frear

Για τους «Δαιδάλους της ελληνικής διπλωματίας» του Θεμιστοκλή Λ. Χρυσανθόπουλου – γράφει ο Γιώργος Βέης

Θεμιστοκλής Λ. Χρυσανθόπουλος, Στους δαιδάλους της ελληνικής διπλωματίας. Υπουργείο Εξωτερικών 1945-1980, Εισαγωγή-επιμέλεια: Ειρήνη Σαριόγλου, εκδ. Ελληνικό Ίδρυμα Ιστορικών Μελετών, 2021.

«Όποιος γνωρίζει τους άλλους έχει διάνοια.
Όποιος γνωρίζει τον εαυτό του έχει αληθινή σοφία»

Λάο Τσε, Ταό Τε Κινγκ

Τι γνωρίζουμε άραγε επακριβώς για την όλη διαχείριση του ειδικού εκείνου μνημονικού υλικού, το οποίο πρόκειται να γίνει βιβλίο, αποτελώντας έτσι μιαν ακόμη ψηφίδα της γραπτής Ιστορίας, διπλωματικής ή μη; Αρκεί προσώρας η εξής, μεταξύ των πολλών, απροκάλυπτη μέθοδος, όπως την εκθέτει αρκούντως γλαφυρά ο Λουσιέν Φαμπρ (1878-1956): «Συγκεντρώνεις γεγονότα. Για το λόγο αυτό πηγαίνεις στα αρχεία, τούτες τις αποθήκες γεγονότων. Εκεί δεν χρειάζεται παρά να σκύψεις, για να μαζέψεις γεγονότα. Καλαθιές ολάκερες. Τα ξεσκονίζεις καλά. Τ’ αποθέτεις στο τραπέζι σου. Το κάνεις σαν τα παιδάκια που παίζουν με μικρούς κύβους και πασκίζουν να ξανασυνθέσουν την ωραία εικόνα που τους την έχουν ανακατέψει. Το παιχνίδι τελείωσε. Η ιστορία γράφτηκε. Τι θέλεις άλλο; Τίποτε. Εκτός από το να μάθεις το γιατί. Γιατί να γράφεις ιστορία; Τι είναι λοιπόν η ιστορία;» (βλ. Combats pour l’histoire, Paris, Armand Colin, 1952, 456 p.).

Στην προκειμένη περίπτωση ο Θεμιστοκλής Λ. Χρυσανθόπουλος (1915-2004) συνιστά ο ίδιος εξ αντικειμένου Συμβάν. Ο ίδιος ο συγγραφέας είναι δηλαδή το ακαταμάχητο αρχείο. Εξ ου και το ενδιαφέρον, το οποίο παρουσιάζει εξ ορισμού το εγχείρημά του. Ήτοι, να καταθέσει τα γεγονότα κρίσιμων περιόδων της μακρόχρονης υπηρεσίας του στον διπλωματικό κλάδο του ημέτερου Υπουργείου (επί) των Εξωτερικών. Χωρίς να διαμορφώσει, οίκοθεν νοείται, μιαν υπέρ αυτού δήθεν πραγματικότητα. Εγνώριζε, άλλωστε, όπως προκύπτει ευθέως από την ομολογούμενη ποιότητα της υποδειγματικά «ανοικτής» γραφής του, ότι όντως τα συγγράμματα της ιστορίας, οι συν-ραφές απομνημονευμάτων, οι de profundis μαρτυρίες πολιτικών και άλλων προσωπικοτήτων έχουν πολλές φορές κατηγορηθεί και όχι άδικα για εξαιρετικά μεροληπτική παράθεση των λεγομένων ντοκουμέντων. Των αδιάψευστων, εν ολίγοις, στοιχείων της ανθρώπινης φαρσοκωμωδίας.

Μαθαίνουμε ότι το χαρτόδετο ημερολόγιό του, διαστάσεων 24,5×19,5 εκ., γραμμένο με μολύβι και στυλό, αποτελείται από 104 πυκνογραμμένες σελίδες, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται και υποσημειώσεις που μας παραπέμπουν στο προσωπικό του αρχείο. Το τελευταίο ανήκει στον γιο του Λεωνίδα Θ. Χρυσανθόπουλο, πρέσβυ ε.τ. (βλ. σελ. 19). Το απόσταγμα του βίου, ένα αποκρυστάλλωμα διακεκριμένης πείρας, καθίσταται λοιπόν από τώρα αντικείμενο διαχρονικής μελέτης για όσες και όσους θα ήθελαν να διακριβώσουν την πρόθεση, τις ικανές και αναγκαίες προοπτικές, αλλά κυρίως το αποτέλεσμα ποικίλων δράσεων στη διεθνή κατεξοχήν σκηνή. Εκεί όπου η υπεράσπιση των εθνικών μας δικαίων είναι από τη φύση της προβλεπόμενο επάγγελμα, σημαίνουσα αποστολή, αλλά πρωτίστως εμπέδωση ύψιστης μορφής καθήκοντος. Αναφέρω ότι η έξωθεν μαρτυρία για τον συγγραφέα υπήρξε ανεξαιρέτως θετική. Οι ενίοτε πικρόχολοι δήθεν φίλοι μας δεν μπόρεσαν να κατακρίνουν τον συγγραφέα-διπλωμάτη για τους συγκεκριμένους εκασταχού εκάστοτε χειρισμούς του. Αναμφίβολα οι δυσκολίες του ιστορικού-πρέσβεως να αποτυπώσει το όντως τι συνιστούν αντικατοπτρισμό της ίδιας της ανθρώπινης φύσης, όπως διδάσκει, ως γνωστόν, στο δημοφιλές έργο του Τι είναι η Ιστορία; ο E. X. Καρ (βλ. τη μετάφραση της Φρίντα Λιάππα, με αναθεώρηση και βελτίωση της Γιούλας Γουλιμή και εποπτεία των Θ. Βερέμη – Κ. Παπαθανασόπουλου, στις εκδόσεις 70-Πλανήτης, χ. χ.).

Φρονώ ότι ο Θεμιστοκλής Λ. Χρυσανθόπουλος είχε την πρόνοια να παρακάμψει παγίδες, αυταπάτες, αλυσιδωτές ναρκισσιστικές παρεκβάσεις, αλλά και πονηρά διλήμματα ύφους, τα οποία ήταν φυσικό να προκύψουν στη διάρκεια της διάρθρωσης του συγκεκριμένου κειμένου. Φειδωλός στις περιγραφές των περιστάσεων, συνεπής στις αρχές του λόγου, τις οποίες είχε θεσπίσει με φρόνηση ο ίδιος, εστιάζεται συνειδητά αποκλειστικά στην ουσία των πραγμάτων. Αποφεύγει με ιδιάζουσα προσοχή τον αυτοέπαινο, τον κομπασμό και την αυτιστική εμμονή σε μια αδιέξοδη εν τέλει υπογράμμιση του εγώ. Αφήνει συστηματικά τον επαρκή ή μη Άλλον να αποφανθεί περί αυτού. Έτσι η θητεία του τόσο στην Κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου Εξωτερικών προβάλλεται διεξοδικά και μέσα από τις παρατηρήσεις, τις εκτιμήσεις και τις συναντιλήψεις ετέρων. Το ίδιο συμβαίνει και με την εκτέλεση των καθηκόντων του σε διάφορα σημεία της αλλοδαπής, όπως φέρ’ ειπείν είναι η Ουάσιγκτον, το Κάϊρο, η Βηρυτός, η Κωνσταντινούπολη, η Οτάβα, η Σόφια, το Τόκιο και το Πεκίνο, όπου κατά καιρούς τοποθετήθηκε. Μάλιστα στα τέσσερα τελευταία ως πρέσβυς.

