Κώστας Θ. Ριζάκης, Fractalίζων, ΑΩ Εκδόσεις, Καλύβια Αττικής 2023.
Με τον διεθνή όρο «φράκταλ» (fractal, ελλ. μορφόκλασμα ή μορφοκλασματικό σύνολο), στις επιστήμες των Μαθηματικών και της Φυσικής, κατονομάζεται ένα γεωμετρικό σχήμα που επαναλαμβάνεται αυτούσιο σε άπειρο βαθμό μεγέθυνσης, το οποίο συχνά αναφέρεται ως «απείρως περίπλοκο». Αυτόν τον χαρακτηρισμό κρατώ από την εκδοχή της κατακερματισμένης μεγέθυνσης. Απείρως περίπλοκος και ο ποιητής Κώστας Θ. Ριζάκης, παίζοντας με τον λόγο, μας συστήνει την τελευταία ποιητική συλλογή του με τον επινοημένο τίτλο fractalίζων. Η ποίησή του μας βρίσκει με είκοσι οκτώ ποιήματα, αγκαλιασμένα από το «Προλόγισμα» της Χριστίνας Καραντώνη, ποιήτριας, επιμελήτριας, κριτικού λογοτεχνίας και δοκιμιογράφου και το «Επίμετρο» της Ελένης Γκίκα, δημοσιογράφου, κριτικού λογοτεχνίας, επιμελήτριας, ποιήτριας και πεζογράφου. Τα ποιήματα, ανθολογημένα στο σύνολό τους από ίδιο τον ποιητή, πρωτοείδαν το φως στην ηλεκτρονική διεύθυνση: www.Fractalart.gr, (εξ’ ου και το λογοπαίγνιο του τίτλου).
Συγκεκριμένα, στην εξαιρετική εισαγωγή της Χριστίνας Καραντώνη, εκτός των άλλων, σταθήκαμε στην επισήμανση ότι «διανοίγεται η προοπτική για μια νέου τύπου, αμφίδρομη, ανάμεσα σε ηλεκτρονικό και έντυπο βιβλίο, σχέση» (σελ. 8).
Να σημειωθεί ότι η συγκεκριμένη ανθολόγηση, τόσο ως προς τον αριθμό των ποιημάτων όσο και ως προς το περιεχόμενό τους, μας διαφώτισε σχετικά με την ποίηση του Κ.Θ. Ριζάκη, αντίθετα με ό,τι συνήθως συμβαίνει με κάποιες άλλες ανθολογήσεις. Μέσα από την σπουδαία γλώσσα του ποιητή, απολαύσαμε ένα εξαιρετικό συνολικό αποτέλεσμα. Αυτά τα ποιητικά δημιουργήματα, αφιερωμένα ή μη, εκτυλίσσονται αμιγώς βιωματικά. Με ποικιλία θεμάτων και ύφους, δομημένα συχνά με διαφορετική μορφή, ρυθμό, μέτρο, εξελίσσονται κυρίως με βάση ανθρώπινα συναισθήματα και συμπεριφορές, διατηρώντας τον ποιητικό κώδικα του δημιουργού τους. Πηγαία συναισθήματα, που δεν τροποποιούνται αλλά ούτε και επεξηγούνται, φυλαγμένα σαν φωτογραφικές στιγμές αόρατης ψυχικής κάμερας, εκδηλώνονται ανάλογα τις συμπεριφορές των ανθρώπων και ταξιδεύουν εσαεί, ακουμπισμένα στους στίχους του δημιουργού τους.
Ο Κ. Θ. Ριζάκης γράφει ένθερμα και αφιερώνει από καρδιάς. Η ποίησή του αποδίδεται ως συνέχεια της διεύρυνσης εσωτερικής σκέψης και συναισθήματος. Ο πλούτος και η μουσικότητα της ελληνικής γλώσσας αξιοποιούν αυτή την εξωτερίκευση και την προωθούν βοηθώντας την αντιληπτικότητα του αναγνώστη. Γάργαρος ο ποιητικός λόγος του, έμμετρος τις περισσότερες φορές, ορμάει άλλοτε παιγνιώδης, λυρικός και άλλοτε δωρικός, τραγικά εκφραστικός και δεξιοτεχνικά κρυπτικός: «το θαύμα ως να φανερωθεί βαθύ μασάει λουλάκι» (σελ. 11). Στον στίχο του ισοζυγιάζονται, με έντονη αλληγορική δυναμική αλλά και με σκωπτική ματιά, το οικείο με το ανοίκειο.
Ο ποιητής απευθυνόμενος σε δεύτερο πρόσωπο, είτε σε τρίτους είτε στον εαυτό του, «φωνασκεί με ανέμη τ’ άσπρα γένια» ως καπετάνιος να «κρατηθούνε ορθόπρωρες κι εκ νέου οι πρώτες βλέψεις» (σελ. 11). Οι λέξεις στήνουν χώματα στερεά, όπου μπορεί να πατάει η σκέψη και να μην ονειροβατεί. Κάποιες φορές η παρομοίωση, ως λόγος θεϊκός της γλώσσας, αποδίδεται σε μορφή πεζού ξεγυμνώνοντας συναισθήματα βαθιά, που δίνουν την εντύπωση ότι κρύβονταν φοβισμένα σε καταπακτές «βουνών αδιεξόδων». Όμως, με προσοχή αν τα δεις και χωριστεί ο στίχος στο σωστό σημείο, ξεπετάγεται έμμετρη η μέριμνα του δημιουργού, που πατάει γερά πάνω στον ρυθμό και στο μέτρο (σελ. 12).
Είναι φορές πάλι, που ο αφηγητής προτιμάει τη θέση του αγνωστικιστή –μόνο ο άθεος δεν ψάχνει κατευόδιο. Τρέχει μπροστά μισή η προσευχή κι ο φόβος μένει πίσω με την αμφισβήτηση της αγιότητας, περιμένοντας να πιστέψει στο θαύμα (σελ. 13). Ο ποιητής, ο κρυπτικός, ο συμβολιστής που χειρίζεται τις έννοιες, αυτός που παραλλάσει ευρηματικά μία καθημερινή ιστορία σε πολλές διαφορετικές εκδοχές δομής και ύφους, αφιερώνει τον στίχο του ακόμα κι αν δεν κατονομάζει τους παραλήπτες. Για όποιον γνωρίζει πρόσωπα και πράγματα, αρκετά κατανοητός –το «κατανοητός» χρησιμοποιείται αφού ο ποιητής έχει την υπέρβαση στην ποιητική του φλέβα– ταυτόχρονα δε ευαίσθητος και αντιδραστικός, ο «απαντών τοις μετρητοίς», ο «τι να σε κάψω, Κώστα μου, και τι μέλι να σ’ αλείψω» (σελ. 14). Ο στίχος του πλάθεται επιμελημένα συμβολικός για τα ακατανόμαστα της φύσης. Η ορμή, που παραμένει ακατάσβεστη, κάνει την ανάγκη πόθο ομολογημένο και ανομολόγητο. «Νους κολλημένος του νοός», στον δεκαπεντασύλλαβο του «Φουστανιού» (σελ. 15), φετίχ υποβολής ένα ρούχο και το σώμα που κρατάει τη θύμηση ζωντανή.
Ο Κ.Θ. Ριζάκης είναι δυναμικός λεκτικός επεξεργαστής, εξαιρετικός λεξιπλάστης. Στον ίδιο στίχο μπορεί να συμπεριλάβει τη δωρική σοβαρότητα επικού ποιητή και τον σαρκασμό σατιρικού συγγραφέα: «τσιρτσιρίζουσα ανταύγεια», «χειμωνοβραδάκι», «γυμνοτσουβαλιασθείς» κι «άπατα ρούπατα κούφια όσα λόγια» (σελ.16). Συχνά η σύλληψη είναι τόσο ευφυής όσο και δημιουργική, ώστε αγγίζει τη διάθεση του αναγνώστη που ψάχνει πίσω από την υπόνοια του παραδοσιακού στίχου το νόημα της ψυχικής αξιολόγησης του αφηγητή. Ένα τέτοιο ποίημα βιωματικής έμπνευσης είναι «Ο επόμενος ποιητής» (σελ. 17). Ο δημιουργός, φθίνων της απουσίας τοποθετείται ως Διόνυσος: «φτύνων κατάφορτον φραγήν/ τσουβάλιασμα παντοίων/ τραυλίζων στα ρεμπετοειδή/ δίχτυ αφρισμένα φύκια·». Οι αναμοχλεύσεις των προφανών οδηγούν στο σημείο τριβής της αφετηρίας τους, όπου κατεδαφίζονται οι όγκοι που οδηγούν στη συναισθηματική εκτροπή κάνοντας εκπτώσεις («Χώμα», σελ.18).
Με έμφυτη την ευχέρεια ψυχολογικής εκτίμησης, ο ποιητής πλησιάζει καλά κρυμμένα βιώματα. Άλλοτε με έκδηλη ενσυναίσθηση και άλλοτε με επιτήδεια τεχνητή ψυχρότητα, καλύπτοντας το συναίσθημα που πάει ν’ αναβλύσει από τις πύρινες αναδρομές («Ξηροκλασμένος», σελ. 19). Οι συμβολισμοί του ευρηματικοί καταβυθίζονται σε μνήμες, που αφόρητες ζητούν να ξεχυθούν πάνω από αρνήσεις και εγκράτεια. Επιλέγουμε την υπέροχη επωδό: «Μην λύγκειο λάμπεις πτίλωμα; φωνοσκιάς μου ο τάφος!», του ποιήματος «Υπόγειος χιών», (σελ. 20). Η απόγνωση νικιέται από την υποτίμηση του πόνου και της πίκρας που φέρνει, με δυο «καρτούτσα» κι άλλες τόσες «γυροβολιές» («Αγαπόμετρον», «Καταγώγια», σσ. 23, 24). Σημειώνουμε την θαυμάσια χρήση της μεταφοράς σε στίχους όπως: «τον πόθο σπίρτωναν ματιές» ή «το κοκκινέλι λυγμικά κρυφορουφάει στο αίμα;» (σελ. 24) και «σιγών τ’ ακκόρντα της αφής φαλτσάρω από χέρι» (σελ. 25).
Η κίνηση προς όλες τις κατευθύνσεις κυριαρχεί στη γραφή του Κ.Θ. Ριζάκη. Ο χρόνος δεν σπαταλιέται, υπονοείται με τις λέξεις που χτίζουν τον στίχο, βάσει ενός σκεπτικού αναζωογόνησης και αναδημιουργίας. Τα βιωματικά ποιήματά του θ’ αντιστέκονται στο πέρασμα του χρόνου και θα προσεγγίζουν τα κοινά συναισθήματα τού κάθε αναγνώστη με μία δυναμική αλληγορίας. Ο ποιητής είναι ο ακούραστος εργάτης της έμπνευσης, ο εκμαυλιστής της αδυναμίας της ποιητικής έκφρασης, ο χειριστής της παραφθοράς, ο γνώστης της σημειολογίας. Σημειώνουμε τα καθοριστικά ποιήματα για τη συμπερίληψη της ιστορίας, της παράδοσης και του βιώματος, έμμετρα ή μη: «Η αριθμομνήμων» (σελ. 26), «(Α)πάσης η μήτηρ» (σελ. 27), «Δεν ο εμφύλιος λήγεις» (σελ. 35), «Πολυτεχνείο» (σελ. 36), «Ο των ποιημάτων στοιχειωμένος» (σελ. 37) και τη θαυμάσια «Επανεκκίνηση» (σελ. 38), επιμύθιο και δείγμα γραφής για το πόσο πλέκεται το μέτρο με τον ελεύθερο στίχο και στα οποία ο ποιητής εκθέτει τη γνώμη του χωρίς δισταγμό.
Ο Κ.Θ. Ριζάκης σέβεται όσα ξεχωρίζει πως το δικαιούνται. Αποδίδει την εκτίμησή του σε κάθε γνώστη της τέχνης της γραφής και της γλώσσας. Γράφει όμως και για τα ανίερα, τα άδικα και τα προδοτικά. Εκείνα που εξάπτουν την φαντασία του και προκαλούν τη λογική του. Δημιουργεί ένα παιχνίδι, που ψάχνει τη λογική μέσα από παράλογα συναισθήματα. Γράφει ελλειπτικά για τα ακατανόμαστα, ενίοτε δε γίνεται καυστικός και εριστικός με τις αποτιμήσεις. Όμως, δεν είναι λίγοι εκείνοι που μπόρεσαν να κατανοήσουν το είδος της γραφής του. Και αυτό γιατί στον στίχο του η λογική κάθε λέξης έχει τη δική της τοποθέτηση. Είναι θέμα ηθικής της τάξης! Παράδειγμα, για το ότι δεν εξαιρεί ούτε τον εαυτό του, είναι το ποίημα «Ώστε» (σελ.29). Θα ήταν παράλειψη, εκτός των άλλων, να μη σημειώσουμε τα τρία εξαιρετικά έμμετρα ποιήματα: «Στα σβηστά παρελθόντα», «Άπληστα ευλαβής» και «Συνοικισμός» (σσ. 30, 31, 33).
Ο μοντερνισμός στην ποίηση του Κ. Θ. Ριζάκη ακουμπάει εν μέρει και στην ανάδρομη αφήγηση. Οι αναλαμπές έμπνευσης πηγαινοέρχονται χρονικά και αποδίδονται στον στίχο του με αναφορές σε προγενέστερες χρονικές στιγμές, πολλές φορές εσκεμμένα. Διαπιστώνουμε μία κατάθεση έντονα υπαινικτικής ποίησης, με σκληρές αναφορές σε αναμνήσεις δύσκολες, αλλά και γλυκιές. Εξαιτίας της χρόνιας τριβής του ποιητή με την παράδοση, λόγω της καταγωγής και της παιδείας του, αναγνωρίζουμε στοιχεία λυρικής απόδοσης.
Στο θαυμάσιο «Επίμετρο» του βιβλίου, η Ελένη Γκίκα –σημαντική η συμμετοχή της στην εκδοτική ομάδα του διαδικτυακού περιοδικού Fractal– μιλάει από καρδιάς για τον ποιητή Κ.Θ. Ριζάκη. Αναφέρει ότι μπήκε στη ζωή της αφού πρώτα την είχε φτάσει ο μύθος του. Τον θεωρεί κυρίαρχο του ποιητικού παιχνιδιού, καθώς είναι γεννημένος με τον ρυθμό, και τον ονομάζει «ακροβάτη της ποίησης». Λέει ότι η ιδιόρρυθμη γλώσσα του – όλες οι γλώσσες μαζί – δείχνει ν’ αναβλύζει από τα έγκατα της ψυχής του. Ο ποιητής εισέβαλε στη ζωή της σαν ένας αλλιώτικος κόσμος, σαν μια γαζούλα θεραπευτική, σαν φίλος και δημιουργός μαζί, «που υπόσχεται όσα προσδοκάς να ακούσεις». Η ποίησή του «μαντρικό, κρυπτικό τεριρέμ που ψάλλεται δίχως ίσο», ποτάμι συνδεδεμένο με την πηγή, «Ποίημα και Ποτάμι Ποίησης ο ίδιος». Μα πάνω απ’ όλα Άνθρωπος.
Ας ευχηθούμε στον ποιητή το συνεχές ψαλίδισμα κάθε μετριότητας, που οδηγεί στη ματαιότητα και ας περιμένομε από αυτόν τη χάρη μιας «μεταμφιεσμένης» υπόσχεσης: Κάθε σπόρος συναισθήματος να ωριμάσει [σ]το σκοτάδι του ανείπωτου ασυνείδητου, όπου δεν φτάνει η νόησή μας.
⸙⸙⸙
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Φωτογραφία: ©Harry Gruyaert. Δείτε τα περιεχόμενα του δέκατου τρίτου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]