frear

Φτυστός ο παππούς – του Κώστα Τερζανίδη

«Περίεργο», σκέφτηκε. «Παραμονή Χριστουγέννων σήμερα. Μα πού πήγαν οι άνθρωποι;» Κανονικά θα έπρεπε οι δρόμοι να σφύζουν από κίνηση, ο κόσμος να περπατά με τις σακούλες γεμάτες δώρα, τα παιδιά να λένε τα κάλαντα. Χαρά Θεού δηλαδή για έναν αδέσποτο σκύλο σαν και του λόγου του. Τα καταστήματα ήταν στολισμένα, γιορτινά και ολόφωτα, αλλά ακόμα κλειστά. «Τι ώρα έχει πάει; Πότε θ’ ανοίξουν επιτέλους; Και αυτοί οι λιγοστοί που περπατάνε βιαστικοί και σκυθρωποί; Και γιατί φοράνε επιτέλους αυτές τις αναθεματισμένες μάσκες;»

Προβληματισμένος ανηφόρισε προς την παλιά πόλη. Ο ήχος που άφηναν οι πατούσες του στα λασπωμένα σοκάκια –ο μοναδικός ήχος που ακουγόταν– τον εκνεύριζε. Προσπέρασε τα άδεια ταβερνάκια και τα καφέ με τα κατεβασμένα ρολά. Μια γάτα ψαχούλευε στους σκουπιδοτενεκέδες. Τον κοίταξε σαστισμένη με βλέμμα γεμάτο απορία. «Μη με ρωτάς. Δεν έχω ιδέα τι στην ευχή συμβαίνει». Βαρέθηκε να ασχοληθεί μαζί της. Έπρεπε να βρει κι αυτός να βάλει κάτι στο στόμα του. Από το πρωί νηστικός ήταν. Τέτοιες μέρες άλλοτε είχε τα τυχερά του, δεν έμενε παραπονεμένος. «Θα πάω στον κυρ Θανάση που μ’ αγαπάει. Αυτός όλο και κάτι θα με φιλέψει».

Άλλο και τούτο! Έχει μια βδομάδα που το μπακάλικο του κυρ Θανάση είναι κλειστό. «Λες να έπαθε τίποτα; Μήπως αρρώστησε;» Πόσο του έλειπαν τα χάδια του… «Για μια στιγμή! Τι χαρτί είναι αυτό κολλημένο στην πόρτα του μαγαζιού;»

Η πόρτα του διπλανού σπιτιού άνοιξε και εμφανίστηκαν ο γιος του κυρ Θανάση, η νύφη του και ο εγγονός του, ο Θανασάκης.

– Μπαμπά, κοίτα! Ο σκυλάκος! Ήρθε για τον παππού.

– Πάμε, παιδί μου. Άσε το σκυλί τώρα…

– Μα, μπαμπά, ο παππούς τον αγαπούσε πολύ, τον τάιζε…

– Πάμε σου είπα!

Ο σκύλος κοίταξε κατάματα το μικρό αγόρι. Φτυστός ο παππούς του. Κατάλαβε…

[ Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Δείτε τους όρους για να στείλετε χριστουγεννιάτικο διήγημα εδώ και τα περιεχόμενα του πρώτου μας ηλεκτρονικού τεύχους εδώ.]

Σε λίγο καιρό κοντά σας με νέο ηλεκτρονικό τεύχος στο mag.frear.gr

Mag.frear.gr – Τα ηλεκτρονικά μας τεύχη