frear

Για τη «Γκαλίνα» του Ανδρέα Μήτσου – γράφει η Ανθούλα Δανιήλ

Ανδρέας Μήτσου, Γκαλίνα, Η σκοτεινή οικιακή βοηθός, εκδ. Καστανιώτης, Αθήνα 2017.

Επιχειρώντας μια μικρή αναδρομή στα έργα του Ανδρέα Μήτσου, θα δυσκολευτούμε να βρούμε μια κανονική γυναίκα, ανάμεσα στις ηρωίδες του. Όλες έχουν τη σφραγίδα του διαβόλου πάνω τους· τρόπος του λέγειν, αλλά όχι μόνο, τρόπος του λέγειν. Βέβαια, λίγο πολύ, το ίδιο ισχύει και για τους άντρες ήρωες. Ούτε ένας σωστός άντρας, όπως ούτε μία σωστή γυναίκα. Και τι θα πει σωστός άντρας ή σωστή γυναίκα; Και πόσο ενδιαφέρον θα είχε ένας συμβατικός ήρωας ή ηρωίδα που κινείται στο πλαίσιο του ρόλου που η φυσική ή η κοινωνική επιλογή αποφάσισε γι’ αυτόν/ αυτήν; Κανένα προφανώς (αν και δεν αποκλείεται), οπότε στο παράξενο και στο μυστηριώδες εγγράφεται το ενδιαφέρον. Το αθέατο ψυχολογικό κίνητρο, το id που ενεδρεύει στα σκοτεινά, ένας έρωτας τυφλός, παράφορος ή απαγορευμένος που μπορεί να κινεί μυριάδες άλλα νήματα μαζί με το συμφέρον, την ψυχική μιζέρια, τη ζήλεια, και την εκδίκηση. Πάθη κρυφά και ανομολόγητα και άλλα στο ημίφως.

Το τελευταίο βιβλίο του Μήτσου, με τον τίτλο Γκαλίνα, η σκοτεινή οικιακή βοηθός, κινείται ανάμεσα στο αστυνομικό, το κοινωνικό και κυρίως το ψυχολογικό αφήγημα. Ο Μήτσου κατεβαίνει στα σκοτεινά της ανθρώπινης ψυχής και φέρνει στην επιφάνεια πολλά αίτια ποικίλλων αποχρώσεων. Στην κάθοδό του στα ενδότερα θα μας πάρει από το χέρι για να βρούμε μαζί του τη ρίζα του κακού που ο βιαστικός αναγνώστης δεν παρατηρεί και να μας καθοδηγήσει, παρέχοντάς μας πολλές πληροφορίες, δήθεν αδιάφορες, οι οποίες, εφόσον πέσουν στο τραπέζι θα αξιολογηθούν στην ώρα τους και θα συμβάλλουν στη λύση του μυστηρίου. «Όλα τα πράγματα θέλουν το χρόνο τους για να φανερωθούν», λέει ο ένας εκ των ηρώων και σ’ αυτά πρέπει να υπολογίσουμε τα ψιχία μιας αδιάφορης, σε πρώτο επίπεδο, συζήτησης για παλιούς συναδέλφους, «πρώιμους θανάτους», «κακή τύχη άλλων», «απίστευτες αρρώστιες», «πολλούς χωρισμούς», «για έναν που ήτανε στη φυλακή», για άλλον που «έγινε πάμπλουτος». Έτσι ψηφίδα-ψηφίδα θα φανεί ο ρόλος της κάθε πληροφορίας στην εξέλιξη του θέματος.

Συγκεκριμένα δύο άντρες, συνάδελφοι στην αστυνομία πριν από τριάντα τέσσερα χρόνια, ο ένας μάλιστα δαιμόνιος ντετέκτιβ –Σέρλοκ Χολμς, ας πούμε– προσαυξάνει την καθημερινή παρατήρηση του κόσμου με την συστηματική μελέτη αστυνομικών μυθιστορημάτων. Έχει έναν γιο, που ο άλλος αγνοούσε, αν και δεν ήξερε καν ότι ήταν παντρεμένος.

Καταρχήν, ο τίτλος του βιβλίου –το όνομα της ηρωίδας και ο προσδιορισμός της– η εικόνα του εξωφύλλου και η πρώτη παράγραφος του κειμένου μάς προαναγγέλλουν το χαρακτήρα. Σαν ο αφηγητής να μας εφιστά την προσοχή. «Το όνομα Γκαλίνα μου θύμιζε τότε κότα» (κότα είναι η γκαλίνα στα Λατινικά). Δυο χρονικά επιρρήματα κοντά κοντά, το «τότε» και το «τώρα» δεν επιφέρουν καμιά διαφοροποίηση «τριάντα τέσσερα χρόνια μετά». Τα εξωτερικά χαρακτηριστικά της Γκαλίνας λειτουργούν ως προοικονομία. Μοιάζει με «όρνιο. Εκείνα τα τρομακτικά πτηνά των κούφιων βουνών με τους γυμνούς καμπυλωτούς λαιμούς και το δυσανάλογα μικρό κεφάλι που μοιάζει με αγκίστρι». Είναι μια αιχμηρή περιγραφή που θα δικαιώσει, συν τω χρόνω, τον αρπακτικό χαρακτήρα που δεν ορρωδεί προ ουδενός, προκειμένου να φτάσει στο στόχο.