Στη Διπλωματική Ακαδημία του Υπουργείου Εξωτερικών, προϊόν της καθ’ όλα δημιουργικής του έμπνευσης, όπου είχα την ευκαιρία να φοιτήσω και να τον ακούσω στο διάστημα των ετών 1980-81, διερμήνευσε μια σειρά πολύπλοκων ζητημάτων του διεθνούς πλαισίου. Με σπάνια διορατικότητα, με προσήνεια, με εμφανή εμβρίθεια και βεβαίως με την πεποίθηση του αληθούς. Η δε σαφώς κατασταλαγμένη μελέτη των αιτίων και αιτιατών, τα οποία διαμόρφωσαν και διαμορφώνουν τις δομές της συμπεριφοράς των κρατικών οντοτήτων εν γένει, δεν έκρυβε τα πολύτιμο πλεονεκτήματά της. Χωρίς όμως να προκαλεί τους δέκτες των διαλέξεών του, η πείρα του κατέληγε κτήμα μας.

Προκύπτει επίσης ευθέως ότι τον διέκρινε, εκτός των άλλων, η ακριβολογία, «η ταπεινότητα και η αφοσίωση, απαραίτητες αξίες για κάθε ικανό και πετυχημένο διπλωμάτη», ενώ «δεν συμβίβαζε τις πεποιθήσεις του, αλλά αντιστάθμιζε τις σταθερές του απόψεις με το σωστό επίπεδο έμφυτης διακριτικότητας. Απέφευγε κάθε σχέση με την πνευματική και επαγγελματική προχειρότητα και τον σέβονταν γι’ αυτό. Ήταν εχθρός της υποκρισίας» (βλ. αντιστοίχως σελ. 176 και 12). Επισημαίνω ότι η όλη γλωσσική ετοιμότητα πιστοποιεί το κειμενικό ήθος των «δαιδάλων». Το βιβλίο, εννοώ, διαβάζεται πολλαπλώς. Καταρχάς ως εγχειρίδιο έγκυρης, ως εκ των πραγμάτων, πολιτικής πραγματογνωμοσύνης. Διακρίνω ότι πράγματι ο συγγραφέας παραμένει «σήμερα, επίκαιρος όσο ποτέ», έχοντας ήδη «προβλέψει τον κίνδυνο του τουρκικού παράγοντα στο Αιγαίο, στη Θράκη και την Ανατολική Μεσόγειο. Η απουσία, ωστόσο, πολιτικής πυγμής και οικονομικής συνοχής της Ευρωπαϊκής Ένωσης εν έτει 2021 – για την οποία είχε εργαστεί με ζήλο [. . .] θα του προκαλούσε, εάν ζούσε, εύλογα ερωτήματα» (βλ. σελ. 177). Εν στενή εννοία ο τόμος αποτελεί το κληροδότημα ενός πολυμήχανου, πρωτεϊκού διηγητικού υποκειμένου που εξομολογείται, με αποφασιστική, καθόλα συγγνωστή παρρησία, γίγνεσθαι. Σε έναν δεύτερο βαθμό, το βιβλίο αυτό συνιστά αυτοβιογραφία de facto ενός επαΐοντος, ο οποίος είχε μάθει στην πράξη να διακρίνει, να αφομοιώνει και στη συνέχεια να ταξινομεί τα αίτια και τα αιτιατά της γειωμένης στο πεδίο του πραγματικού βούλησης τόσο διακριτών, μεμονωμένων ατόμων, όσο και κρατών-μελών του ΟΗΕ. Δεν θα είχα όμως αντίρρηση, αν μια άλλη ιδιοσυγκρασία το κατέτασσε στα μυθιστορήματα της μεταμοντέρνας τεχνοτροπίας. Κοντολογίς, η ανάγνωση αποδίδει πάντα καρπούς από οποιαδήποτε γωνία θέασης κι αν επιχειρηθεί.

[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Δείτε τα περιεχόμενα του τρίτου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]

Σε λίγο καιρό κοντά σας με νέο ηλεκτρονικό τεύχος στο mag.frear.gr

Mag.frear.gr – Τα ηλεκτρονικά μας τεύχη