frear

Στη Σοφούλα Α. – του Πολύβιου Ν. Προδρόμου

Σήκω μωρή να πας στον άντρα σου! Τι ήρθες να κάνεις εδώ; Ο άντρας έτσι είναι. Κι εσένα στέρφα ποιος να σε πάρει τώρα άμα φύγεις απ’ αυτόν; Στέρφα την ανέβαζε και στέρφα την κατέβαζε κι ο άντρας της. Τι ζητάς τώρα; Θα τον χωρίσω μάνα, έλεγε η Σοφούλα. Θα τον χωρίσω.Φοβάμαι. Αυτός είναι ικανός να με σκοτώσει. Χτες βράδυ έβγαλε τη ζώνη του και με χτυπούσε. Με είχε βάλει κάτω και με πατούσε στο λαιμό. Την ζήλευε. Όμορφη γυναίκα. Ρούσα! Την μικροπαντρέψανε για να λιγοστέψουν τα στόματα. Είχε άλλα τρία κορίτσια να μεγαλώσει ο πατέρας της. Τις άφησε προίκα στη Φώταινα, τη γυναίκα του. Το φτωχικό τους δε σήκωνε, δε μπορούσε να αντέξει τέσσερις μαγάρες, όπως τις έλεγε ο συχωρεμένος. Η Σοφούλα του, η πρωτοκόρη του, κι αν είχε φάει ξύλο. Χτύπαγε τη Φώταινα, χτύπαγε κι αυτήν. Οι πιο μικρές έτρεχαν να κρυφτούν για να γλιτώσουν από τα χέρια του. Του τη ζητήσανε να την παντρέψει. Παιδί ακόμα, δεν είχε κλείσει τα δεκαπέντε. Δε δυσκολεύτηκαν να πουν το «ναι». Χαρίσανε την ομορφιά της, την παιδική της αθωότητα, τη φρεσκάδα της στον Βάιο που είχε τα τριπλά της χρόνια, κλείνοντας τ’ αυτιά τους στις φήμες που ακούγονταν γι’ αυτόν. Άλλους δύο γάμους είχε κάνει αυτός –χωρίς παιδιά. Την ζήλευε, γιατί την αγαπούσε, έτσι έλεγε.

Σημαδεμένη στο λαιμό, στο στήθος και στο πρόσωπο, προσπαθούσε να δικαιολογηθεί στις άλλες γυναίκες που συναντούσε στην εκκλησία, πως ήταν από απροσεξία δική της, πότε όταν πήγε να δέσει την κληματαριά και μπερδεύτηκε με το σκοινί και πάλι καλά που ήταν ο άντρας της εκεί να τη σώσει, αλλιώς θα είχε πνιγεί. Άλλοτε πάλι πως τη χτύπησε η πρατίνα, κουτουλιά στα στήθη και το πρόσωπο, που δεν ήθελε και δεν καθότανε να τη μαρκαλέψει το κριάρι. Ύστερα, έριχνε τα μάτια χαμηλά για να μην καταλάβουν και έφευγε σιωπηλή κρατώντας στις χούφτες της το αντίδωρο. Αυτός ο γάμος είχε μόνο χρόνους δίσεκτους.

«Το θύμα Σ.Α., 30 ετών, έφερε πολλαπλές κακώσεις στο στήθος και το κεφάλι. Αιτία θανάτου ο στραγγαλισμός δι’ ανθρώπινων χεριών», έγραψε ο ιατροδικαστής.

-Σκότωσα τη γυναίκα μου. Είχα υποψίες πως με απατούσε. Ήτανε και στέρφα. Τι να την έκανα; Ομολόγησε ο 55χρονος σύζυγός της.

-Γιατί, Σοφούλα μου, δεν μου είχες πει τίποτα τόσο καιρό ότι σε βασάνιζε ο παλιάνθρωπος; Αναρωτιόταν η μάνα.

-Εμείς δεν είχαμε προσέξει κάτι το ασυνήθιστο, έλεγε το χωριό.

⸙⸙⸙

[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Το μικροδιήγημα είναι προϊόν μυθοπλασίας. Δείτε τα περιεχόμενα του τρίτου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]

Σε λίγο καιρό κοντά σας με νέο ηλεκτρονικό τεύχος στο mag.frear.gr

Mag.frear.gr – Τα ηλεκτρονικά μας τεύχη

%d bloggers like this: