frear

Τα όνειρα επιμένουν – γράφει η Κούλα Αδαλόγλου

Άβρα Αυδή, Μονοπάτια, εκδ. Γράφημα, 2022.

Η Άβρα Αυδή δεν γράφει νοσταλγικά για την παιδική, την εφηβική ή και την ενήλικη ζωή. Τα διηγήματά της είναι μια μελέτη στον χρόνο και στις απώλειες. Κι αν το κλίμα γέρνει συχνά προς τη συγκίνηση, το ζοφερό αποφεύγεται με το σκηνικό που στήνει η συγγραφέας και με τις λεπτομέρειες της καθημερινότητας και των περιγραφών. Που καρυκεύουν τη θλίψη, τις μνήμες, το κενό, με νοστιμιά και ομορφάδα.

Υπάρχει πάντα μια αφηγήτρια, διαφορετική σε κάθε διήγημα. Που όμως θα μπορούσα να τις ονομάσω περσόνες μιας κεντρικής αφηγήτριας. Σαν να παίζει ρόλους αυτή η αφηγήτρια και να μας δείχνει διαφορετικές πλευρές της ζωής της, διαφορετικές εκδοχές. Αφηγείται με την οπτική της ενήλικης, βασικό κοινό στοιχείο στις αφηγήτριες-περσόνες.

Παρεισφρέουν και άλλες φωνές, από διαφορετικές ηλικίες και ακούγονται ευδιάκριτα, κάτι που το θεωρώ σημαντικό προτέρημα. Ο λόγος είναι φυσικά αυτός που επιτυγχάνει τη διαφοροποίηση, με την επιλογή του κατάλληλου λεξιλογίου, του ύφους γενικότερα.

Στις περσόνες της αφήγησης κοινός παρονομαστής, μπορούμε να πούμε, είναι μια στοχαστική γυναίκα, που κοιτάζει πίσω στον χρόνο, αλλά και στο παρόν και στο μέλλον. Και «βλέπει» διαφορετικά σχέσεις με το οικογενειακό, το συγγενικό περιβάλλον και με φίλες. με περιστάσεις και γεγονότα. Ανακαλύπτει σκιές που δεν τις είχε προσέξει, αλλά και φως που τώρα αποκτά άλλη σημασία.

Κάποιες φορές η αφήγηση γίνεται ρόλος. Σε μια διάδραση με την πραγματικότητα. Τα περιστατικά δηλαδή μπορεί να είναι από ένα μάθημα θεατρικού παιχνιδιού. Επίσης, ένα μέρος της αφήγησης να γίνεται κείμενο για δημιουργική γραφή. Η συγγραφέας προχωρά ακόμη περισσότερο, όταν εμφανίζεται πίσω από την αφηγήτρια, να σχολιάζει πως ήταν μια ιστορία που τελικά δεν γράφτηκε, πως χρειάστηκε να αλλάξει τα ονόματα, πως η έρευνα για τα γεγονότα δεν ολοκληρώθηκε. Πρόκειται για το πιο εκτεταμένο διήγημα «Μια ιστορία που δε γράφτηκε», με σύνθετη αφήγηση σε διάφορα επίπεδα και με αναφορά σε γεγονότα παλιότερα, της κατοχής και του εμφυλίου, ενώ τα άλλα διηγήματα κινούνται σε πιο σύγχρονο χρονικό πλαίσιο.

Η πρωτοπρόσωπη, συνήθως, αφήγηση μετατρέπεται σε μονόλογο ή σε εσωτερικό μονόλογο κάποτε, με στοιχεία ελεύθερου πλάγιου λόγου. Τα τμήματα αυτά δηλώνονται οπτικά με πλαγιογράμματη γραφή. Όπου η αφηγήτρια με λόγο ελλειπτικό κάνει αναδρομές στο παρελθόν, σκάβει πιο βαθιά στην ψυχή της, εξομολογείται, ερμηνεύει, αποκαλύπτει. Σαν ένα παραλήρημα κάποιες φορές. Ένα πικρό χιούμορ παρεισφρέει κάποτε, όπως στο διήγημα «Το κομοδίνο», για να παρουσιαστεί με έξυπνα σατιρικό τρόπο συμπεριφορά που, διαφορετικά, θα μπορούσε να πάρει τη μορφή μελό. Και η ενδοοικογενειακή βία προσεγγίζεται με ιδιαίτερα προσεχτικό τρόπο στο «Ό,τι γράφει δεν ξεγράφει», αφού η γυναίκα της ιστορίας, δέσμια της αγάπης, πληρώνει την ανοχή της ώσπου καταφέρνει να αποδεσμευτεί, χωρίς απόλυτη βεβαιότητα για το μέλλον.

Γυρνάει προς τη μεριά μου και μου πιάνει το χέρι.
-Σ’ ευχαριστώ. Τώρα που τα ’γραψες, ησύχασα. Ό,τι γράφει δεν ξεγράφει. Να έρχομαι πού και πού και να μου τα διαβάζεις;
-Να έρχεσαι, Ευδοκία, να έρχεσαι. Αλλά πες μου. Τι σ΄ έπιασε και θέλεις να τα ακούς;
-Θέλω να θυμάμαι αυτά που μού ʼκανε. Φοβάμαι. Φοβάμαι πολύ. Πάλι θα τον λαχταρήσω τον χαζό. Κι αν γυρίσει, πάλι θα τον πάρω στο σπίτι. Αγάπη ξέρεις τι είναι;
(σ. 158)

Η Άβρα Αυδή διαθέτει τη σκευή, από τη φιλολογία και τη γλωσσολογία, καθώς και την αφηγηματική δύναμη, ώστε να δοκιμαστούν και να αξιοποιηθούν πολλές εκδοχές της αφήγησης (αξιοποιούνται όλα αυτά, το τονίζω, και συνδυάζονται με την αφηγηματική ικανότητα, γιατί, με τη γνώση μόνο, το αποτέλεσμα δεν είναι δεδομένο). Και επιπλέον διαθέτει τον πλούτο από τη μακρόχρονη θητεία της στο θέατρο. Το ενδιαφέρον του αναγνώστη ανανεώνεται κάθε φορά, εφόσον μπαίνει σε διαφορετική ατμόσφαιρα. Και είναι ολοφάνερη η θεατρικότητα των κειμένων, ιδιαίτερα στους μονολόγους.

Η συγγραφέας δεν παρατηρεί μόνο τις αλλαγές και τη φθορά στο σώμα, μέσα στον χρόνο. Περιγράφει και τα πάθη και τα παθήματα της ψυχής. Με ματιά βαθιά και στοχαστική μιλά για τις κρυμμένες πληγές, για τις εσωτερικές συγκρούσεις, τα τραύματα, τις απώλειες. Όχι για να κρίνει ούτε για να αξιολογήσει. Για να δείξει πόσο τυραννικοί είναι, παράλληλα με τους πόνους του σώματος, και οι πόνοι της ψυχής.

Στη μέση σχεδόν του βιβλίου δύο διηγήματα που τα θεωρώ σημαντικά-κομβικά: «Μονοπάτια του βουνού» και «Μονοπάτια της θάλασσας».

Η ομορφιά της φύσης αντίδοτο στον φόβο του θανάτου.

Από το εξαιρετικά ερωτικό, διονυσιακό θα έλεγα, «Χοροποιός ήβη» περνούμε σε ιστορίες και τραύματα από εξαπατήσεις, προδοσίες, έρωτες που πεθαίνουν αλλά και από την αγάπη που πάντα μένει.

Στο σκηνικό των αφηγήσεων εμφανίζεται, όπως είναι φυσικό, ο κόβιντ και η πανδημία. Με τους φόβους, τις ανησυχίες, την απομάκρυνση, τον εγκλεισμό, τις απώλειες. Που γεννούν νέες οπτικές για την αντιμετώπιση συνθηκών στο άμεσο και στο πιο μακρινό μέλλον. Που δίνουν καινούριες πρακτικές διαφυγής, όπως είναι η εξ αποστάσεως επικοινωνία.

Από τις εκδοχές της αφηγήτριας δεν θα μπορούσε να λείπει ο ρόλος της δασκάλας. Τον βρίσκουμε στα αφηγήματα «Στον Σείριο υπάρχουνε παιδιά» και «Το βιβλίο της Σενέζ από το Αφγανιστάν». Στον Σείριο πρωταγωνιστεί ο Άλμπορ, πρόσφυγας από το Ιράν. Η Σενέζ από το Αφγανιστάν, στο δεύτερο. Δεκαεφτάχρονοι και οι δύο, ζουν σε καταυλισμούς προσφύγων. Κοινά στοιχεία στα δυο παιδιά: η επιθυμία τους να μάθουν γλώσσα και να σπουδάσουν. Και ο ρόλος της αφηγήτριας φιλολόγου, που τα βοηθά και τα στηρίζει στα όνειρά τους με διαδικτυακή διδασκαλία. Οι ιστορίες είναι και πραγματικές και φανταστικές, παραφράζω μια φράση του κειμένου. Δηλαδή, έχουν πραγματική αφετηρία, αλλά στη συνέχεια παίρνουν τον δρόμο τους αφηγηματικά. Η αφήγηση μιλά για τα καταφύγια στη ζωή του ανθρώπου, στη συγκεκριμένη περίπτωση του νεαρού πρόσφυγα, που βρίσκει τον δρόμο του. Και της Σενέζ βέβαια, που έχει περισσότερα προβλήματα και η καθηγήτρια νομίζει πως τη χάνει, αλλά στο τέλος είναι εκεί. Το βλέμμα της ταξιδεύει, σαν να ψάχνει να βρει ένα μονοπάτι, σ. 205. Να διεκδικήσει τα θέλω της και να γράψει το δικό της βιβλίο.

Τα διηγήματα της Άβρας Αυδή μιλούν για καταστάσεις δύσκολες, και καταστάσεις ευφρόσυνες. Για προβλήματα που λύνονται και για άλλα που δημιουργούν απώλειες και τραύματα που ματώνουν για μια ζωή. Αλλά θέλω να τονίσω ότι πάντα στο τέλος υπάρχει φως. Με τη λύση της αφήγησης δίνεται μια διέξοδος, η οποία βρίσκεται τις περισσότερες φορές μέσα μας, στη δύναμη που παλεύει να αντλεί η ψυχή μας.

Η συγγραφέας περιδιαβαίνει σε μονοπάτια των τόπων και της ψυχής, και μας μιλά για τον χρόνο, για όσα αλλάζουν και για όσα χάνονται. Για τα όνειρα που επιμένουν, τρεμοσβήνουν αλλά ξαναγυρνούν, με κέντρο τα νέα παιδιά. Η δύναμή τους γίνεται αφετηρία για νέα σχέδια και για κατάφαση στη ζωή. Και για τη φωτεινή ρωγμή που, μέσα στο σκοτάδι, μας δίνει τη δύναμη να πορευόμαστε και να ελπίζουμε.

⸙⸙⸙

[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Φωτογραφία: Georgie Pauwels. Δείτε τα περιεχόμενα του έβδομου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]

 

Σε λίγο καιρό κοντά σας με νέο ηλεκτρονικό τεύχος στο mag.frear.gr

Mag.frear.gr – Τα ηλεκτρονικά μας τεύχη