ΚΑΡΙΕΡΑ ΠΟΙΗΤΗ ΕΝ ΕΛΛΑΔΙ
Ένας ποιητής στην Ελλάδα, θεωρείται νέος ποιητής μέχρι να συμπληρώσει την αξιοσέβαστη ηλικία των εβδομήντα πέντε χρονών. Έως τότε φέρεται και άγεται ως νέος «μεσσίας»: οι ελπίδες που κομίζει στην Τέχνη παραμένουν αμάραντες, ο ίδιος συμπεριφέρεται σαν κακομαθημένο παιδί: δυσανασχετεί εύκολα, πυροβολεί πιο γρήγορα κι από τη σκιά του, συμμετέχει σε ομαδικά όργια και ως επαναστατημένος νέος παραμένει ανεπίδεκτος μαθήσεως,
Από τα εβδομήντα πέντε έως τα ενενήντα του γίνεται ο γνωστός, καθιερωμένος «μαλάκας» που όλοι τον εξυβρίζουν, τον κοροϊδεύουν, τον υποτιμάν, και του σκάβουν το λάκκο. Άλλοι λένε πως είναι ετοιμοθάνατος κι άλλοι τον δίνουν ήδη για πεθαμένο. Οι κρίσεις του και οι απόψεις του για τη λογοτεχνία θεωρούνται αποτέλεσμα της επερχόμενης καλπάζουσας άνοιας. Η παρουσία του στα κανάλια, στα ηλεκτρονικά και έντυπα περιοδικά, οι συνεντεύξεις του, τα βραβεία κλπ θεωρούνται αποτέλεσμα διαπλοκής και διαπραγματεύσεων κάτω από το τραπέζι. Η ενθάρρυνση στους νεαρούς και τις νεαρές ποιήτριες, ως σεξουαλική παρενόχληση.
Από τα ενενήντα και μετά κι αφού ξεπεράσει το στάδιο του «ψυχορραγούντος», ο ποιητής μας απολαμβάνει πλέον το σεβασμό και τη γενική αποδοχή. Ο ιθαγενής πληθυσμός τον ανακηρύσσει σε σαμάνο: όλοι έρχονται ευλαβικά και του φιλούν το χέρι, επιζητούν την ευχή και τη χάρη του. Όλοι κρέμονται από τη λευκή μακριά γενειάδα του πατριάρχη της εθνικής γλώσσας και οι γλύπτες βρίσκουν τη μορφή του μέσα στο λευκό μάρμαρο της αιωνιότητας.
Τα τελευταία χρόνια και πριν εξηνταρίσω αισθάνομαι πως ανήκω στη δεύτερη κατηγορία. Εσείς, σε ποια κατηγορία ανήκετε;
ΟΙ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΕΙΝΑΙ ΚΑΚΟΙ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ;
«Οι συγγραφείς είναι ανταγωνιστικοί μεταξύ τους», έλεγε ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ, στον υποψήφιο συγγραφέα στα Μεσάνυχτα στο Παρίσι. Έπεσα τυχαία χθες βράδυ πάνω στην χολιγουντιανή παραγωγή σε τηλεοπτικό κανάλι και για λίγο την παρακολούθησα, γιατί ως γνωστόν, κοιμάμαι νωρίς τελευταία. «Όχι, δεν θα διαβάσω το μυθιστόρημά σας, γιατί θα σας μισήσω», συνέχιζε ο Έρνεστ: «αν είναι κακό θα σας μισήσω για το χρόνο που σπατάλησα άδοξα, κι αν είναι καλό θα σας μισήσω γιατί γράφετε καλύτερα από μένα!».
Μικρός στην Τέχνη, έμεινα άφωνος όταν οι μεγαλύτεροι φίλοι μου ποιητές μου έδειχναν τα ποιήματά τους και περίμεναν με αγωνία να τους εκφράσω τη γνώμη μου. Θυμάμαι τον Κώστα Μαυρουδή που με είχε συνεργάτη του τότε στο Δέντρο. Τον Γιάννη Πατίλη που μου έδωσε τη συλλογή του Γραφέως κάτοπτρο, πριν αποφασίσει να την δώσει στον εκδότη του, τα ηρωικά χρόνια του Πλανόδιου. Τον Μιχάλη Γκανά με τα Γυάλινα Γιάννινα. Τον Ρένο Αποστολίδη που δοκίμαζε σε μας, το ακροατήριό του, τα γραπτά πριν τα δώσει επίσης για δημοσίευση.
Θυμήθηκα και την αντίστροφη πλευρά: τους φίλους που έχασα επειδή τους εξέφρασα ειλικρινά τη γνώμη μου: αν πεις σε κάποιον φίλο ποιητή ωμά πως δεν «το έχει», «δεν είναι ποιητής», τον μεταμορφώνεις ως διά μαγείας σε ορκισμένο εχθρό σου. Τι απομένει τελικά; Μια υπεκφυγή: «θα σε συμβούλευα να το διαβάσει η Γερτρούδη. Είναι η μόνη της οποίας την κρίση εμπιστεύομαι απολύτως».
Ο Έρνεστ δεν θα μπορούσε ποτέ να ήταν εκδότης περιοδικού, να σκύψει πάνω στα κείμενα των άλλων, όπως κάνω εγώ, εδώ και σαράντα χρόνια. Κατά τα άλλα, έχει απόλυτα δίκιο.

ΤΑ ΔΕΚΕΜΒΡΙΑΝΑ
Εξακολουθούν και καταφτάνουν μέσα Φεβρουαρίου, τα βιβλία και οι ποιητικές συλλογές που εκδόθηκαν στο τέλος του προηγούμενου έτους: το Νοέμβριο και το Δεκέμβριο. Η συγκεκριμένη εποχή του έτους θεωρείται, και δικαιολογημένα, η πιο εμπορική εποχή για τους εκδότες και τους βιβλιοπώλες: ο κόσμος αγοράζει βιβλία για δώρα ή για τον εαυτό του, κι όσοι νέοι νομίζουν πως θα «κινηθεί» και το βιβλιαράκι τους, πλανώνται πλάνην οικτράν. Το μόνο που καταφέρνουν είναι να χάσουν και την εύφημη μνεία για τα βιβλία που κυκλοφόρησαν μέσα στη χρονιά, ως είθισται, στις εκατοντάδες λίστες που καταρτίζουν ειδικοί και άσχετοι.
Προτιμήστε να βγάζετε τα βιβλία σας μετά τον εορταστικό πανζουρλισμό: μέσα Ιανουαρίου, ας πούμε ή με το που μπαίνει η Άνοιξη. Απαγορεύεται επίσης να τα κυκλοφορήσετε μέσα στο Καλοκαίρι, γιατί ο κόσμος κουβαλάει στην παραλία τα γνωστά ευπώλητα «τούβλα» που είναι φτιαγμένα να αντέχουν σε υψηλές θερμοκρασίες έκθεσης και τις υπεριώδεις αχτίνες. Μια γνωστή μου φαρμακοποιός αγόρασε από πάγκο στην παραλιακή μια ποιητική συλλογή κι έπειτα μου παραπονιόταν πως τη διάβασε πολύ γρήγορα κι έκλαιγε τα λεφτά της. Νόμιζε πως θα την κρατούσε συντροφιά όλο το καλοκαίρι.
Γεννημένος Δεκέμβρη έζησα στο πετσί μου τη διαφορά με τους συμμαθητές μου: απ’ τη μια γλύτωσα μια ολόκληρη σχολική χρονιά, κι από την άλλη τώρα που μεγάλωσα επιβαρύνομαι με έναν επιπλέον χρόνο χωρίς να τον έχω ζήσει. Ποια ηλικία έχει το βιβλίο σας;