frear

Για το «Τώρα και πάντοτε» του Αλέξανδρου Κοσματόπουλου – γράφει ο Διονύσης Στεργιούλας

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΗ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΘΕΟΛΟΓΙΚΟ ΒΑΘΟΣ

Αλέξανδρος Κοσματόπουλος, Τώρα και πάντοτε: Σημειώσεις στις Γραφές του Ισαάκ του Σύρου, Εκδόσεις Αθανασίου Αλτιντζή, Θεσσαλονίκη 2024.

Υπάρχουν βιβλία που σε διαβάζουν καθώς τα διαβάζεις. Ξεκινάς την ανάγνωση και μετά από λίγο αισθάνεσαι ότι έχεις εμπλακεί σε μια συναρπαστική πνευματική περιπέτεια. Το βιβλίο του Αλέξανδρου Κοσματόπουλου Τώρα και πάντοτε: Σημειώσεις στις Γραφές του Ισαάκ του Σύρου μοιάζει να γράφτηκε από μοναχό για άλλον μοναχό. Μεταξύ των δύο συνομιλητών μεσολαβεί χρονικό χάσμα δεκατεσσάρων αιώνων, το οποίο με άγνωστο τρόπο εδώ καταργείται. Στους αναγνώστες δημιουργείται η αίσθηση ότι τα δύο πρόσωπα συνομιλούν φιλικά στην αυλή ή στους εξωτερικούς χώρους ενός μοναστηριού κατά τη διάρκεια ενός περιπάτου. Δεν πρόκειται όμως μόνο για διάλογο, αλλά και για ερμηνεία, ανάλυση, επαναδιατύπωση και στοχασμό με αφορμή το έργο του Ισαάκ.

Τα κείμενα της ησυχαστικής παράδοσης, χωρίς να αποκόπτονται από τις πνευματικές και θεολογικές τους αναφορές, αποκτούν διαρκώς νέο περιεχόμενο όταν τα διαβάζει ο αναγνώστης της εποχής μας. Και επιπλέον κατά την ανάγνωση αποκτούν και έναν χαρακτήρα προσωπικό, σαν να απευθύνονται στον κάθε αναγνώστη ξεχωριστά. Τα περισσότερα γράφτηκαν από ανθρώπους που με τα κοσμικά κριτήρια και δεδομένα θα χαρακτηρίζονταν τουλάχιστον παράξενοι και ιδιόρρυθμοι, αφού συχνά επέλεγαν να ζουν σε δάση, βουνά, γκρεμούς και σπηλιές, ακόμη και πάνω σε στύλους, ανοίγοντας κυριολεκτικά και μεταφορικά νέους δρόμους μέσα στην έρημο. Κατά τον Κοσματόπουλο, που συμφωνεί στο θέμα αυτό με έναν Ρώσο ασκητή των αρχών του εικοστού αιώνα, η ησυχαστική παράδοση έχει εν μέρει μεταφερθεί σήμερα στις πόλεις. Πολλά μοναστήρια έχουν γίνει πολυσύχναστοι τόποι με εκατοντάδες επισκέπτες καθημερινά, διασώζοντας βεβαίως, ακόμη και έτσι, τα νήματα και τα νοήματα μιας αρχαίας παράδοσης. Το γεμάτο βιβλία δωμάτιο ενός σύγχρονου διαμερίσματος μπορεί να αποτελέσει, σε ορισμένες περιπτώσεις και υπό προϋποθέσεις, χώρο απομόνωσης, περισυλλογής, ησυχίας, προσευχής και πνευματικής αναζήτησης. Πράγμα δύσκολο αλλά εφικτό.

Στη συντριπτική τους πλειονότητα τα ιερά και τα πατερικά κείμενα, και όχι μόνο τα γραπτά του Ισαάκ, είναι και σημαντικά λογοτεχνικά έργα και εντάσσονται οργανικά στις γραμματολογίες των διαφόρων λαών. Οι νεότεροι θεολόγοι συχνά παραβλέπουν αυτήν τη διάσταση και τα αντιμετωπίζουν ως κείμενα αμιγώς θεολογικά, με αποτέλεσμα να αφαιρούν από το ειδικό βάρος τους. Σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις, όπως στον Ακάθιστο Ύμνο, λογοτεχνική ποιότητα και θεολογικό βάθος είναι τόσο αλληλένδετα, ώστε επί της ουσίας να αποτελούν σχεδόν ένα και το αυτό.

