Αυτό που λέγεται, ότι «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα», στην ουσία σημαίνει πως επιδιώκεις έναν αθέμιτο σκοπό με αθέμιτα μέσα. Και για να δικαιολογήσεις τα αθέμιτά σου μέσα, βαφτίζεις το σκοπό σου θεμιτό, του δίνεις ένα ωραίο όνομα και το ονομάζεις «υψηλό ιδανικό». Κι από κει και πέρα, παίρνεις συγχωροχάρτι προκαταβολικά και μπορεί να κάνεις ό,τι θέλεις. Όπου η εξουσία κατακτήθηκε με τα όπλα, κρατήθηκε με τα όπλα, εκτός σπανίων περιπτώσεων, που αυτήν τη φορά στράφηκαν εναντίον των μαζών που έκαναν την επανάσταση. Γιατί, ποτέ και πουθενά, καμία πρωτοπορία δεν έκανε καμιά επανάσταση. Η επανάσταση είναι υπόθεση των μαζών, όταν συνειδητοποιήσουν πως έχουν τη δύναμη να επαναστατήσουν, ανεξάρτητα αν αυτή τους η δύναμη καταλήξει στα χέρια αδίστακτων γραφειοκρατών, που με τη βία της καταστολής αφαιρούν τη δύναμη των μαζών.
Η Hannah Arendt στο βιβλίο της «Περί Βίας» (εκδόσεις Αλεξάνδρεια) κάνει μια σημαντική διάκριση μεταξύ βίας και δύναμης, που σαν έννοιες δεν έχουν καμία σχέση μεταξύ τους. Αν και είναι πολλοί που ταυτίζουν αυτές τις δύο έννοιες, στην ουσία είναι αντίθετες μεταξύ τους. Η βία είναι εργαλείο. Και η Arendt στη μελέτη της μένει έκπληκτη από το γεγονός για το πόσο σπάνια το θέμα της βίας αποτέλεσε αντικείμενο ιδιαίτερης ανάλυσης.
Η βία δεν δημιουργεί δύναμη, αλλά αδυναμία. Και όταν τα μέσα επικρατούν του σκοπού και αυτά είναι βίαια, το προϊόν της βίας έχει ακόμη περισσότερη βία (τσαρισμός-μπολσεβικισμός).
Η δύναμη είναι η άτυπη εξουσία των μαζών, που είτε τη χρησιμοποιούν για τα συμφέροντα των πολλών είτε την παραχωρούν (ή υφαρπάζεται με διάφορα μέσα) σε μια εξουσιαστική ελίτ, από μοναρχία έως εκλεγμένη κοινοβουλευτική κυβέρνηση.
Άρα, η υπόθεση της επανάστασης είναι να γυρίσει η δύναμη εκεί που ανήκει. Κι αυτό αποτελεί το μεγάλο διακύβευμα, όταν οι πολλοί πιστεύουν ότι δεν μπορούν να κάνουν τίποτα. Και ιδού λοιπόν πεδίο δόξης λαμπρό για τους επαναστάτες. Αγώνας για να γυρίσει η δύναμη εκεί που ανήκει.
Γι’ αυτό χρειάζονται πολλές παρεμβάσεις, σε πολλά επίπεδα, τόσο στο ατομικό, όσο και στο κοινωνικό. Για μένα, αυτός που θέλει έναν κουβά νερό για να πλύνει τα δόντια του, δεν μπορεί να είναι επαναστάτης, ακόμα και αν διδάσκει οικολογία σε πανεπιστήμιο. Χωρίς προσωπική ηθική, είμαστε όλοι εν δυνάμει εξουσιαστές και γραφειοκράτες, όσο κι αν διακηρύσσουμε το αντίθετο.
Τελικά, για ποιον παράδεισο αγωνιζόμαστε; Για ποια ουτοπία; Για τίποτα από όλα αυτά. Κανείς δεν ήρθε από τον παράδεισο για να μας πει πώς είναι. Και οι ουτοπίες που πήγαν να χτιστούν γίναν δυστοπίες. Δεν μπορούμε να φανταστούμε καμία μελλοντική κοινωνία αν δεν αρχίσουμε να τη χτίζουμε από τώρα μέσα σ’ αυτήν τη κοινωνία. Μπορούμε να δούμε μερικά χαρακτηριστικά: ισότητα, δικαιοσύνη, η παραγωγή του πλούτου να πηγαίνει στην κοινωνία κι όχι στους κερδοσκόπους. Μαζί με πολλά άλλα χαρακτηριστικά, που έχουν διατυπωθεί ανά τους αιώνες από τους μεγάλους στοχαστές που είχαν στόχο τον άνθρωπο και την ευτυχία του.
Προς το παρόν, παλεύουμε για ανθρώπινα δικαιώματα στην κόλαση. Κι αυτό δεν είναι εύκολη δουλειά.
[Απόσπασμα από κείμενο του συγγραφέα με τίτλο “Τι είναι εν τέλει η πολιτική βία;” (2010). Πηγή.]