Αυτή, λοιπόν, η «σκοτεινή οικιακή βοηθός» κάθε μέρα βγάζει «περίπατο» το μωρό της κυρίας που έχει αναλάβει να φροντίζει, όταν εκείνη βρίσκεται το νοσοκομείο. Η κυρία, η Ευτέρπη, είναι νεαρή πανέμορφη και γιατρός. Όταν η Γκαλίνα βγάζει το μωρό, εκείνο πάντα κοιμάται βαθιά. Ο παρατηρητής εξανίσταται: «Θέλει σκότωμα, θέλει σκότωμα η σκύλα… Το παιδί το ’χε σίγουρα ναρκωμένο. Κι ήτανε όμορφο …και κοιμόταν πάντα βαθιά». Με κίνητρο τον βαθύ ύπνο του παιδιού ο αστυνομικός αναλαμβάνει, άνευ δοθείσης άνωθεν εντολής, την παρακολούθηση της Γκαλίνας και ενημερώνει τη μητέρα. Εκείνη αντιδρά βίαια και τον βρίζει με χυδαία λαϊκή γλώσσα, αν και επιστήμων. Εκείνος την ερωτεύεται, αλλά ανακαλύπτει ότι οι δυο γυναίκες συνδέονται και ερωτικά. Όταν η μητέρα θα βρεθεί μπροστά στο δίλημμα την Γκαλίνα ή το παιδί, θα επιλέξει την Γκαλίνα και θα αφήσει το παιδί στον αστυνομικό που το είχε ερωτευτεί όπως και αυτήν. Κι έτσι ο μύθος για το προαιώνιο μητρικό ένστικτο υποχωρεί μπροστά στο βασικό, το ερωτικό ένστικτο της γυναίκας προς την υπηρέτριά της, η οποία κρατά τα ηνία στη σχέση. Και τίνος είναι το παιδί; Του στείρου συζύγου που την εγκατέλειψε δεν είναι, αλλά κάποιου αγνώστου που εδέησε να καταστήσει μητέρα την Ευτέρπη, η οποία μετά από τέτοιον αγώνα να αποκτήσει παιδί, το εγκαταλείπει για την ερωμένη. Και αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο ο ανύπαντρος αστυνομικός βρέθηκε να έχει γιο!

Τώρα, μετά τόσα χρόνια, το παιδί που, είναι πολύ μεγαλύτερο από όσο φαίνεται, πάσχει από λεύκη, μια ασθένεια του δέρματος, και από αδυναμία φυσιολογικής αντίδρασης στον περίγυρο, συνέπεια της χρήσης υπνωτικών φαρμάκων, με τα οποία το φαρμάκωνε η φαρμακοποιός Γκαλίνα. Η περαιτέρω έρευνα θα φέρει πολλά στο φως για την Γκαλίνα για το παρελθόν της Γκαλίνας και για τους απώτερους στόχους της που είχε από τότε για το μέλλον· να βγάλει, δηλαδή, τον νόμιμο κληρονόμο από τη μέση κι έπειτα τη μάνα του, διεκδικώντας για τον εαυτό της το σπίτι. Αυτό το παιδί, κατά την κρίση του προκύψαντος, από τις περιστάσεις, πατέρα, είναι «ένας αμνός του Θεού, ο αίρων τας αμαρτίας του κόσμου. Μόνο που το αρνί το σουβλίζουν το Πάσχα».

Τελικά η σκοτεινή βοηθός θα αποδείξει ότι ανταποκρίνεται πλήρως στον χαρακτηρισμό και στο πορτρέτο της· οία η μορφή τοιάδε και η ψυχή. Όρνιο και αγκίστρι η Γκαλίνα, η ρωσίδα οικιακή βοηθός, η φαρμακοποιός και καταζητούμενη διεθνώς. Με δόλωμα την αγάπη, καταρχήν για το παιδί και τον έρωτα στη συνέχεια για μητέρα, οδεύει ολοταχώς για το σπίτι. Γιατί ο έρωτας είναι ο πιο σύντομος δρόμος για την επιτυχία. Μόνο που η Γκαλίνα δεν είχε υπολογίσει τον έρωτα του αστυνομικού για την Ευτέρπη, ο οποίος ερχόμενος από τον απέναντι δρόμο θα συγκρουόταν με τον δικό της το φονικό. Και επειδή ένα καλό αστυνομικό μυθιστόρημα πρέπει να λύνει το αίνιγμα, ή αλλιώς, όπως στην τραγωδία η διαπραχθείσα ύβρις πρέπει να τιμωρηθεί για να επέλθει η κάθαρση, ο έρωτας θα γίνει ο από μηχανής θεός και λύτης του δράματος.

