frear

Με τραγικότητα – του Γρηγόρη Τεχλεμετζή

Παναγιώτης Χατζημωυσιάδης, Το χιόνι των Αγράφων, εκδ. Κίχλη, Αθήνα 2021.

Γροθιά στο στομάχι είναι τα τραγικά κομμάτια του σπονδυλωτού μυθιστορήματος του Παναγιώτη Χατζημωυσιάδη, που πραγματεύεται την πορεία των νεοσύλλεκτων ανταρτών της Ταξιαρχίας Αόπλων Ρούμελης, μέσα σε εχθρικό και αφιλόξενο έδαφος, στην εποχή του Εμφυλίου.

Σαν άλλοι «μύριοι» (της Καθόδου του Ξενοφώντα) διασχίζουν μια επικίνδυνη χώρα, κυνηγημένοι, προσπαθώντας εναγωνίως να φτάσουν στη δική τους «θάλασσα», καθώς ο εχθρός τούς πλευροκοπά και τους εξοντώνει. Δε μεταφέρουν ένα «κιβώτιο» (Άρης Αλεξάνδρου) προς μια άγνωστη αποστολή, αν και είναι και αυτοί αντάρτες του Εμφυλίου που πειθαρχούν σε διαταγές, αλλά ανθρώπινες ψυχές άοπλων επιστρατευμένων, για να ενωθούν με το κυρίως στράτευμα. Ανθρώπους που πονούν και πεθαίνουν. Ούτε γυρίζουν θαλασσοδαρμένοι από τη δική τους Τροία (Οδύσσεια του Ομήρου), αλλά ομοίως καταδιώκονται, καθώς βαδίζουν προς τον δικό τους στόχο, και ομοίως τους υποστηρίζουμε, όπως σε όλα τα παραπάνω λογοτεχνήματα (ας δώσουμε έτσι λοιπόν μερικά εναύσματα για παράλληλα κείμενα).

Κάποιοι από τους ήρωές του εκτελούνται από παρανοήσεις («Οι ασύρματοι») ή από ηθελημένη πλεκτάνη («Πιο θάνατος»), με τραγική ειρωνεία, άλλοι γεύονται τα θλιβερά παρεπόμενα της ήττας των ανταρτών («Χειμερινή Ολυμπιάδα») ή τους σκοτώνουν οι οβίδες («Μονάχα Σωτήρης») και όλοι βλέπουν τα όνειρα και τα ιδανικά τους να καταρρέουν, ενώ ελάχιστοι διασώζονται, ορισμένοι στο ατομικό τους λειψό όραμα («Ολοκαυτώματα»). Όλοι όμως είναι έρμαια των καταστάσεων, παρ’ όλη την προσπάθειά τους να ελέγξουν το μέλλον τους και να πραγματώσουν τα ιδανικά και τις θελήσεις τους. Είναι αγνοί και ανθρώπινοι, γι’ αυτό κι ακόμα και αν σφάλουν, εξαναγκαζόμενοι από τα γεγονότα, ο αναγνώστης τους κατανοεί (Χαράλαμπος Σουρούτσης, «Χειμερινή Ολυμπιάδα»).

Παρακολουθούμε μέσα από διαφορετικά άτομα τον τρόπο που βιώνουν την εκστρατεία, πώς και γιατί συμμετέχουν σε αυτή και τη ζωή της οικογένειάς τους και τη δική τους στα δύσκολα χρόνια του Εμφυλίου και κάποτε της Κατοχής, μια και οι δυο αυτές περίοδοι συνδέονται. Είναι ένα συνολικό ψυχογράφημα των ανθρώπων που εμπλέκονται σε αυτόν, που ερμηνεύει τα γεγονότα με καθαρά ανθρώπινη σκοπιά. Άλλοι κατατάσσονται στον Δημοκρατικό Στρατό για ιδεολογικούς λόγους, άλλοι για να εκδικηθούν για θανάτους δικών τους, άλλοι με το ζόρι, κάποιος για κάποιον έρωτα και κάποιοι άλλοι για να αφήσουν πίσω δυσχερείς καταστάσεις. Φτιάχνουν έτσι ένα ετερογενές μίγμα που το ενώνει η ηθική και δημοκρατική του υπόσταση, καθώς αντιτάσσεται στον αμοραλισμό και στη διαφθορά. Ο ίδιος ο γράφων θα μας πει διαμέσου του ήρωά του: «[…] έβλεπε συμπυκνωμένη την ιστορία δέκα χρόνων με τις πρώτες ελπίδες, τις κατοπινές ήττες και τις τωρινές συντριβές. Τούτη η πορεία δεν ήταν απλώς μια πορεία, ήτανε κάτι παραπάνω» (σ. 144). Είναι ένα μυθιστόρημα ψηφιδωτής τοιχογραφίας του Εμφυλίου.

Σαφώς ο συγγραφέας τους αφουγκράζεται, τους κατανοεί και κάποτε, όταν χρειάζεται, τους δικαιολογεί. Δεν είναι ουδέτερος, αλλά παίρνει θέση, μέσα από τα συμβάντα που περιγράφει. Αλλά η ουδετερότητα του λογοτέχνη –αλλά και κάθε ανθρώπου– είναι ένας μύθος, γιατί ο καθένας κουβαλάει τα βιώματά του και τις εκούσιες ή ακούσιες θέσεις του. Ακόμα και η απόλυτη ουδετερότητα του ιστορικού είναι φενάκη –γεγονός που βαθμολογείται με σχετικότητα, αλλά αξιολογείται. Το επισημαίνω γιατί εδώ μιλάμε για μια ερμηνευτική αποτύπωση της πρόσφατης ιστορίας μας.

Το αποτρόπαιο, η σκληρότητα, ο θάνατος και το παράλογο του πολέμου κρέμονται ανατριχιαστικά διαρκώς πάνω από τις σκληρά ρεαλιστικές περιγραφές του. Το βιβλίο μπορεί να χαρακτηριστεί, κατά κύριο λόγο, αντιπολεμικό. Η αδικία είναι πιο δυνατή από το δίκιο. Επικρατεί, πικραίνει, σκοτώνει… Οι αγνοί άνθρωποι πονούν από τα παρεπόμενα της ήττας. Η αφήγηση συχνά κινείται πριν και μετά τα γεγονότα, για να σκιαγραφήσει και να εκτιμήσει έτσι συνολικά τις συνθήκες και τους χαρακτήρες. Γιατί η Ελλάδα σημαδεύτηκε για πολλά χρόνια μετά από τα παρεπόμενα του Εμφυλίου. Αφήνει έτσι μια πικρή γεύση στο στόμα, ως μια ετεροχρονισμένη διαμαρτυρία. Αλλά αυτή είναι η ιστορική αλήθεια και σε αυτήν στοχεύει ο συγγραφέας, χωρίς ωραιοποιήσεις. Είναι σκέτη αλήθεια, ο ρεαλισμός του πολέμου, ενός εμφύλιου πολέμου. Ο τρόπος που παρουσιάζει αυτούς που εγκλημάτησαν είναι η δικαίωση των νεκρών και των βασανισμένων. Είναι ένας φόρος τιμής στους ανθρώπους που με αγνότητα και αφιλοκέρδεια υπηρέτησαν τα ιδανικά τους, ζητώντας μια καλύτερη ζωή, μια ελεύθερη Ελλάδα και δικαιοσύνη, ανεξάρτητα αν και κατά πόσον απατήθηκαν –αυτό πρέπει να το αναγνωρίσουν ακόμα και οι διαφωνούντες.

Μέσα όμως στην αγνότητα των επαναστατών διαφαίνεται η μεροληπτική φθορά της εξουσίας κάποιων, παθογένεια που μετέπειτα πικρά σημάδεψε τις χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού. Ο αρχηγός Γούσιας έχει το καλύτερο άλογο, αποφεύγει τις ταλαιπωρίες, κάνει συνέχεια αυστηρές παρατηρήσεις και τρώει την καλύτερη μερίδα. Έτσι «ουδέν καλόν αμιγές κακού» (ας αντιστρέψουμε το ρητό).

Ανάμεσα όμως στη σκληρότητα και στον θάνατο θα χωρέσει, ως αντίστιξη, ο έρωτας του Ουλιόπουλου με τη βοηθό του αρχηγού («Εκκαθαρίσεις»). Ιδιαίτερα πετυχημένες είναι οι αντιπαραβολές του αρνιού, που σουβλίζανε όταν ο ήρωας ήταν μικρός και με παιδική αγνότητα αγαπούσε και συμπονούσε, με την τραγική κατάληξη του ίδιου. Αλλά και γενικότερα το κείμενο δομείται με αντιπαραβολές και αντιστίξεις. Έτσι έχουμε τα αντιθετικά ζεύγη: θάνατος-έρωτας, οικογενειακή γαλήνη-σκληρότητα του πολέμου, φιλία-ρουφιανιά, αναζήτηση δικαίου-επικράτηση της αδικίας, ιδανικά-αποτυχία επικράτησής τους και αναζήτηση ελευθερίας-πειθαρχία. Από την άλλη έχουμε τις αντιπαραβολές: σουβλισμένο αρνί-εκτελεσμένος ήρωας, άδικος χαμός πατέρα-άδικος χαμός γιου, πτώση του σκιέρ-πτώση της αριστεράς και του Δημοκρατικού Στρατού κ.τ.λ.

Η αφηγηματική δύναμη του Χατζημωυσιάδη δημιουργεί ένα συνεχές, σφιχτοδεμένο και αβίαστο κείμενο, χωρίς κατατμήσεις που θα διασπούσαν την προσοχή. Περιγράφει ρεαλιστικά τα γεγονότα, χωρίς να παίρνει άμεσα θέση, ενώ τα συναισθήματα και τα συμπεράσματα απορρέουν από αυτά. Συχνά η γραφή του στηρίζεται σε καρέ- καρέ αποτύπωση και σε σύντομα flash back που δένουν την υπόθεση, σκιαγραφώντας έτσι τους ήρωές του.

Το πλεονέκτημα του σπονδυλωτού μυθιστορήματος είναι ότι τα επιμέρους κεφάλαια μπορεί να διατηρούν τη διηγηματική ένταση, ενώ το όλον να είναι πολυσχιδές και πολυθεματικό και ταυτόχρονα να ενοποιούνται κάτω από μια γενική ιδέα ή κατάσταση, διευκολύνοντας την ανάγνωσή τους –στοιχεία που ο συγγραφέας αξιοποιεί στο έπακρο. Στο μη σπονδυλωτό μυθιστόρημα συνήθως υπάρχουνε περισσότερα κομμάτια εκτόνωσης, γιατί αλλιώς το κατασκεύασμα θα ήταν εξαντλητικά αφύσικο και άστοχο.

Συνοψίζοντας, μυθιστόρημα ιστορικής μνήμης και αναζήτησης της αλήθειας είναι Το χιόνι των Αγράφων του Χατζημωυσιάδη, έντονα ψυχογραφικό και με σκληρό ρεαλισμό, που αποτυπώνει όλο το κλίμα του Εμφυλίου, με τα όνειρα και τις ματαιώσεις.

⸙⸙⸙

[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Ζωγραφική: Ivan Generalic. Δείτε τα περιεχόμενα του πέμπτου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]

Σε λίγο καιρό κοντά σας με νέο ηλεκτρονικό τεύχος στο mag.frear.gr

Mag.frear.gr – Τα ηλεκτρονικά μας τεύχη