Είχε έρθει η στιγμή που περίμενα. Πάτησα σταθερά στην καρέκλα, σηκώθηκα στις μύτες των ποδιών μου και ύψωσα το χέρι μου για να φτάσω την κορυφή του Χριστουγεννιάτικου δέντρου. Ήταν η πρώτη φορά που θα τοποθετούσα μόνος μου το χρυσαφένιο άστρο! Τους τελευταίους μήνες είχα ρίξει αρκετό μπόι και δεν ανεχόμουν ούτε αγκαλιές ούτε τίποτα. Το αριστερό μου χέρι απείχε μόνο λίγα εκατοστά από την πράσινη κορυφή και το αστέρι, αντανακλώντας τα φώτα του σαλονιού, στραφτάλιζε μέσα στα δάχτυλά μου. «Ακόμα λίγο» σκέφτηκα και τέντωσα κι άλλο το χέρι. Στηρίχτηκα, γέρνοντας ελαφρά, στο ένα πόδι, που έτρεμε λιγάκι, και, ασυναίσθητα, δάγκωσα το κάτω χείλος μου. Ήμουν τόσο κοντά στον θρίαμβο όταν το άλλο μου χέρι, το δεξί, που ακουμπούσα στον διπλανό τοίχο, γλίστρησε αθόρυβα στον λείο σοβά κι ένιωσα όλο το σώμα μου να βουλιάζει μέσα στο φύλλωμα του στολισμένου έλατου. Πέφτοντας άκουσα τη μάνα μου: «Το παιδί!» και πρόλαβα να δακρύσω πριν φτάσω στο πάτωμα, αφού η πτώση ήταν αργή και εντυπωσιακή, με σπασμένες μπάλες, μαδημένα κλαδιά, φωτάκια και μουσικές. Όλοι ασχολήθηκαν μαζί μου: οξυζενέ στις γρατσουνιές, κανακέματα και παρηγοριές. Μόνο ο παππούς, που εκείνα τα Χριστούγεννα έκλεινε τα ογδόντα έξι, καθόταν σε μια γωνιά και κοίταζε το πεσμένο δέντρο. Ύστερα το πλησίασε. Κοιτούσε ώρα πολλή το Χριστουγεννιάτικο δέντρο, ώσπου στο κέντρο μιας μεγάλης γυαλιστερής μπάλας, είδε να καθρεφτίζεται η σοφή του θλίψη. «Είναι σαν να θες να κρατήσεις όρθιο έναν άνθρωπο πεθαμένο» είπε με χαμηλή φωνή. Την επόμενη χρονιά στολίσαμε ψεύτικο δέντρο αλλά το άστρο που έβαλα στην κορυφή ήταν σαν να είχε κατέβει απ’ τον ουρανό.
Πρώτη δημοσιευση. Το Φρέαρ δημοσιεύει και φέτος τις χριστουγεννιάτικες ιστορίες σας. Δείτε τις λεπτομέρειες εδώ και στείλτε μας τη δική σας.