Ο συγγραφέας εκμεταλλεύεται πολύ καλά την ανθρώπινη αδυναμία, ειδικά τον ομοφυλοφιλικό έρωτα για να δείξει πώς τα ορμέμφυτα μπορούν να παρακάμψουν τη λογική αλλά και ριζωμένες αντιλήψεις περί μητρικού φίλτρου και να δείξει τη δύναμη της υποβολής που μπορεί να έχει ένας άνθρωπος πάνω σε έναν άλλο. Από την άλλη και, επειδή, όπως λέει και ο λαός, αγαπάει ο Θεός τον κλέφτη αλλά αγαπάει και τον νοικοκύρη, θα επέλθουν ανακουφιστικές ανατροπές, οι οποίες, τριάντα τέσσερα χρόνια μετά θα αφήσουν ελπίδες για απονομή δικαιοσύνης.

Πριν φτάσουμε στο κοινωνικό θέμα που θίγει το βιβλίο, θα ήθελα να πω πως το όνομα του παιδιού –Ορέστης– μας οδηγεί σε μια μάνα Κλυταιμνήστρα, η οποία χαίρεται, ακούγοντας το θάνατο του γιου της, νεμόμενη απερίσπαστη την εξουσία και τον έρωτα με τον εραστή της. Υπάρχει μια φευγαλέα ματιά πάνω στον Ορέστη εκδικητή στην τραγωδία. Ορέστης λέγεται και ένας παλιός ήρωας του Μήτσου στο μυθιστόρημα Τα ανίσχυρα ψεύδη του Ορέστη Χαλκιόπουλου. Στο παρόν βιβλίο, το παιδί αρχικά και νεαρός άντρας πλέον πάσχει από λεύκη, μια αλλοίωση του χρώματος της επιδερμίδας. Αλλά από μια αρρώστια του δέρματος θα πεθάνει και Ο κίτρινος στρατιώτης, αφελής κι εκείνος σαν παιδί, που βάφτηκε όλος κίτρινος. Να ποια είναι η απάντηση στο ψυχικό στρες. Να υπάρχει άραγε, κάποιος αόρατος μίτος που διασκελίζει τα βιβλία και συνδέει τα πρόσωπα μεταξύ τους; Να είναι, τα μυθιστορήματα του Ανδρέα Μήτσου επιφαινόμενα της αρχαίας τραγωδίας που επανέκαμψε με άλλη μορφή στη σύγχρονη κοινωνία, ιστορία και πολιτική; Να είναι, τέλος, η τραγωδία που επαναλαμβάνεται ως τραγική φάρσα στις μέρες μας, με την εισροή στην χώρα μας πλήθους αλλοδαπών γυναικών, οι οποίες με δόλωμα τον έρωτα διέλυσαν οικογένειες, σφετερίστηκαν περιουσίες και προσέφεραν υπηρεσίες υποσχόμενες έρωτες έναντι ανταλλάγματος που κυρίως αφορούσε το σπίτι; Σπίτι ζητούσαν όλες, οι πολλά υποσχόμενες Γκαλίνες, οι συχνά όμορφες ψηλόκορμες ξανθιές, εκμεταλλευόμενες την απωθημένη ερωτική, κυρίως, επιθυμία, κακομεταχειριζόμενες γέρους ανθρώπους, άντρες, γυναίκες και παιδιά. Στην καλύτερη των περιπτώσεων κλέβοντας από τα σπίτια που υπηρετούσαν τα τιμαλφή και στη χειρότερη σκοτώνοντας.

Το βιβλίο διαβάζεται με πολύ ενδιαφέρον και επιδέχεται πολλές ερμηνείες, αποδεικνύοντας την αφηγηματική δεξιότητα του συγγραφέα και την μαστορική εκμετάλλευση του υπαινιγμού, ξηλώνοντας το δίχτυ της παγίδας της σκοτεινής οικιακής βοηθού, στηλιτεύοντας το κακό, καθοδηγώντας τον αναγνώστη να υποψιαστεί ελλοχεύοντες κινδύνους, αλλά και να συγκινηθεί από την χαμένη ανθρωπιά που πρέπει να ξανακερδηθεί. Πάντα, βεβαίως, υπάρχει και η άλλη όψη του νομίσματος αλλά το βιβλίο μας δείχνει αυτήν που και αυτή είναι η άλλη της άλλης.

[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Δείτε τα περιεχόμενα της έντυπης έκδοσης εδώ.]

Σε λίγο καιρό κοντά σας με νέο ηλεκτρονικό τεύχος στο mag.frear.gr

Mag.frear.gr – Τα ηλεκτρονικά μας τεύχη

%d bloggers like this: