Ο γιατρός κάθισε στο γραφείο του και απέναντί του οι γονείς της μικρής Ναταλίας. Δυστυχώς τα πράγματα δεν είναι καλά, είπε. Οι γονείς της Ναταλίας ξέσπασαν σε δάκρυα, αν και ήδη γνώριζαν την κατάσταση της κόρης τους. Ήταν ο τρίτος γιατρός που επισκέπτονταν μέσα σε διάστημα ενός μήνα.
Δηλαδή, ρώτησε ο πατέρας της μικρής, δεν υπάρχει κάτι… Τίποτε; Στο εξωτερικό μήπως…
Δυστυχώς, είπε ο γιατρός, δεν θέλω να σας δίνω ψεύτικες ελπίδες. Ήδη έχω μιλήσει με συναδέλφους μου στη Νέα Υόρκη, δυστυχώς, έτσι έχουν τα πράγματα, ίσως μια επιπλέον ταλαιπωρία να επιδεινώσει περαιτέρω την κατάσταση. Η εξέλιξη θα είναι ραγδαία… Ραγδαία…
Μα, δεν εμφανίζει κανένα σοβαρό σύμπτωμα γιατρέ, εκτός εκείνων των κρίσεων πριν ένα μήνα, ψέλλισε απελπισμένη η μητέρα της μικρής Ναταλίας.
Μακάρι να κυλίσουν όλα όσο γίνεται πιο ανώδυνα, είπε ο γιατρός, χωρίς πόνους και χωρίς επιπλοκές και συμπλήρωσε: Θέλω να ξέρετε ότι πολύ σύντομα, ίσως ξαφνικά… Κουράγιο…
Ήταν άνοιξη κι ο καιρός είχε γλυκάνει πολύ. Η μικρή Ναταλία έπαιζε στον καταπράσινο κήπο κάτω από τη μυγδαλιά που ήταν κατάφορτη από ανθούς. Το παιδί σιγοτραγουδούσε χαρούμενα και είχε φτιάξει τρεις πολύ μικροσκοπικές ανθοδέσμες με αγριολούλουδα, μια κίτρινη, μια λευκή και μια κόκκινη για τους γονείς της και τη γιαγιά. Σε ένα μικρό χάρτινο κουτί είχε μαζέψει πέντε έξι νεροσκούληκα και προσπαθούσε να τα δροσίσει βρέχοντας το χαρτί με λίγο νερό. Αν και μόλις πέντε, δεν φοβόταν να ψάχνει κάτω από τις πέτρες, βρίσκοντας σκορπιούς και καμιά φορά κάτι τεράστιες σαρανταποδαρούσες, που προσπαθούσε να αιχμαλωτίσει με κάποιο ξυλάκι χωρίς να τις τραυματίσει ή αγαπούσε να συλλέγει κάμπιες που τις έκρυβε σε πιο σκοτεινά σημεία του κήπου, προστατεύοντάς τες από τα πουλιά και περιμένοντας πότε θα μεταμορφωθούν σε πεταλούδες. Μπορούσε να περνά ώρες και ώρες, παρατηρώντας και θαυμάζοντας όλα τα φυτά του κήπου, από τις μικροσκοπικές φτέρες που φύτρωναν σε κάποια κρυφή γωνίτσα μέχρι τα πανέμορφα λουλούδια που καλλιεργούσε η μάνα της. Μεγάλη αδυναμία είχε στον Ραμόν, τον σκύλο της που δεν την άφηνε ρούπι και στην Κατερίνα τη χελώνα, που γύριζε ελεύθερη στον κήπο και κρυβόταν μέσα στα χόρτα κοντά στην πέτρινη βρύση.
Εκεί τη βρήκαν οι γονείς της σαν γύρισαν από τον γιατρό, να τριγυρνά στον κήπο ευτυχισμένη, κρατώντας μια μικρή νεογέννητη πεταλούδα απαλά από τα φτερά, σαν ξεχασμένο νεραϊδάκι κάποιου παλιού παραμυθιού.
Όταν μεγαλώσει, τους είπε η Ναταλία, θα πετάξει ψηλά και ο Ραμόν θα ζηλέψει που δεν έχει φτερά και η Κατερίνα θα κλάψει που είναι χοντρούλα και δεν έχει ωραία χρώματα. Αυτά είπε και την άφησε ελεύθερη κι ευθύς αμέσως βάλθηκε να δείξει στους γονείς της τα σκουλήκια που είχε μαζέψει και τις ανθοδέσμες που τους είχε ετοιμάσει. Ο Ραμόν γαύγισε χαρούμενα και η Ναταλία τον ακολούθησε κάτω από τη μυγδαλιά, εκεί που είχε στρώσει μια καρό κουβερτούλα για τις κούκλες της.
Το βράδυ ανέβασε λίγο πυρετό και το πρωί αισθανόταν αδυναμία, δεν πήγε σχολείο κατά το μεσημεράκι σηκώθηκε και βγήκε στον κήπο με τον Ραμόν. Τα σκουλήκια της είχαν δραπετεύσει, έψαξε να βρει άλλα, για πολύ ώρα προσπαθούσε να πιάσει μια μεγάλη πεταλούδα με εντυπωσιακά χρώματα, δεν τα κατάφερε.
Ναταλία, τη φώναξε ο πατέρας της όταν γύρισε από τη δουλειά του το απόγευμα, έλα να σου πω. Κάθισαν αγκαλιά στον καναπέ του σαλονιού.
Ναταλάκι μου, μικρό μου νεραϊδάκι άκου, σήμερα έμαθα ότι υπάρχει ένας μεγάλος κήπος, πολύ-πολύ μεγαλύτερος από τον δικό μας, πελώριος κήπος, κανείς δεν γνωρίζει από πού αρχίζει και που τελειώνει. Και τι δεν έχει μέσα, δένδρα, λουλούδια κίτρινα, κόκκινα, μπλε, ροζ σαν την μπλούζα σου, πεταλούδες μεγάλες, με χρώματα που δεν υπάρχουν αλλού στον κόσμο, πουλιά που κελαηδούν όλη τη μέρα μα και όλη τη νύχτα, μικρά ποταμάκια με βατράχια και νεροχελώνες και ψαράκια πολύχρωμα, πολύ πιο όμορφα από το δικό μας το χρυσόψαρο και το πιο φοβερό, τα ζώα, μικρά και μεγάλα, μπορούν και μιλούν και λένε παραμύθια και τραγουδούν. Λένε ότι την πιο ωραία φωνή την έχουν οι χελώνες και κάτι μικρά σκουλήκια, πιο μικρά από κάμπιες. Και οι πελαργοί και αυτοί λένε ότι έχουν ωραία φωνή αλλά λίγο βραχνή. Πάντως, τα πιο ωραία παραμύθια τα λένε οι μέλισσες επειδή όλη μέρα πηγαινοέρχονται και τα χελιδόνια όμως λένε ωραίες ιστορίες γιατί ταξιδεύουν μακριά και βλέπουν πολλά πράγματα, αλλά συνήθως είναι λιγομίλητα και βαριούνται τις πολλές συζητήσεις προτιμούν να πετούν και να κάνουν εντυπωσιακές βουτιές στον αέρα.
Η Ναταλία είχε απομείνει με το στόμα ανοιχτό να κοιτά τον πατέρα της να της περιγράφει τον κήπο των ονείρων της.
Το βράδυ πέρασε ήσυχα και την άλλη μέρα πήγε στο σχολείο κανονικά. Όταν είπε με ενθουσιασμό στην δασκάλα της, που ήταν ενήμερη για την κατάσταση της υγείας της, ότι ο πατέρας της θα κανονίσει να πάει σε αυτόν τον υπέροχο κήπο και θα λείψει από το σχολείο, εκείνη έβαλε τα κλάματα. Από χαρά κλαίω Ναταλία μου της εξήγησε, είσαι πολύ τυχερή αν καταφέρει ο πατέρας σου να πας.
Το μεσημέρι που γύρισε στο σπίτι πήρε ένα μικρό βαλιτσάκι και άρχισε να βάζει μέσα διάφορα πράγματα. Δυο-τρία ρούχα, την αγαπημένη της κούκλα, το λουρί του Ραμόν, μια μικρή πετσέτα, μια κασετίνα με χρώματα, ένα μπλοκ ζωγραφικής, δυο κορδέλες μια ροζ και μια άσπρη, τσιμπιδάκια για τα μαλλιά, το άσπρο καπέλο της και ένα ζευγάρι κίτρινα πέδιλα. Έκλεισε τη βαλίτσα κι εμφανίστηκε ξαφνικά στη μάνα της που μαγείρευε στην κουζίνα. Ετοίμασα τα πράγματά μου, της είπε χαρούμενη. Το απόγευμα αποχαιρέτησε την Κατερίνα τη χελώνα και τα σκουλήκια της-όσα δεν είχαν καταφέρει να δραπετεύσουν από το χάρτινο κουτί.
Το ίδιο βράδυ όταν οι γονείς της πήγαν στο δωμάτιό της τη βρήκαν να κοιμάται ήσυχα, κρατούσε το μικρό βαλιτσάκι στην αγκαλιά της και ο Ραμόν, με τη μουσούδα του ακουμπισμένη πάνω της έκλαιγε πνιχτά ακούνητος από τη θέση του.
Δείτε τα περιεχόμενα της έντυπης έκδοσης εδώ.