Γιάννης Παπακώστας, Δημήτριος Βικέλας- Γεώργιος Δροσίνης. Εναγώνιος Διάλογος για τα Γράμματα και τον Πολιτισμό, Εκδ. Σύλλογος «Οι Φίλοι του Μουσείου Δροσίνη», Κηφισιά 2015.
Το βιβλίο του Γιάννη Παπακώστα Δημήτριος Βικέλας-Γεώργιος Δροσίνης. Εναγώνιος Διάλογος για τα Γράμματα και τον Πολιτισμό, είναι μία ακόμη συμβολή στα Γράμματά μας για τον λόγο ότι ξαναφέρνει στην επικαιρότητα πρόσωπα και ενέργειες ξεχασμένες, οι οποίες όμως ήταν σημαντικές και ρηξικέλευθες για την εποχή τους και για την Εκπαίδευση γενικώς και αποτελούν τη βάση για τα σημερινά δεδομένα εν πολλοίς.
Το βιβλίο περιλαμβάνει, «Πρόλογο» και «Εισαγωγή» του επιμελητή Γιάννη Παπακώστα, και, στο Πρώτο Μέρος του, τις Επιστολές του Γ. Δροσίνη και τις Επιστολές του Δ. Βικέλα. Το Δεύτερο Μέρος του συναποτελούν ο «Χαιρετισμός της Ελένης Βαχάρη», το κείμενο του Παπακώστα με τίτλο «Ο Γεώργιος Δροσίνης και το ‘‘Πρώτον εν Ελλάδι Εκπαιδευτικόν Συνέδριον’’», το κείμενο του Αθανασίου Γκότοβου, «Εκπαιδευτικοί Προβληματισμοί», το κείμενο του Κώστα Μπαλάσκα, «Προεκτάσεις, Από την Έρση του Δροσίνη στο Μυθιστόρημα της κυρίας Έρσης του Ν. Γ. Πεντζίκη» και το «Παράρτημα» με τις γνωστοποιήσεις για τη διοργάνωση του Συνεδρίου στις εφημερίδες της εποχής καθώς και κείμενα επ’ αυτού των Γρηγορίου Ξενόπουλου, Αριστοτέλη Κουρτίδη κι ένα ποίημα του Αρ. Προβελέγγιου.
Ο Παπακώστας στην εισαγωγή του, παράλληλα με την συστηματική αναφορά στο έργο των δύο ανδρών, τονίζει τη στενή φιλική σχέση που τους συνέδεε, πέραν της λογοτεχνίας, η οποία κατέληξε στο Σύλλογο προς διάδοσιν των Ωφελίμων Βιβλίων. Οι δύο άνδρες συναντήθηκαν μάλλον το 1882 στο περιοδικό Εστία, ο Δροσίνης στα 23 του χρόνια και ο Βικέλας στα 55. Ο τελευταίος είχε ζήσει από νεαρά ηλικία στο Λονδίνο και αργότερα στο Παρίσι, όπου δραστηριοποιήθηκε στις εμπορικές επιχειρήσεις των θείων του, Βασιλείου και Λέοντος Μελά, αλλά η δική του «κλίσις» ήταν «παλαιόθεν περί τα γράμματα εν γένει», όπως έλεγε. Έγραψε ποιήματα, μετέφρασε Όμηρο και πολλά θεατρικά έργα του Σαίξπηρ, τα οποία δημοσίευσε σε ελληνικά και ξένα έντυπα. Οι μεταφράσεις των έργων του στη γαλλική και γερμανική γλώσσα τον έκαναν γνωστό και στην ελληνική λογοτεχνία. Αλλά και οι σχέσεις του με τους φιλολογικούς κύκλους σε όλη σχεδόν την Ευρώπη συνέβαλαν στη διάδοση της Νέας ελληνικής λογοτεχνίας. Με τη δική του μάλιστα φροντίδα δημοσιεύτηκε και το Αμάρτημα της μητρός μου του Γ. Βιζυηνού στην Nouvelle Revue σε μετάφραση του Marquis de Queux de Saint-Hilaire.
