frear

Η «Βιομυθολογία» του Δημήτρη Μουζάκη. Μια συλλογή από Bonsai Pinus Pentaphylla – Στροφή στα χνάρια του Απόστολου Κ. Δοξιάδη – γράφει ο Τάσσος Παγιασλής

Δημήτριος Μουζάκης, Βιομυθολογία, εκδόσεις ΑΩ, Αθήνα 2024.

Οι φήμες λένε πως στον Ελλαδικό χώρο για να θεωρηθείς λογοτέχνης οφείλεις να έχεις γράψει: ποίηση (συμπεριλαμβανομένων haiku), παιδικά παραμύθια, καραγκιόζη, πεζογράφημα, άρθρα μελέτης της λογοτεχνίας, κριτικές και μεταφράσεις. Ως μελετητής γνωρίζω διάφορους λογοτέχνες που έχουν ολοκληρώσει τουλάχιστον εν μέρει τη λίστα, αμφισβητώ αν υπάρχει κάποιος που κατάφερε να συνδράμει άξια σε όλους αυτούς τους τομείς. Ειδικά εν καιρούς εξειδίκευσης. 

Σε κάθε περίπτωση, με το νέο του βιβλίο ο Δημήτρης Μουζάκης φαίνεται να παραδίδει στο αναγνωστικό κοινό την πρώτη του προσπάθεια στα διηγήματα μικρής φόρμας [1]. Τον Δημήτρη Μουζάκη τον γνώρισα ως ποιητή της λεγόμενης «γενιάς της κρίσης», όμως η αισθητική του θέση διαφέρει μακρόθεν από άλλους ποιητές που συγκαταλέγονται σε αυτή την γενιά [2].

Η Βιομυθολογία λοιπον αποτελεί την πρώτη προσπάθεια του ποιητή να εκφραστεί σε διήγημα μικρής φόρμας, σηματοδοτώντας έτσι την προσπάθειά του να εμπλουτίσει το λογοτεχνικό του έργο και να πορευτεί προς μια σφαιρικότερη λογοτεχνική υπόσταση.

Η Βιομυθολογία αποτελείται από 35 μονοσέλιδα διηγήματα που διαβάζονται εύκολα, αλλά αφομοιώνονται με τον χρόνο.

Ο Μουζάκης όντας στην πρωινή του ζωή Καθηγητής Βιολογίας στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και σαγηνευμένος από τη φύση, παραλαμβάνει ένα σύνολο ζώων και φυτών καθώς και τα ιδιαίτερα βιολογικά χαρακτηριστικά του κάθε είδους και γύρω από αυτά δημιουργεί ιστορίες που ταυτόχρονα διαφωτίζουν τα χαρακτηριστικά αλλά και προσφέρουν πιθανά μαθήματα στον αναγνώστη εν είδει Αισώπειων Μύθων.

Με αυτή την τακτική και ακριβώς όπως ο Αίσωπος, ο Μουζάκης αποδίδει στα ζώα και στα φυτά ανθρωπόμορφες ιδιότητες, σκέψεις και συμπεριφορές ώστε να δημιουργήσει καινούργιους μύθους για ζώα και φυτά που τυπικά δεν συναντάμε σε παιδικές ιστορίες (π.χ. Αράχνη Μαύρη Χήρα, παρασιτικές Ιχθυόψειρες, Υδροβάτες και άλλα).

Αν και ως ακαδημαϊκός μελετητής διαφωνώ με τον ανθρωπομορφισμό [3] τόσο ως εκπαιδευτική μεταφορά για τη μάθηση ηθικών μαθημάτων στα παιδιά [4] όσο και ως θεωρία εξήγησης και παραλληλισμού των συμπεριφορών που παρατηρούμε στα ζώα και στους ανθρώπους [5], αποδέχομαι τη λογοτεχνική χρήση του ανθρωπομορφισμού καθότι μερικές αλήθειες αποκαλύπτονται ευκολότερα και είναι περισσότερο εύπεπτες όταν παρομοιάζουμε τα ζώα με τους ανθρώπους παρά το αντίστροφο.

Ο Μουζάκης λοιπον ως βιολόγος κάνει μια επιλογή, με ευρύτητα αλλά και ακρίβεια, ζώων και φυτών και δομεί γύρω τους μονοσέλιδες ιστορίες, οι οποίες μοιάζουν στο σύνολο τους με μια προσεκτικά δομημένη έκθεση από φυτά Bonsai.

