν. Μουσμούτης, Εκδόσεις Όταν, Αθήνα 2024.
Η εποχή μας είναι η κατεξοχήν εποχή της προφορικής επικοινωνίας. Η ενημέρωση και η ψυχαγωγία του σύγχρονου ανθρώπου στηρίζονται όλο και λιγότερο στον καλλιεργημένο γραπτό λόγο, η έκφραση και καταγραφή του οποίου απαιτούν προεργασία, προσπάθεια και χρόνο, στοιχεία τα οποία αποτελούν συνεχές και εντεινόμενο ζητούμενο. Η εξέλιξη αυτή όμως είναι πολύ πρόσφατη υπό το πρίσμα της μακράς πορείας του ανθρώπινου πνεύματος. Μέχρι τα μέσα του 20ού αιώνα η καλλιέργεια του γραπτού λόγου αποτελούσε δομικό συστατικό της ωρίμανσης του ατόμου, και η γενική αναγνώριση της αξίας ενός καλογραμμένου κειμένου συνέβαλλε καθοριστικά στην πνευματική και την κοινωνική καταξίωση του συγγραφέα του. Αρκεί, εν προκειμένω, μια απλή αναφορά στον όχι και τόσο μακρινό 19ο αιώνα, οι πνευματικοί εκπρόσωποι του οποίου εξακολουθούν να αποτελούν μέχρι τις ημέρες μας τους «φάρους» της σύγχρονης Δυτικής διανόησης.
Την ίδια περίοδο το μικρό ελληνικό κράτος διήνυε την περίοδο της ενηλικίωσής του, έχοντας όμως πίσω του μια μακρά πνευματική παράδοση. Υπ’ αυτές τις συνθήκες η ελευθερία της διακίνησης του λόγου και των ιδεών, και η ανοικτή και απρόσκοπτη επαφή με τα πνευματικά ρεύματα της Ευρώπης, επέτρεψαν τη γόνιμη διασπορά τους στους πνευματικούς κύκλους της ολιγάριθμης αθηναϊκής κοινωνίας, αρκετοί εκπρόσωποι των οποίων έτρεφαν πνευματικές φιλοδοξίες δυσανάλογες με την πραγματική έκταση του ταλέντου τους.
Κατά τη μετάβαση από τον 19ο στον 20ό αιώνα η αρχική, αλλά συχνά και καθοριστική αποτίμηση της πνευματικής αξίας των επίδοξων Ελλήνων λογοτεχνών, συγγραφέων και ποιητών επραγματοποιείτο στα λεγόμενα φιλολογικά σαλόνια και καφενεία, όπου ποικίλες παρέες συγγραφέων («κύκλοι») με παρεμφερή ενδιαφέροντα συγκεντρώνονταν για να παρουσιάσουν για πρώτη φορά τα νέα έργα τους και να ανταλλάξουν απόψεις γι’ αυτά (και όχι μόνο). Όπως επεξηγεί στον ιδιαίτερα κατατοπιστικό πρόλογο του παρόντος βιβλίου ο γνωστός συγγραφέας και εκδότης Διονύσης Ν. Μουσμούτης, χαρακτηριστικά τέτοια αθηναϊκά καφενεία την περίοδο της Μπελ Επόκ ήταν εκείνα του Ζαχαράτου (στην αρχή της οδού Σταδίου, στη συμβολή της με την Πλατεία Συντάγματος), η «Γορτυνία» (στη συμβολή των οδών Πραξιτέλους και Ευριπίδου), το μικρό καφενείο της Πλατείας Δεξαμενής στο Κολωνάκι (το οποίο συνεχίζει, με περιοδικές διακοπές, τη λειτουργία του μέχρι σήμερα), ένα καφενείο στην Πλατεία Εξαρχείων (στέκι του κύκλου του περιοδικού Ο Νουμάς) και το καφενείο Καρατζά (μετέπειτα «Διόνυσος»), στη συμβολή των οδών Σόλωνος και Αντρέα Λόντου.
Το κύριο όμως θέμα του βιβλίου αποτελεί ο φιλολογικός κύκλος που σχηματίστηκε στο καφενείο «Νέον Κέντρον», το οποίο αρχικά βρισκόταν στην οδό Αιόλου, προτού μεταφερθεί σε άλλα σημεία της ευρύτερης περιοχής των Χαυτείων. Την περίοδο μέχρι την έναρξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, το «Νέον Κέντρον» αποτελούσε χώρο συγκέντρωσης της φιλολογικής συντροφιάς του ιταλομαθούς Ζακυνθινού ποιητή Στεφάνου Μαρτζώκη, η πολυκύμαντη και ταλαιπωρημένη ζωή του οποίου τερματίστηκε το 1913 σε ηλικία μόλις 58 ετών. Σύμφωνα με τον Μουσμούτη, ο Μαρτζώκης «περιγράφεται ως άνθρωπος ευχάριστος, αγαθός, αποκαρδιωμένος από τις αλλεπάλληλες συμφορές της ζωής», ενώ τα τελευταία δεκαέξι χρόνια του, τα οποία πέρασε στην Αθήνα, «χαρακτηρίζονται από οικονομική δυσχέρεια, εφόσον δεν κατόρθωσε να βρει μια δημόσια θέση. Κατοικούσε σε ένα υπόγειο δωμάτιο στην οδό Κωλέττη 27 και κατάφερνε να επιβιώνει και να συντηρεί τα παιδιά του με τα ελάχιστα χρήματα που του απέφεραν τα ιδιαίτερα μαθήματα ιταλικής γλώσσας και οι μεταφράσεις ιταλικών λογοτεχνικών κειμένων για τις εκδόσεις Φέξη. Πιθανόν να εισέπραττε και κάποια λίγα χρήματα από τη δημοσίευση ποιημάτων και μεταφράσεων σε εφημερίδες και περιοδικά».
Η σχέση του Μαρτζώκη και του κύκλου των οπαδών του με το «Νέον Κέντρον» παρουσιάζεται από τον Δημήτριο Λαμπίκη (δημοσιογράφο, χρονογράφο, συγγραφέα, ιστοριοδίφη και μεταφραστή και ανθολόγο) σε ένα εκτενές κείμενο που αποτελεί το κύριο σώμα του βιβλίου και το οποίο διανθίζεται από ποικίλα ανεκδοτολογικά επεισόδια που αποτυπώνουν χαρακτηριστικά την παρουσία και την προσωπικότητα πολλών επίδοξων ποιητών και διανοουμένων εκείνης της περιόδου, κατά τρόπο που διατηρεί σταθερά αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Προς αυτή την κατεύθυνση συμβάλλουν επιπλέον οι λεπτές αποχρώσεις ειρωνείας του Λαμπίκη που παραπέμπουν στο ύφος του Εμμανουήλ Ροΐδη. Έτσι, τελικά ο αναγνώστης «καθοδηγείται» να τοποθετήσει στις πραγματικές τους πνευματικές διαστάσεις τα σκιαγραφούμενα πρόσωπα αρκετά από τα οποία, παρότι δεν κατόρθωσαν τελικά να τύχουν μιας ευρύτερης υστεροφημίας, επανέρχονται στο προσκήνιο μέσα από τις σελίδες του συγκεκριμένου βιβλίου που τα τοποθετεί εύστοχα μέσα στο πνευματικό περιβάλλον της αθηναϊκής Μπελ Επόκ.
Σημαντική συμβολή στην πληρέστερη κατανόηση των ευρύτερων πνευματικών διεργασιών της ίδιας εποχής αποτελεί το εκτενές Επίμετρο του Διονύση Ν. Μουσμούτη, το οποίο διαιρείται σε δύο μέρη με τους αντίστοιχους τίτλους «Βιογραφικά κύριων προσώπων» και «Ο Τύπος. Παρουσίαση των εφημερίδων και περιοδικών», και το οποίο συμπληρώνεται από βιβλιογραφία και ευρετήριο και διανθίζεται με μεγάλη ποικιλία πρωτότυπων φωτογραφιών και σκίτσων της εποχής που παρατίθενται σε όλη την έκταση του βιβλίου.
Καταληκτικά, πρόκειται για ένα πρωτότυπο και ενδιαφέρον πόνημα, που εγκαινιάζει μια νέα σειρά υπό τον τίτλο «Λόγος και Τέχνη/Miscellanea» κατά τρόπο που δημιουργεί τη βάσιμη προσδοκία για μια εξίσου ενδιαφέρουσα συνέχεια!
⸙⸙⸙
[Ο Νίκος Νικολούδης είναι διδάκτωρ Ιστορίας του King’s College (Πανεπιστήμιο του Λονδίνου). Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Δείτε τα περιεχόμενα του δέκατου τέταρτου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]