Ο Δροσίνης, από την πλευρά του, δεν κατάφερε να ολοκληρώσει στις σπουδές του στη Νομική Σχολή της Αθήνας ούτε και στη Φιλοσοφική, όπου επίσης γράφτηκε. Αργότερα έφυγε στη Γερμανία, για να σπουδάσει Ιστορία της Καλλιτεχνίας και Αισθητική της Τέχνης στη Δρέσδη και τη Λειψία, κατά προτροπή του Νικολάου Πολίτη. Όμως και πάλι για λόγους ανωτέρας βίας υποχρεώθηκε να διακόψει τις σπουδές του. Ωστόσο, επανήλθε αργότερα για να φροντίσει εργασίες τυπογραφικές που είχε αναλάβει για λογαριασμό του Κασδόνη ιδρυτή του νεοσύστατου βιβλιοπωλείου της Εστίας, καθώς και για έναν πρόσθετο λόγο, την αποστολή ανταποκρίσεων με θέματα που άπτονταν του πολιτισμού ελληνικού και γερμανικού• παραστάσεις και μεταφράσεις αρχαίου δράματος, παραστάσεις όπερας του Βάγκερ, επισκέψεις σε μουσεία και σπίτια επιφανών, όπως του Λιστ και άλλα. Σκοπός του Δροσίνη ήταν «να προβάλει όψεις του γερμανικού πολιτισμού» και να τις γνωστοποιήσει στον έλληνα αναγνώστη, αλλά και «να δώσει έμφαση σε πολιτιστικές εκδηλώσεις στο γερμανικό χώρο με αντικείμενο τον ελληνικό πολιτισμό, τον αρχαίο κυρίως».
Όταν ο Πολίτης έγινε καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας, στον τομέα της Μυθολογίας και της Ελληνικής Αρχαιολογίας και σ’ αυτόν οφείλεται και η εισαγωγή του μαθήματος της Νέας ελληνικής λογοτεχνίας στο Γυμνάσιο, το 1884, ο Δροσίνης ήταν Τμηματάρχης στο Υπουργείο Παιδείας. Ο Πολίτης που είχε και τον προγραμματισμό όλου του εγχειρήματος, φρόντισε να συνδυάσει τη λόγια παράδοση με τη δημοτική και καθόρισε τους συγγραφείς που θα ανθολογούνταν καθώς και τα αποσπάσματα από τα έργα τους. Επίσης, παρότρυνε τους συγγραφείς να γράφουν πρωτότυπα διηγήματα και να μην επιδίδονται μόνο σε μεταφράσεις γι’ αυτό και συνέλαβε την ιδέα του «Διαγωνισμού Διηγήματος».
Με την πάροδο του χρόνου η σχέση εκτίμησης των δύο ανδρών εξελίχτηκε περαιτέρω και επισφραγίστηκε από τη σημαντική συνεργασία τους στα Γράμματα.
Στα άρθρα του Δροσίνη στην Εφημερίδα Ακρόπολη, σχολιάζει ο Παπακώστας, συγκαταλέγεται και η κριτική παρουσίαση της συλλογής «Διηγήματα του Βικέλα» με έμφαση στο διήγημα «Ο παππα Νάρκισσος» για την απλότητα και τον ήρεμο τρόπο που παρουσιάζει τον ήρωά του ο συγγραφέας, χαρακτηριστικά που διέκριναν τον ίδιο, αλλά και για την τροπή «προς την ψυχογραφία, με επίκεντρο την εσωτερική πάλη του ήρωα ανάμεσα στην ηθική και την ψυχική δύναμη, ανάμεσα στο χρέος και στον φόβο». Στο «Πρώτον εν Ελλάδι Εκπαιδευτικόν Συνέδριον», του οποίου Πρόεδρος ήταν ο Βικέλας και Γραμματέας ο Δροσίνης, συζητήθηκαν τα γενικότερα προβλήματα της εκπαίδευσης, όπως ο αναλφαβητισμός, η γυναικεία εκπαίδευση, η εκπαίδευση των τυφλών. Για το τελευταίο μάλιστα ο Βικέλας ταξίδεψε στο Παρίσι, ενδιαφέρθηκε για τα εποπτικά μέσα διδασκαλίας και το οικονομικό κόστος. Στο βιβλίο που έγραψε ο Δροσίνης με θέμα τους τυφλούς, ο Βικέλας έγραψε την «προεισαγωγική διάλεξη». Βεβαίως χρειάζονταν χορηγοί και πρώτη, με πρωτοβουλία του Δροσίνη, ήταν η Ιφιγένεια Συγγρού, η οποία κατέθεσε γενναία δωρεά για να εκπαιδευτεί η Ειρήνη Λασκαρίδου στο Ιλλτζάχ. Το παράδειγμα της μιμήθηκαν και άλλοι και έτσι ο «Οίκος τυφλών» έγινε πραγματικότητα.