Ο Μουζάκης είναι εκφραστικός ποιητής. Φαίνεται ότι είναι και εκφραστικός διηγηματογράφος. Παρότι τα θέματα της Βιομυθολογίας (όχι όλα) δεν είναι απαραίτητα ευχάριστα (π.χ. κανιβαλιστική παιδοτροφία – Armadillidium lobocurvum, Παρασιτική Ιχθυόψειρα που τρώει τις γλώσσες των ψαριών – Cymothoa exigua [6]) οι ανθρωπόμορφοι χαρακτήρες που πλάθει ο Μουζάκης είναι ζωντανοί και ενίοτε τους φαντάζεσαι να τριγυρνούν αμέριμνοι ανάμεσά μας. Πολύ θα ήθελα να συναντήσω τον Βρασίδα τον μικρό Τρικεράτοπα ή τον Ζέφυρο τον Υδροβάτη. Ταυτόχρονα καταστράφηκαν και κάποιες παιδικές μου μνήμες με κυριότερη τις ατέλειωτες ώρες παιχνιδιού με τα Armadillidium lobocurvum, τα οποία τα ήξερα ως Μπαλίτσες Γουρουνάκια και είχα την τάση να τα κάνω συλλογή σε βάζο γεμάτο με χώμα από τον κήπο της γιαγιάς μου. Τώρα έμαθα πως τα λένε «Ισόποδα» και ενίοτε κατασπαράζουν τα νεογέννητα παιδιά τους. Ευχαριστώ δεν θα πάρω. Θα μείνω με τις μνήμες μου. Σε κάθε περίπτωση τα ονόματα τα οποία αποδίδει ο Μουζάκης στα διάφορα ζώα / φυτά είναι ευφυέστατα και τεχνικά άρτια.

Αυτό που βρισκω ιδιαίτερα ενδιαφέρον στη Βιομυθολογία και είναι χαρακτηριστικό στο οποίο θέλω να σταθώ, είναι η δεξιοτεχνία του Μουζάκη στο πάντρεμα επιστήμης και λογοτεχνίας. Μια τεχνική την οποία εξ’ όσον γνωρίζω σπάνια συναντάμε στην Νεοελληνική λογοτεχνία αλλά έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον τόσο για τη διδασκαλία αλλά και την επικοινωνία επιστημονικών πληροφοριών όσο και ως ιδιαίτερη μορφή λογοτεχνίας. Το είδος βέβαια αυτό μόνο καινούργιο δεν είναι. Στη διεθνή λογοτεχνία αρχικές προσεγγίσεις έγιναν στην ποίηση από τον Milton [7] και αργότερα βέβαια στην πεζογραφία από τους H.G. Wells και Jules Verne, οι οποίοι όμως θεωρούνται κατά προέκταση πατέρες της λογοτεχνίας επιστημονικής φαντασίας, χώρος που έχει πλέον εγκαθιδρυθεί ως ένα εντελώς ξεχωριστό είδος.

Σαφώς και η Βιομυθολογία δεν είναι επιστημονική φαντασία, είναι επιστημονική λογοτεχνία. Θεωρώ πως τα κοντινότερα έργα της νεοελληνικής λογοτεχνίας στη Βιομυθολογία του Μουζάκη είναι τα έργα του Δοξιάδη: Ο θείος Πέτρος και η Εικασία του Γκόλντμπαχ και Logicomix. Όπως ο Δοξιάδης στα δυο έργα του αυτά ασχολείται στο μεν πρώτο με τη μαθηματική εικασία του Γκόλντμπαχ και στο δεύτερο με την ιστορία της λογικής στην φιλοσοφία, έτσι και ο Μουζάκης αναδεικνύει τη βιολογική θεωρία των ειδών που μυθολογεί. Εξού και ο τίτλος αυτής της κριτικής. Σε αντίθεση βέβαια με τον Δοξιάδη, ο Μουζάκης δεν επιθυμεί απλώς να μας διδάξει ή να μας πληροφορήσει για τα βιολογικά χαρακτηριστικά των ειδών μέσω ανθρωπομορφισμού, αλλά και να εκθέσει αντικατοπτρικά πιθανές ανθρώπινες συμπεριφορές.

Εδώ θέλω να κάνω μια παρένθεση και να διερευνήσω συνοπτικά τον τρόπο με τον οποίο η λογοτεχνία και η επιστήμη αλληλοεπιδρούν και αλληλοεπηρεάζονται, εξετάζοντας ειδικότερα πώς η λογοτεχνία μπορεί να διαδώσει αποτελεσματικά περίπλοκες επιστημονικές έννοιες με έναν ελκυστικό και προσβάσιμο τρόπο, μετατρέποντας την πυκνότητα και την αφαίρεση των επιστημονικών εννοιών σε ισχυρές, αξιομνημόνευτες εκφράσεις. Η σχέση μεταξύ λογοτεχνίας και επιστήμης εκμεταλλεύεται τη συναισθηματική και εκφραστική δύναμη της λογοτεχνίας για να φωτίσει και να ζωντανέψει τις επιστημονικές έννοιες. Όπως σημειώνει ο Watts (2001:7), «ο δάσκαλος που παρουσιάζει λογοτεχνία [ποίηση] στην τάξη, ειδικά τα αγαπημένα του δίστιχα, λειτουργεί ως ένα εκφραστικό πρότυπο για τους μαθητές και μπορεί να δράσει ώστε να αναζωογονήσει τη διαφορετικά θαμπή εικόνα της επιστήμης».

Πολλές μελέτες [8] έχουν διερευνήσει τη δυνατότητα της λογοτεχνίας να ενισχύσει την εκπαίδευση στις επιστήμες σε διάφορα επίπεδα, από το δημοτικό σχολείο έως τις προπτυχιακές σπουδές. Το σώμα αυτής της έρευνας τονίζει τη μοναδική ικανότητα της ποίησης να κατακτήσει τη φαντασία, να προκαλέσει συναισθηματικές αντιδράσεις.

Η εκπαίδευση στις επιστήμες συνδέεται αναπόφευκτα με την πρόκληση της μεταστοιχείωσης – την απόσταξη περίπλοκων, συχνά αφηρημένων επιστημονικών ιδεών, εννοιών και δεδομένων σε μορφές που πυροδοτούν την περιέργεια, την αλληλεπίδραση και την κατανόηση. Η λογοτεχνία, ιστορικά χαρακτηρισμένη ως η αντίθεση των αυστηρών δομών των επιστημονικών δεδομένων, αναδύεται μέσω των εμπειρικών μελετών ως ένα σημαντικό μέσο ικανό να γεφυρώσει αυτή τη διαίρεση. Οι Love et al. [9] διαπιστώνουν ότι δάσκαλοι του δημοτικού αντιλαμβάνονται τη λογοτεχνία ως ένα ωφέλιμο εργαλείο για την ένταξη της διδασκαλίας των επιστημών, ενισχύοντας την αλληλεπίδραση των μαθητών και την κατανόηση επιστημονικών εννοιών. H Brown [10] βρίσκει ότι η δημιουργική έκφραση της επιστήμης μέσω της λογοτεχνίας εμπλουτίζει την ιατρική και την επιστημονική εκπαίδευση, διευκολύνοντας τη μεταφορά δεξιοτήτων όπως η χρήση εικόνων, μεταφορών και η σαφής επικοινωνία των αναλογιών, ενώ προάγει μια βαθύτερη κατανόηση και ενισχύει τις δεξιότητες παρατήρησης και ανάκλησης επιστημονικών αρχών. Αξίζει να σημειωθεί ότι η Brown [11] διερευνά την επικοινωνία περίπλοκων νευροεπιστημονικών εννοιών. Οι Januchowski-Hartley, Sopinka, Merkle, Lux, Zivian, Goff, & Oester [12] τονίζουν τον ρόλο της λογοτεχνίας στην προώθηση της δημιουργικότητας και της αλληλεπίδρασης στην επιστήμη της οικολογίας, υποδεικνύοντας ότι η λογοτεχνική αφήγηση μπορεί να τοποθετήσει τον επιστημονικό λόγο στο πλαίσιο επιστημονικών πεδίων που συνήθως περιορίζονται από διαλόγους βαρυφορτωμένους με ορολογία. Ο Colfax [13] δείχνει ότι η ένταξη της λογοτεχνίας στη διδασκαλία της βιολογίας βελτιώνει τη διατήρηση του περιεχομένου και προάγει μια βαθύτερη σύνδεση με το αντικείμενο μελέτης. Η ποίηση μπορεί να εξανθρωπίσει την επιστημονική εκπαίδευση μέσω της προσωποποίησης και της πρόκλησης μιας συναισθηματικής απόκρισης στις ιδέες, τις έννοιες και τα δεδομένα της επιστήμης, ιδιαίτερα σε κοινότητες χαμηλού βιοτικού επιπέδου [14].

Σε πρακτικό επίπεδο, οι Frazier και Murray [15] προτείνουν τη χρήση της «ποίησης σε δύο φωνές», μια συνεργατική τεχνική που ζητά από ζευγάρια μαθητών να δημιουργήσουν ποιήματα που απαιτούν δύο αναγνώστες/φωνές που αντανακλούν τη διαλογική φύση της επιστημονικής έρευνας, με τον έναν αναγνώστη/φωνή να θέτει ερωτήσεις και τον άλλο να παρέχει απαντήσεις βασισμένες σε εμπειρικές παρατηρήσεις. Αυτή η διαλογική λογοτεχνική μορφή δεν ενισχύει μόνο τις επιστημονικές έννοιες, αλλά επίσης ενθαρρύνει τους μαθητές να αλληλοεπιδράσουν με το υλικό δημιουργικά και κριτικά.