Πώς όμως και γιατί ένας γνωστός και κατά γενική ομολογία ποιοτικός πεζογράφος περνά από τη λογοτεχνική γραφή στη σύνθεση κειμένων που άπτονται της θεολογίας ή και στην ερμηνεία ιερών κειμένων, όπως της Αποκάλυψης; Κατά μία άποψη, ίσως και έτσι παραμένει πεζογράφος. Ίσως δηλαδή πρόκειται απλώς για ανορθόδοξη και προχωρημένη εκδοχή του πεζογραφικού του έργου. Και πράγματι παραμένει πεζογράφος. Υποψιάζομαι όμως ότι πρόκειται για κάτι πολύ πιο βαθύ και πιο ουσιαστικό, κάτι σαν το εσωτερικό «κάλεσμα» που είχαν νιώσει πολλοί μοναχοί, λίγο πριν εγκαταλείψουν έναν αναμενόμενο τρόπο ζωής και ένα προκαθορισμένο πλαίσιο πραγμάτων. Με τη διαφορά ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση το «κάλεσμα» είναι διαρκές και κρατά περισσότερο από μισό αιώνα. Οι συζητήσεις με τον άγιο Παΐσιο και η στενή πνευματική γνωριμία του συγγραφέα μαζί του – ήδη από το 1971 – έπαιξαν οπωσδήποτε τον ρόλο τους. Κατά τη γνώμη μου, η αιτία που τον οδήγησε στον άγνωστο τότε μοναχό Παΐσιο είναι η ίδια αιτία που τον οδήγησε αργότερα στη λογοτεχνία και στη μελέτη των ιερών κειμένων, ψάχνοντας πάντα την απάντηση και τη θεραπεία στο αίσθημα απόγνωσης που κατά τον ίδιο για πολλά χρόνια τον συνόδευε.

Ο συγγραφέας, εκκινώντας από τους Λόγους του Ισαάκ, αναφέρεται στον «άνθρωπο του μοναχικού πένθους» (σ. 129), ο οποίος «δεν υπόκειται σε καμιά συλλογική συμπεριφορά», αφού «η παντοδυναμία της συλλογικής συμπεριφοράς δεν τον αγγίζει». Εδώ βρίσκεται και μια ουσιαστική διαφορά του Κοσματόπουλου με τον φίλο και κουμπάρο του Νίκο Γαβριήλ Πεντζίκη. Στον δεύτερο το πλαίσιο, το περιβάλλον, ανθρώπινο, υλικό και πολιτισμικό, καθώς και το αποτύπωμα της Ιστορίας, και κυρίως ο λόγος, παίζουν τον κύριο ρόλο, ενώ για τον πρώτο στο επίκεντρο βρίσκονται ο εσωτερικός άνθρωπος, η απομάκρυνση από τους πολλούς, η σιωπή και η πεποίθηση ότι εάν δεν αλλάξουμε μέσα μας, τίποτα δεν θα αλλάξει. Ενώ ο λόγος είναι το μέσο για να εκφραστεί «μια κατάσταση εσωτερική» (σ. 11). Για τον Πεντζίκη, το έργο του οποίου βρίθει πραγματολογικών αναφορών, η εστίαση στο «εγώ» είναι πηγή μόνο προβλημάτων. Με αποτέλεσμα στα κείμενά του το πλαίσιο να καταλαμβάνει το κενό που προκύπτει από το καταργημένο «εγώ». Στον Κοσματόπουλο αυτό το επιφανειακό «εγώ» είναι ούτως ή άλλως άνευ σημασίας, αφού δεν έχει καμιά υπόσταση. Υπόσταση αποκτά μόνο ο άνθρωπος που έχει γνωρίσει τον εαυτό του. Έτσι, έννοιες όπως η μόνωση, η ταπείνωση και η ησυχία αποκτούν ουσιώδες περιεχόμενο. «Χριστιανισμός» κατά τον Κοσματόπουλο «σημαίνει την απόκτηση αυτής της βαθιάς εσωτερικής γνώσης» (σ. 130), οδό που θα πρέπει να δείχνει και η «επίσημη Εκκλησία», επειδή διαφορετικά, όπως γράφει, «θα καταστεί ένα στείρο εξάρτημα του πεπτωκότος κόσμου, που μπορεί να την τιμούν και να τη σέβονται, αλλά δεν θα σώζει κανέναν» (σ. 130).

Η ταπείνωση, η αγάπη και η ελευθερία, τρεις λέξεις που επαναλαμβάνονται στο βιβλίο, είναι καθοριστικές του τρόπου με τον οποίο ο συγγραφέας αντιλαμβάνεται τα γραπτά και τη σκέψη του Ισαάκ. Η ταπεινοφροσύνη, όταν οφείλεται σε συνειδητή επιλογή και όχι στην ψυχοσύνθεση ή στον εκ φύσεως χαρακτήρα ενός πιστού, ορίζεται ως μέγιστη αρετή και η απομάκρυνση από τους ανθρώπους ως οδός σωτηρίας. Διαβάζοντας το βιβλίο ξαναθυμόμαστε τη φράση πολλών ασκητών «Φεύγε τους ανθρώπους και σώζεσαι» (Απομακρύνσου από τους ανθρώπους και θα σωθείς). Διαβάζουμε ακόμη ότι «Η αμαρτία είναι καρπός της ελεύθερης βούλησης» (σ. 166), αλλά και απόψεις του Ισαάκ που ίσως θεωρηθούν σήμερα εξεζητημένες, αλλά και εξαιρετικά σύγχρονες, όπως ότι οι πρωτόπλαστοι εκδιώχθηκαν από τον Παράδεισο εξαιτίας της αγάπης του Θεού: όχι για να τιμωρηθούν, αλλά για να τους προσφέρει ολόκληρη τη γη (σ. 173).

