frear

Κεφτέδες στον Αρκτικό κύκλο – της Γεωργίας Μακρογιώργου

Ιούλης στο μπαλκόνι, να παλεύω να γράψω πεζο-ποιηματάκι για το blog, όχι, δεν θα μπω στο σπίτι, δεν θ’ ανάψω κλιματιστικό, θα με χτυπήσει το αυχενικό, μετά θα με πιάσει πονοκέφαλος, ήδη τον νιώθω. Ξεκινάει. Πληκτρολογώ:

«Τ’ αναρριχητικά φυτά ιδρώνουν, νοσούν, λιώνει ο τοίχος κι αυτά διψούν.

-Εσύ τα φύτεψες, μη διαμαρτύρεσαι.
-Αν τα ποτίσω, θα τα κάψω.
-Καίγονται τα φυτά με το νερό;
-Ναι, το μεσημέρι.
-Όλα θέμα timing είναι.

Περνώ τον τοίχο και περπατώ πέρα από το μπαλκόνι,
ανάμεσα σε κόρνες, δακρύβρεχτα τσιμέντα, φιμέ βλέμματα, μυρωδιές τσουρεκιού,
πέρα από το λιμάνι.
Από τον Όλυμπο ο Δίας πετάει κεραυνό-κοιτώ την πυρκαγιά που ανάβει.
Μια λιποθυμική εμμονή μονοσύλλαβα μετρώ:
Βή-μα-βή-μα στον Αρκτικό κύκλο να βρεθώ,
εκεί που γιορτάζεις τη μοναξιά,
εκεί που τα ουράνια τόξα συνουσιάζονται ρυθμικά,
εκεί που λιώνεις στην παγωνιά.
Να φύγω, να πάω στον κύκλο τον Αρκτικό.
Πώς όμως ν’ αποχωριστώ τα φυτά μου;

-Κάθε Ιούλη τα ίδια.
-Όλα θέμα timing είναι».

Τελειώνω το κειμενάκι, το στέλνω. Μυρωδιά από κεφτέδες. Η μάνα τηγανίζει και γεμίζει ταπεράκια. Πρώτα έκανε πατάτες, κολοκυθάκια, μελιτζάνες, πιπεριές και τώρα τους κεφτέδες. Τους είχε ζυμώσει από πριν και είχε αφήσει τη ζύμη να ‘καθίσει’. Μετά θα γεμίσει τις τσάντες και θα πάμε οικογενειακώς στη Μηχανιώνα. Με το σκαραβαίο. Θα στρώσουμε τις κουβέρτες κάτω από το αρμυρίκι, θα φάμε και μετά θα θέλω να μπω στη θάλασσα αλλά θα μου πουν πρέπει να περιμένεις μέχρι να χωνέψεις και εγώ θα ρωτώ πότε θα καταλάβω ότι χώνεψα και θα μου λένε όταν ρευτείς. Και ‘γω θα ζηλέψω τον αδερφό μου που μπορεί και ρεύεται όποτε θέλει. Και θα σκεφτώ ιστορίες με ανθρώπους που πνίγηκαν γιατί έφαγαν και μπήκαν στη θάλασσα, θα την έχουμε κάνει ταράτσα και η μάνα θα μαζέψει τα ταπεράκια, θα τα βάλει ξανά στις τσάντες και θα ξαπλώσουμε και τους άλλους θα τους πάρει ο ύπνος κι εγώ θα νομίσω ότι χώνεψα και θα μπω στη θάλασσα και θα νιώθω τους κεφτέδες και τα τηγανητά να αναρριχούνται από το στομάχι προς την καρδιά και τους πνεύμονες. Και θα σκάσω και τα κομμάτια μου θα εκτοξευτούν στον κύκλο τον Αρκτικό.

Παίρνω το λάστιχο, ποτίζω τα φυτά κι ας καούν, δε με νοιάζει, ποτίζομαι κι εγώ, πρώτα τα πόδια κι ύστερα ολόκληρη. Στάζω, μπαίνω μέσα, ανοίγω ντουλάπια, ελέγχω τα υλικά, κύμινο, δυόσμο, ρίγανη, ψωμί, αυγά, λάδι, ξύδι, πιπέρι, αλάτι και τα λαχανικά. Το μόνο που λείπει, ο κιμάς. Ντύνομαι, Βγαίνω. Περνώ τον τοίχο και περπατώ πέρα από το μπαλκόνι μου, ανάμεσα σε κόρνες, δακρύβρεχτα τσιμέντα, φιμέ βλέμματα, μυρωδιές τσουρεκιού, μπαίνω στο κρεοπωλείο.

-Ένα κιλό κιμά, ανάμικτο, μοσχαρίσιο και χοιρινό.

Από τον Όλυμπο ο Δίας πετάει κεραυνό. Ανάβω το μάτι. Βάζω το τηγάνι. Το λάδι. Μια λιποθυμική εμμονή μονοσύλλαβα μετρώ. Μπου-κιά-μπου-κιά να καταβροχθίσω τα τηγανητά, να χορτάσω τη μοναξιά. Πάντως αν κάποια στιγμή πάω στον κύκλο τον Αρκτικό, εκεί, στα ουράνια τόξα που συνουσιάζονται ρυθμικά, θα πάω με το σκαραβαίο και θα πάρω μαζί ταπεράκια με κεφτέδες και τηγανητά.
Όλα θέμα timing είναι.


[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Όλο τον Ιούλιο δημοσιεύουμε κείμενα για τον καύσωνα. Στείλτε κι εσείς το δικό σας!]

Δείτε τα περιεχόμενα της έντυπης έκδοσης εδώ.

Σε λίγο καιρό κοντά σας με νέο ηλεκτρονικό τεύχος στο mag.frear.gr

Mag.frear.gr – Τα ηλεκτρονικά μας τεύχη

%d bloggers like this: