frear

Το χαράκι – του Γιώργου Παπαθανασόπουλου

Tο σπίτι της γιαγιάς ήταν δίπατο, με μικρά παραθύρια σαν πολεμίστρες, που από τότε παλιά που το έχτισε ο μακαρίτης ο παππούς, παιδί ακόμα –τότε τους ανύπαντρους τους λέγανε παιδιά, ανεξάρτητα από τα χρόνια–, πριν παντρευτεί τη γιαγιά, είχε το αρχαίο χρώμα της ώχρας. Στέκονταν εκεί στην άκρη στο περιβόλι με τις μεγάλες πορτοκαλιές, ένα μεγάλο μέρος του οποίου (του περιβολιού), με τα χρόνια, είχε διαμορφωθεί σε αυλή του σπιτιού, που κάποτε αργότερα, τη μισή και παραπάνω, τη στρώσαμε με μια φλούδα τσιμέντο γιατί μας έκοβε η λάσπη το χειμώνα.

Στην άκρη της αυλής και στην αρχή του χωραφιού ήταν το παλιό πηγάδι. Η επιφάνειά του ήταν καλυμμένη με πράσινα μούσκλια, που είχαν χρόνια να καθαριστούν και θα πρέπει να ήταν ως μία παλάμη χοντρά, γιατί από την άνοιξη και μετά χοροπήδαγαν απάνω τους βατράχια κι έκοβαν βόλτες καβούρια, πράσινες σαύρες, νεροφίδες και κανένα κλαροπόντικο πού και πού, χωρίς να βουλιάζουν.

Δίπλα στο πηγάδι ήταν ένα χαμηλό φουρναριό, ίσα με το μπόι ενός άντρα, ερείπιο, γεμάτο με πεταμένα παλιά αγροτικά εργαλεία, ξύλινα και σιδερένια, ριγμένα μέσα όπως όπως. Πάνω του (στο φουρναριό) έγερνε για ν’ ακουμπήσει ένα λιγνόκορμο κλήμα ακλάδευτο, της γιαγιάς το κλήμα, καθώς λέγαμε, που κάρπιζε τα πιο γλυκά κι ευωδιαστά σταφύλια. Ήταν λέει αυτό το τελευταίο κλήμα που είχε απομείνει από το αμπέλι με τη σταφίδα τη Σουλτανίνα, που καλλιεργούσαν παλιά εκεί και που εδώ και χρόνια, πολύ πριν από μένα, το ξερίζωσαν και φύτεψαν πορτοκαλιές.

Κάθε Μάη μήνα και πάνω που άνθιζε το κλήμα, η γιαγιά μ’ ένα κοφτερό σουγιά, που η λάμα του έκανε μια ελαφριά κούρμπα, σαν μύτη γερακιού, γονάτιζε κάτω στο χώμα, χαμηλά εκεί που ξεκίναγε ο λεπτός κορμός του φυτού, χαράκωνε γύρω γύρω τον κορμό, έκανε ένα σχήμα σαν το δαχτυλίδι στο δάχτυλο κι αφαιρούσε προσεκτικά τη φλούδα.

Η γιαγιά πέθανε μήνα Ιούλιο, ανήμερα της Αγίας Παρασκευής, μια μέρα ζεστή μέσα στο κατακαλόκαιρο, πάνω που άρχισαν να ωριμάζουν οι σουλτανίνες στο φουρναριό. Ήταν αυτά τα τελευταία σταφύλια που φάγαμε από το κλήμα της γιαγιάς. Έκτοτε δεν κάρπισε ξανά, γιατί κανένας από μας, μετά τη γιαγιά, δεν ήξερε από χαράκι.

⸙⸙⸙

[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Ζωγραφική: ©Mary Pym. Δείτε τα περιεχόμενα του δωδέκατου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]

Σε λίγο καιρό κοντά σας με νέο ηλεκτρονικό τεύχος στο mag.frear.gr

Mag.frear.gr – Τα ηλεκτρονικά μας τεύχη