Ανάμεσα στα άλλα ενδιαφέροντα που προκύπτουν από την αλληλογραφία των δύο ανδρών είναι και ο διαγωνισμός για τη συγγραφή μελέτης «Ο Αδαμάντιος Κοραής ως εθνικός παιδαγωγός» και «Ο Κυβερνήτης της Ελλάδος Καποδίστριας ως πρώτος θεμελιωτής της δημοτικής ημών εκπαιδεύσεως». Ο Βικέλας ασχολήθηκε επίσης με την συγκρότηση του Ελληνικού Εκπαιδευτικού Συνδέσμου για τη διάδοση της ελληνικής παιδείας στην Ελλάδα και όπου υπήρχε ελληνικό στοιχείο, κοινότητες και παροικίες. Ο Παπακώστας σημειώνει πως από την αλληλογραφία Βικέλα-Δροσίνη οδηγείται κανείς στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για λογίους με «άκρα ευαισθησία και πάθος για την εκπαίδευση και τον πολιτισμό». Ο Δροσίνης «εντόπιζε τις ανάγκες» και ο Βικέλας τις υλοποιούσε. Και επίσης ο Δροσίνης και ο Βικέλας ήθελαν να δουν ελληνικά έργα μεταφραζόμενα στο εξωτερικό, δικά τους και άλλων.
Στις επιστολές που περιέχονται στο βιβλίο, ο αναγνώστης μπορεί να δει τι διημείφθη ανάμεσα στους δύο άντρες και στο Δεύτερο Μέρος μπορεί να παρακολουθήσει τις ενδιαφέρουσες εργασίες των Βαχάρη, Παπακώστα, Γκότοβου και Μπαλάσκα. Να προσθέσουμε ότι η Ελένη Βαχάρη είναι η Πρόεδρος του Συλλόγου «Οι Φίλοι του Μουσείου Γ. Δροσίνη».
Θα σταθώ για λίγο στην εισήγηση του Κώστα Μπαλάσκα, από την οποία θηρεύω τις εξής πληροφορίες:
Η Έρση είναι έργο του Δροσίνη που δημοσιεύτηκε το 1922 και μπορεί να θεωρηθεί μυθιστόρημα, στο οποίο «Η πείρα προσπαθεί να εξαλείψει την εξασθένηση της πυράς». Γράφεται στη δημοτική, η οποία έχει πλέον επικρατήσει, και έχει τις αρετές της εποχής του, με τον Δροσίνη στον ρόλο του πνευματικού οδηγού και εθνικού παιδαγωγού, κατά τα διεθνώς κρατούντα τότε. Στην Έρση βρίσκει την ευκαιρία να εξάρει την ιδανική γυναίκα (όπως την είχε δει στον Γκαίτε, υποθέτω, που σίγουρα είχε μελετήσει). Την Έρση του Δροσίνη έφερε στην επικαιρότητα ο Ν. Γ. Πεντζίκης, με Το μυθιστόρημα της κυρίας Έρσης, το 1966, του οποίου ο Γιώργος Σεφέρης έκανε μια «αναγνωστική παρουσίαση» με τίτλο Οι ώρες της κυρίας Έρσης. Ο Πεντζίκης που είχε διαβάσει τον Δροσίνη ξαναγράφει το μυθιστόρημα, αναπλάθοντας το έργο για να συμπεριλάβει και τον εαυτό του στη δράση. Ο Σεφέρης γράφει πάνω στον Πεντζίκη χωρίς να διαβάσει τον Δροσίνη.
Επανέρχομαι στο βιβλίο του Παπακώστα, συμπεραίνοντας ότι, όσον αφορά την Έρση, αν υπάρχει μια σημασία, η σημασία έγκειται στις μεταμορφώσεις ενός έργου, ανάλογα με τις εποχές και το βλέμμα του εκάστοτε λογοτέχνης. Όσον αφορά το βιβλίο συνολικά ο Παπακώστας έχει πλέον γίνει μοναδικός στο να ανασύρει από τη σκόνη των βιβλιοθηκών ενδιαφέροντα άγνωστα φιλολογικά πράγματα και να τα αναπαλαιώνει με τον τρόπο του, επαναφωτίζοντας το σημείο που έχει πέσει στο σκοτάδι και τονίζοντας τη σημασία που είχε τότε και εξακολουθεί να έχει τώρα.
[Πρώτη δημοσίευση. Η φωτογραφία είναι της Laura Makabresku. Ακολουθούν κατά σειρά φωτογραφίες του Βικέλα, του Δροσίνη και το εξώφυλλο της Έρσης.]