Words
Axes/After whose stroke the wood rings/And the echoes!/Echoes traveling/Off from the center like horses.
The sap/ Wells like tears, like the/Water striving/To re-establish its mirror/Over the rock
That drops and turns/A white skull/Eaten by weedy greens./ Years later I/Encounter them on the road—
Words dry and riderless/The indefatigable hoof-taps./While/ From the bottom of the pool, fixed stars/Govern a life.
Οι «Λέξεις» (Words), είναι ένα σύντομο σχετικά ποίημα της αδικοχαμένης ποιήτριας απλωμένο σε τέσσερις στροφές, των πέντε γραμμών η κάθε μία. Οι έννοιές του είναι σαφώς μεταφορικές, ενώ ο τίτλος χρησιμεύει ως σημαντικός δείκτης των βαθύτερων εννοιών του. Για τον αναγνώστη, η γνώση ότι το ποίημα αναφέρεται στις «λέξεις», το κάνει ένα σταθερό σημείο στο… ταξίδι του. Επειδή όμως το τοπίο του ποιήματος είναι βαθιά πνευματικό, κι όχι φυσικό, η επίδρασή του στον αναγνώστη μπορεί να αποβεί κατά κάποιο τρόπο αποπροσανατολιστική. Δεν υπάρχει κανένα χέρι που να χτυπάει το τσεκούρι, ούτε αναβάτες πάνω στα άλογα, ούτε μάτια πίσω από τα δάκρυα που αναβλύζουν. Ο αναγνώστης δεν έρχεται σε επαφή με τον αφηγητή, παρά μόνον προς το τέλος της τρίτης στροφής. Σ’ αυτό το σημείο, βλέπει κανείς ότι το ποίημα είναι γραμμένο σε πρώτο πρόσωπο, και γίνεται κάπως σαφέστερο πια, ότι οι προηγούμενες στροφές είναι οι σκέψεις του ποιητή, όπως αυτές στοχάζονται για το βαθύτερο θέμα του ποιήματος, δηλαδή τα λόγια, ή καλύτερα, τις λέξεις.
Οι «Λέξεις» είναι ένα ποίημα δομημένο σε μια σειρά από στροφές, σαν παραγράφους, η κάθε μια από τις οποίες διερευνά και μια διαφορετική πτυχή του θέματος. Ξεχωριστές, αλλά και αλληλοσυνδεόμενες εικόνες, ενοποιούν σε κάποια σημεία τις ιδέες και αποκαλύπτουν μια εξέλιξη των αντιλήψεων για τη φύση της συγκεκριμένης ποιητικής έκφρασης. Η αντιπαράθεση του τίτλου (Words) και της μοναδικής λέξης της πρώτης γραμμής στην πρώτη στροφή (Axes), συνδέει τις δύο ιδέες. Λέξεις οι οποίες χτυπάνε πάνω στο χαρτί κι ακούγονται, όπως το τσεκούρι στο δύστροπο ξύλο. Η έλλειψη ενός ευδιάκριτου αφηγητή εδώ, επιτρέπει στον αναγνώστη του ποιήματος να εισέλθει κατευθείαν σε αυτό, νοιώθοντας παράλληλα τη φυσική αίσθηση της βίαιης πρόσκρουσης. Πρόκειται για ένα ιδιαίτερα εύστοχο εικονογραφημένο ποιητικό ύφος της Σύλβια Πλαθ, το οποίο συχνά είναι απότομο και δηκτικό. Η σχεδόν φυσική αίσθηση της δόνησης, σε συνδυασμό με την επανάληψη της λέξης “echoes” (ηχώ), συνδέει την εικόνα του τσεκουριού με εκείνη των αλόγων που καλπάζουν. Είναι βεβαίως γνωστό ότι συχνά η Πλαθ χρησιμοποίησε και σε άλλες περιπτώσεις εικόνες αλόγων, για να υποδηλώσει την καλπάζουσα δημιουργική της ενέργεια.
Σε ένα παλιότερο ποίημά της, στο “Elm”, μας λέει:
All night I shall gallop thus, impetuously/Till your head is a stone, your pillow a little turf/Echoing, echoing.
(… Όλη τη νύχτα θα καλπάζω έτσι, ορμητικά … )
Και στο “Years” (Χρόνια):
What I love is/The piston in motion/And the hooves of the horses/ Their merciless churn.
(… Αυτό που μου αρέσει είναι το έμβολο σε κίνηση/Και οι οπλές των αλόγων…).