Η σχέση μεταξύ ποίησης και επιστήμης συνεχίζει να εξελίσσεται εξερευνώντας τις φιλοσοφικές, επιστημολογικές και πρακτικές συνέπειες της τομής τους. Όπως σημειώνει ο Hili [16], «η επιστήμη και η ποίηση, για παράδειγμα, μας προσφέρουν μεταφορές για να κατανοήσουμε τις περιπλοκότητες της ζωής» (σ. 109). Οι Calderón Moya-Méndez & Zwart [17] υποστηρίζουν ότι η λογοτεχνία «ίσως να βοηθήσει να γεφυρωθεί το χάσμα μεταξύ της γνώσης –που παράγεται από την επιστήμη– και της αληθινής ενσυναίσθησης για τη φύση, η οποία είναι ζωτικής σημασίας σε αυτή την εποχή της παγκόσμιας περιβαλλοντικής διαταραχής και μαζικής εξαφάνισης» (σ. 742).

Η εμφάνιση της τεχνητής νοημοσύνης θολώνει τις γραμμές μεταξύ λογοτεχνίας και επιστήμης με τη λογοτεχνία επιστήμης που δημιουργείται από την τεχνητή νοημοσύνη να αναδύεται ως μια νέα μορφή έκφρασης (Kirmani, 2022). Αυτή η εξέλιξη θέτει σημαντικά ερωτήματα σχετικά με τη φύση της δημιουργικότητας, τον ρόλο της τεχνολογίας στην καλλιτεχνική έκφραση και το μέλλον της διεπιστημονικής συνεργασίας.

Τελικά, ο διάλογος μεταξύ της λογοτεχνίας και της φιλοσοφίας της επιστήμης είναι ουσιαστικός για την καλλιέργεια μιας πιο ολιστικής κατανόησης του κόσμου και της θέσης μας σε αυτόν. Η ποίηση περιλαμβάνει ένα λεξιλόγιο που υπερβαίνει τους περιορισμούς της διδακτικής, παρέχοντας μια αισθητική διάσταση στη διαδικασία μάθησης, επιτρέποντας την επιστήμη να αισθανθεί και να βιωθεί, όχι μόνο να κατανοηθεί (Lewis, 2020, Huber, 2019). Η ικανότητα της λογοτεχνίας να αποστάζει την επιστημονική σκέψη σε μορφές που προκαλούν θαυμασμό και ερωτήματα παραμένει αδιάφορη από τις συμβατικές μεθόδους επικοινωνίας της επιστήμης. Η ποίηση, συνεπώς, ενσαρκώνει περισσότερα από ένα εκπαιδευτικό εργαλείο· έναν καταλύτη για μια πλουσιότερη, πιο θερμή κατανόηση της επιστήμης –μια κατανόηση που αναγνωρίζει το συναισθηματικό, το ευφάνταστο και το ενσυναισθητικό μαζί με το λογικό.

Κλείνοντας οφείλω ως μελετητής να αναγνωρίσω τη δικιά μου μεροληψία, καθότι δεν είχα ποτέ καλή σχέση με τη φύση. Από τη φύση αγαπάω μόνο τη θάλασσα στην οποία κολυμπώ με τις ώρες, καθώς και τα μυθικά ζώα των παραμυθιών, βλέπε Πήγασος, Δράκοι και αλλά, τα οποία κατέχουν ως φανταστικά είδη αντίληψη ανώτερη από την ανθρώπινη. Κατά τα λοιπά, την φύση την κρατάω σε απόσταση. Το βράδυ, τα βάτα και τα χωράφια φέρνουν στη μνήμη μοχθηρούς κινδύνους να κρύβονται πίσω από θάμνους. Και την ημέρα δεν έχω συναντήσει ζώο άγριο η ήμερο που όταν περνάω από δίπλα να μην τεθεί σε στάση μάχης.

Παρόλαυτα, βρισκω την αγάπη και την αποδοχή που εκφράζει ο Μουζάκης για τη βιολογία της φύσης και τη φύση της βιολογίας, ζωικής τε και ανθρώπινης, λαμπερή και αγαθή, έως και ρομαντική θα μπορούσα να πω. Βέβαια, πιστός στις μεροληψίες μου, θα συνεχίσω να ονειρεύομαι δράκους, γρύπες και μαρτιχόρες ή μαντιχώρες.

Σημειώσεις

1. Για μια εξαιρετική εισαγωγή στην αξία και δομή του διηγήματος μικρής φόρμας δες: Περαντωνάκης., Ν., Γ., (2016)., «Η μικρή φόρμα αντιστέκεται στην επικράτεια του μυθιστορήματος», Χρόνος, τχ. 40-41, Αύγουστος – Σεπτέμβριος [τελευταία πρόσβαση: 11.2.2024]..

2. Βλ. Van Dyck, K. (Ed.). (2017). Austerity measures: The new Greek poetry. New York Review of Books.

3. Βλ. Milman., O., (2016), «Anthropomorphism: how much humans and animals share is still contested», The Guardian, 15.1.2016 [τελευταία πρόσβαση: 12.2.2024]. 

4. Βλ. Larsen, N. E., Lee, K., & Ganea, P. A. (2018). «Do storybooks with anthropomorphized animal characters promote prosocial behaviors in young children?» Developmental Science, 21(3), e12590. Ganea, P. A., Canfield, C. F., Simons-Ghafari, K., & Chou, T. (2014). «Do cavies talk? The effect of anthropomorphic picture books on children’s knowledge about animals». Frontiers in psychology, 5, 283.

5. Wynne, C. D. (2007). «What are animals? Why anthropomorphism is still not a scientific approach to behavior». Comparative Cognition & Behavior Reviews, 2.

6. Προσωπικά θεωρώ πως το όνομα της ψείρας αδικεί την Νηρηίδα Κυμοθόη και οφείλω να πω πως, εμπρός στο όνομα της βιολογίας, αντιτάσσω του Παλαμά το ποίημα «Κυμοθόη».

7. Βλ. Martin, C. G. (2019). Milton and the new scientific age: poetry, science, fiction. Routledge.

8. Love, T. S., Napoli, M., & Lee, D. (2023). «Examining pre‐service elementary educators’ perceptions of teaching science when integrated with poetry». School Science and Mathematics, 123(2), 42-53. Love, T. S., Lee, D., & Napoli, M. (2024). «Integrating Science Concepts Through Poetry: A Study Comparing Online and Face-to-Face Teaching Methods Courses for Pre-Service Elementary Educators». Journal of Science Education and Technology, 33(1), 57-67. McVey, M., & Pechenik, J. A. (2020). «Using poetry in the undergraduate biology classroom». The American Biology Teacher, 82(6), 416-420. Mirkin, P. J., Evans, R., & Ferreira, J. (2020). «The arts in science? Using poetry to teach Chemistry in Grade 9». South African Journal of Education, 40(2), S1-S11.

9. Ibid.

10. Brown, S. A. (2015). «Creative expression of science through poetry and other media can enrich medical and science education». Frontiers in neurology, 6, 110226.

11. Ibid.

12. Januchowski-Hartley, S. R., Sopinka, N., Merkle, B. G., Lux, C., Zivian, A., Goff, P., & Oester, S. (2018). «Poetry as a creative practice to enhance engagement and learning in conservation science». BioScience, 68(11), 905-911.

13. Colfax, E. (2012). The impact of infusing science poetry into the biology curriculum. Master Thesis, Bozeman, MT: Montana State University.

14. Suarez Garcia, A. (2022). Humanising science through poetic storytelling (Doctoral dissertation, University of Otago). Bulion, L. (2019). «In the Field and in the Literacy Lab: Science Poetry!» Knowledge Quest, 47(3), 62-64. Stanley, N. V. (2021). «Poetry and digital media for improving upper elementary African American science learning». Journal of Poetry Therapy, 34(1), 13-23.

15. Frazier, W. M., & Murray, K. B. (2009). «Science poetry in two voices: poetry and the nature of science». Science education review, 8(2), 58-78.

16. Hili, I. (2017). «“We Have Poetry/So We Do Nor Die of History”. On the Interplay Between Poetry, Science, and Ideology». Human and Social Studies, 6, 103-11.

17. Calderón Moya-Méndez, N., & Zwart, H. (2022). «Science and poetry: poems as an educational tool for biology teaching». Cultural Studies of Science Education, 17(3), 727-743.

⸙⸙⸙

[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Ζωγραφική: ©Ιlya Ζomb. Δείτε τα περιεχόμενα του ενδέκατου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]

Σε λίγο καιρό κοντά σας με νέο ηλεκτρονικό τεύχος στο mag.frear.gr

Mag.frear.gr – Τα ηλεκτρονικά μας τεύχη