Για τον Ισαάκ ο Θεός δεν τιμωρεί ούτε εκδικείται. Αυτές είναι ανθρώπινες συμπεριφορές. Τιμωρία – κατά τον ησυχαστή – είναι για έναν άνθρωπο η αίσθηση ότι δεν μπόρεσε να φανεί αντάξιος της αγάπης του Θεού ή ότι πρόδωσε αυτήν την αγάπη. Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η άποψή του ότι οι μεγάλες δυσκολίες που περνούν πολλοί άνθρωποι δεν αποτελούν ανταπόδοση για προηγούμενες αμαρτίες τους, αλλά προκαταβολικό αντιστάθμισμα για όσα ευχάριστα θα ακολουθήσουν.

Σε όλη την έκταση του βιβλίου ο Κοσματόπουλος μάς θυμίζει ότι, για όποιο θέμα και αν γράφει, παραμένει λογοτέχνης. Όταν αναφέρεται σε έννοιες όπως η ταπείνωση, η συντριβή, η απόγνωση και το «μοναχικό πένθος» έρχεται στον νου του αναγνώστη το έργο της ποιήτριας Ζωής Καρέλλη, με την οποία φαίνεται ότι, εκτός από τη μακρόχρονη προσωπική γνωριμία τους, υπάρχει και ιδιαίτερη εκλεκτική συγγένεια. Για παράδειγμα, η διατύπωση «Η σιωπή είναι λόγος ακέραιος» (σ. 145) θα μπορούσε να είναι αντιπροσωπευτικός στίχος της Καρέλλη.

Η ανθρώπινη εμπειρία δεν αποτελεί παρά σύνολο πλίνθων και κεράμων ατάκτως ερριμμένων, ως τη στιγμή που αυτές οι σκόρπιες εικόνες, τα σκόρπια λόγια, θα ενωθούν σε ένα σχήμα και σε ένα σώμα. Αλλά και πάλι οι απαντήσεις δεν έρχονται εύκολα ούτε είναι αυτονόητες. «Όποιον δρόμο και αν ακολουθήσεις, δεν θα βρεις τα πέρατα της ψυχής», έγραψε πριν χιλιάδες χρόνια ο σοφός Ηράκλειτος. Ο Ισαάκ ο Σύρος έψαξε να βρει μέσα του τις απαντήσεις. Τον συνόδευαν στην πορεία αυτής της αναζήτησης η μεγάλη του πίστη, η μελέτη, η διαρκής προσευχή και μια μοναδική ευαισθησία. Στοχάστηκε γύρω από το μυστήριο του θανάτου, προσπαθώντας με αυτόν τον τρόπο να κατανοήσει το μυστήριο της ζωής. Το «Έν» των νεοπλατωνικών φιλοσόφων είναι η κατάληξη μιας μεγάλης διαδρομής του φιλοσοφικού λόγου, αλλά βρίσκεται και κοντά στην αρχή της μυστικής θεολογίας και της ησυχαστικής σκέψης, που προχωρούν αρκετά βήματα πιο πέρα από τον λαϊκό μονοθεϊσμό της Παλαιάς Διαθήκης. Ίσως, όσο η ανθρώπινη νόηση εξελίσσεται και μεταμορφώνεται, τόσο το μυστήριο του Θεού προσεγγίζεται από διαφορετικές οπτικές γωνίες, χωρίς ωστόσο να μπορούμε να αγγίξουμε την ουσία αυτού του μυστηρίου.

Με το Τώρα και πάντοτε ο Κοσματόπουλος δεν γράφει μια μελέτη για τον Ισαάκ τον Σύρο, αλλά ένα κείμενο αγάπης, ως ανταπόδοση σε έναν άνθρωπο από τον οποίο ευεργετήθηκε. Πολλές από τις διατυπώσεις του έχουν, εκτός από ιδιαίτερη πυκνότητα και ποιότητα, και μια υφή αξιωματικού λόγου, που γίνεται αποδεκτός χωρίς την ανάγκη επιπλέον επιχειρηματολογίας. Το βιβλίο διαθέτει πνευματική ουσία και προσφέρει αναγνωστική απόλαυση. Πεποίθησή μου είναι ότι πριν πάρει τη θέση του στις θεολογικές βιβλιογραφίες, θα έχει ήδη βρει τη θέση του στις καρδιές των αναγνωστών.

⸙⸙⸙

[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Ζωγραφική: ©Andrey Dareev. Δείτε τα περιεχόμενα του δέκατου τρίτου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]

Σε λίγο καιρό κοντά σας με νέο ηλεκτρονικό τεύχος στο mag.frear.gr

Mag.frear.gr – Τα ηλεκτρονικά μας τεύχη