Ντανίλο Κις
Η εγκυκλοπαίδεια των νεκρών
Μετάφραση Μαρία Κεσίνη
Εκδόσεις Καστανιώτη
Τη συλλογή των διηγημάτων «Η εγκυκλοπαίδεια των νεκρών» τη διάβασα πέρσι το καλοκαίρι. Όπως κάθε βιβλίο που με εντυπωσιάζει, κι αυτά δεν είναι πολλά, το άφησα με την υπόσχεση ότι θα γράψω λίγα λόγια για το λόγο που με έκανε να το ξεχωρίσω.
Το βιβλίο αποτελείται από εννέα διηγήματα με θέμα μεταφυσικό, όπως ισχυρίζεται ο ίδιος ο συγγραφέας στο «ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ»*. Αν υιοθετήσουμε τον ισχυρισμό του, και δεν έχουμε λόγο να τον αμφισβητήσουμε, το ερώτημα γιατί μας γοητεύει, εμάς τους ορθολογιστές, αυτό το βιβλίο, ώστε να το κατατάξουμε στην κατηγορία των αναγνωστικών μας προτιμήσεων, προς τι ο ενθουσιασμός και η απόλαυση της ανάγνωσής του, η απάντηση είναι η γλώσσα της αφήγησης, η οποία μεταφερμένη στη γλώσσα μας με έξοχη γλωσσική επιμέλεια από την κ. Μαρία Κεσίνη, υποστηρίζει ανεπιφύλακτα την πρόθεση του συγγραφέα. Αν και υπάρχει ο φόβος να κατηγορηθώ ότι προκρίνω τη μορφή έναντι του περιεχομένου, πως τοποθετώ το γλωσσικό όργανο πάνω και πέρα από το περιεχόμενο, σε αντιθετική σχέση μεταξύ τους, η αυτονομία του γλωσσικής καταγραφής, κι ας θεωρηθώ παρωχημένος φορμαλιστής, είναι με τέτοιο τρόπο ελκυστική, ώστε η αδιαφορία μας για θέματα μεταφυσικά, όπως είναι ας πούμε το διήγημα «Το βιβλίο των βασιλέων και των ανόητων» αναιρείται, με αποτέλεσμα να διαβάζουμε μια σειρά διηγημάτων, που σε άλλη περίπτωση, δίχως την γλωσσική υπεράσπιση από έναν συγγραφέα του διαμετρήματος του Ντανίλο Κις, θα οδηγούσε σε μια αποστεωμένη, αφυδατωμένη ανάγνωση, που πολύ αμφιβάλλω αν θα έφτανε μέχρι το τέλος της.
Η γλωσσική λοιπόν κατασκευή των διηγημάτων, το χτίσιμο του αφηγηματικού λόγου, είναι σ’αυτά τα διηγήματα απαραίτητη συνθήκη για την προσέλκυση και τη διατήρηση, προσέχτε εδώ, του ενδιαφέροντος του αναγνώστη. Τα υλικά για την ανέγερση του λογοτεχνικού οικοδομήματος, με τα οποία ο Ντανίλο Κις επιλέγει να διαπραγματευτεί την έμπνευση για την γραφή των εννιά διηγημάτων, οφείλεται στην πετυχημένη χρήση της ποιητικής λειτουργίας της γλώσσας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το διήγημα «Ο θρύλος των κοιμωμένων». Εδώ ο καταγωγικός πυρήνας του διηγήματος απογειώνεται με τον ποιητικό ρυθμό της γραφής, δίνοντας ένα εξαιρετικό δείγμα ποιητικού πεζογραφικού λόγου.
Η μετάπλαση ενός γεγονότος, που αναφέρεται στο βιβλίο «Το άγνωστον και τα ψυχικά γεγονότα», σε λογοτεχνική πραγματικότητα στο διήγημα «Ο καθρέφτης του αγνώστου» στηριζόμενο στην αυθεντικότητα της μαρτυρίας, υπερβαίνει την υπεροψία του πνευματισμού, φτάνοντας σ’ένα διηγηματικό γεγονός, που ανατομεί το αφηγηματικό σώμα του κειμένου, χρησιμοποιώντας ευρηματικά και αριστοτεχνικά τη γλώσσα ως υπερβατικό λεκτικό όχημα, φτάνοντας σ’ένα υποδειγματικό δείγμα μαγικού ρεαλισμού.
Εκεί που ο ρεαλισμός φαίνεται να αποτελεί τη βάση της αφηγηματικής επιλογής, όπως στο διήγημα «Το βιβλίο των βασιλέων και των ανόητων», ο συγγραφέας φωτίζοντας «εκείνα τα σημεία θολής ιστορίας που είχαν μείνει μέχρι σήμερα στη σκιά» θέτοντας «εκείνη την μπαρόκ ανάγκη του πνεύματος να γεμίσει τα κενά» αλλάζοντας τις σκιές και το περίγραμματα των πραγμάτων, με την δραματικότητα του αφηγηματικού λόγου, επιτυγχάνει να παρουσιάσει ένα αφηγηματικό δοκίμιο, που αφήνει πίσω του την υποστηρικτική εκδοχή της φιλολογικής τεκμηρίωσης.
Αναφέρθηκα σ’αυτά τα τρία διηγήματα, τα οποία νομίζω ότι συμπυκνώνουν την εκδοχή τού συγγραφέα για τη λογοτεχνική γραφή. Δεν χρειάζεται η συνδρομή του λόγου μου για το το διήγημα που δίνει τον τίτλο του βιβλίου «Η εγκυκλοπαίδεια των νεκρών», ένα επιγραμματικό χρονικό υψίστης μνημονικής καταγραφής, για να υποστηρίξει ότι πρόκειται για διηγήματα εξαίρετης, εμπνευσμένης και ευρηματικής πνοής, που επικυρώνουν το συγγραφικό μέγεθος ενός μεγάλου συγγραφέα.
* σ.193