Παρομοίως, το “Words” αρχίζει με μια ζωντανή αίσθηση του σκοπού, των δηλώσεων και των μηνυμάτων που αποστέλλονται. Στη δεύτερη στροφή, οι αλλαγές στη διάθεση, προχωρούν όλο και πιο αθόρυβα. Η ανάβλυση των χυμών στη στροφή αυτή, τη συνδέει με την προηγούμενη με τις εικόνες των τσεκουριών, ενώ παρομοιάζοντας τους χυμούς με τα δάκρυα τοποθετεί το όλο σκηνικό σε ανθρώπινο πλαίσιο. Οι ποιητές που ανήκουν στην ίδια εξομολογητική σχολή με τη Σύλβια Πλαθ, χρησιμοποιούν συχνά την εργασία τους ως κάθαρση, ως τρόπο θεραπείας. Σίγουρα υπάρχει μια αιωρούμενη αίσθηση της απόπειρας επούλωσης στους χυμούς που προσπαθούν να κλείσουν την πληγωμένη σάρκα του δέντρου και στα δάκρυα που μπορεί να απελευθερώσουν τον ψυχικό πόνο του υποκειμένου. Κατά παράδοξο όμως τρόπο, η επούλωση επέρχεται μόνο μετά από τη δημιουργία του τραύματος. Στη μέση της δεύτερης στροφής, οι εικόνες αλλάζουν στο νερό μέσα στο οποίο έχει πέσει μια πέτρα. Λόγω της ομοιότητας των εικόνων, κάποιος θα περίμενε τη συνέχιση της ιδέας της επούλωσης. Το συμπέρασμα εδώ μετατοπίζεται λίγο από τη θεραπεία στην απόκρυψη, ωστόσο η πέτρα που προκάλεσε την ανατάραξη έχει βυθιστεί, αλλά το ρήγμα βρίσκεται από πάνω, καλύπτοντας ότι βρίσκεται από κάτω. Μέχρι αυτό το σημείο, η γλώσσα του ποιήματος, αν και μεταφορική, έχει προσαρμοστεί σε συμπαγείς και εύκολα αναγνωρίσιμες εικόνες. Καθώς προχωρούμε προς την τρίτη στροφή, το ποιητικό τοπίο αλλάζει, σχεδόν ανεπαίσθητα, από το πραγματικό στο μάλλον σουρεαλιστικό, κι όταν η πέτρα βυθίζεται κάτω από την επιφάνεια του νερού, τελικά αλλάζει και μετατρέπεται σε κρανίο. Οι αντηχήσεις από τα κτυπήματα από τσεκούρι, τα άλογα που καλπάζουν και οι κυματισμοί, αντιπροσωπεύουν λέξεις. Όπως και το τσεκούρι, η πέτρα είναι ο εμπνευστής, το ερέθισμα που οδηγεί στην ηχώ, αλλά το κλίμα κι η διάθεση, σίγουρα έχουν υποστεί μετάλλαξη. Η εκκωφαντική δύναμη του τσεκουριού, έχει δώσει τη θέση στη αδράνεια του βράχου, ο οποίος στην ανατροπή και κατρακύλισμά του, γίνεται μακάβριο απομεινάρι της δημιουργικής ενέργειας, ένα λευκασμένο εν τέλει κρανίο.
Η ιδέα του άψυχου, ενισχύεται από τις επόμενες γραμμές. Ο αναγνώστης επιστρέφει στην επιφάνεια του κόσμου, αλλά τα όρια της πραγματικότητας είναι ακόμα θολά. Σε μια αντιστροφή της συνήθους μεταφορικής τεχνικής στην πρώτη στροφή, όπου τα άλογα εκπροσωπούσαν λόγια, οι λέξεις τώρα και τα λόγια, ομιλούνται σαν να ήταν άλογα. Η δύναμη και ο σκοπός πίσω από τις λέξεις έχουν φύγει, ωστόσο είναι «στεγνά και χωρίς αναβάτη». Τα λόγια φαίνεται να έχουν αποκτήσει δική τους εξουσία, έξω από τον έλεγχο του δημιουργού τους, έχουν γίνει σαν ξένοι που θα μπορούσε κανείς να συναντήσει στο δρόμο. Τέλος, σαν να ξεφύγουν από τις ακούραστες οπλές – βρύσες, το ποίημα, όπως και το κρανίο, βυθίζεται στον πυθμένα της πισίνας, μακριά από την ενέργεια, τον πόνο και την εφιαλτική σύγχυση, σ’ ένα μέρος βεβαιότητας.
Η μεταφορά είναι το επιτακτικό τέχνασμα των λέξεων. Επειδή δεν υπάρχει αφηγηματικό πλαίσιο, ακόμη και μια επιφανειακή ανάγνωση απαιτεί κάποια ερμηνεία της μεταφοράς του. Η Πλαθ δεν κάνει το έργο του αναγνώστη εύκολο, αλλά του παρέχει τις απαραίτητες ενδείξεις για να προχωρήσει και να φτάσει στο πολυπόθητο τέλος με ασφάλεια. Η όλη φύση της διαπλοκής των μεταφορών ενοποιεί το ποίημα και οδηγεί τον αναγνώστη στην κατανόηση. Στην πρώτη στροφή, η Σύλβια Πλαθ συνδέει δύο φαινομενικά ανόμοιες εικόνες, τα τσεκούρια και τα άλογα. Τονίζοντας το κοινό έδαφος που απηχεί τον ήχο, την κίνηση έξω από το κέντρο, και την ενέργεια, οι εικόνες αυτές επαναλαμβάνουν την κεντρική εικόνα. Όταν, στην τρίτη στροφή, οι λέξεις ειδικά ομιλούνται ως άλογα, καταλαβαίνει κανείς ότι οι «λέξεις» αναφέρονται και στις προηγούμενες μεταφορές. Οι «λέξεις» τελικά υπαινίσσονται ποίηση. Η Πλαθ χρησιμοποιεί την αλληγορία ως κάτι περισσότερο από μια συσκευή για να βιώσει την εμπειρία κάτω από νέο φως. Στο ποίημα αυτό χρησιμοποιεί την προοδευτική διασύνδεση της αλλαγής των εικόνων, κάτι που αντανακλά μια μεταβαλλόμενη και επικίνδυνη ψυχική κατάσταση.
Τα χτυπήματα του τσεκουριού φανερώνουν την ελεγχόμενη δύναμη. Τα άλογα που καλπάζουν συναρπαστικά, συνεπάγονται βεβαίως και την πιθανότητα για απώλεια του ελέγχου. Στη δεύτερη στροφή, οι χυμοί που αναβλύζουν και τα δάκρυα, υποδηλώνουν μια αντίδραση στην προηγούμενη βίαιη ενέργεια, μια πληγωμένη κατάσταση. Στην τρίτη στροφή, η πτώση του βράχου στην πισίνα αντικατοπτρίζει την ψυχική κάθοδο σε έναν εφιαλτικό κόσμο όπου οι πέτρες γίνονται κρανία και το δημιουργικό μυαλό είναι ένα νεκρό και άδειο κέλυφος. Χρησιμοποιώντας παρόμοιες εικόνες στο ποίημα “Paralytic” το οποίο γράφτηκε λίγες μόνο ημέρες πριν από το “Words”, λέει: «My mind a rock/No fingers to grip, no tongue”. Οι εικόνες του ποιήματος “Words” εγκαταλείπει τον αναγνώστη σε ένα παγιδευμένο εφιαλτικό κόσμο, έναν κόσμο αόρατο από τον εξωτερικό παρατηρητή, διότι το νερό έχει ηρεμήσει και τώρα είναι ένας καθρέφτης που κρύβει τα βάθη. Στις δύο τελευταίες γραμμές της τρίτης στροφής και τις δύο πρώτες της τελευταίας, ο ποιητής ανεβαίνει για λίγο από τα βάθη και βλέπει το παρελθόν. Τώρα, χρόνια αργότερα (years later), τα λόγια της φαίνονται πια χωρίς κανένα νόημα. Οι στείρες και αχαλίνωτες λέξεις (Dry and riderless), έχουν χάσει το επείγον του χαρακτήρα τους. Η προσπάθεια δημιουργικότητας φαίνεται υπερβολική. Η χαρά έχει δώσει τη θέση της στις αδυσώπητες απαιτήσεις των ακούραστων οπλών-βρυσών (indefatigable hoof-taps) και η περιρρέουσα διάθεση είναι αυτή της παράδοσης στο αναπόφευκτο. Η μεταφορική κίνηση είναι από την ενέργεια έως τη στάση, από τη μανιακή δημιουργική ενέργεια στον πόνο, στην τρέλα, να συνοψίσει την άγονη διαύγεια, και τελικά σε ηρεμία, τη βεβαιότητα του πυθμένα της πισίνας.
Η απόλυτη ακινησία είναι ο θάνατος. Η κίνηση προς το θάνατο είναι ένα συχνό και διάχυτο θέμα στην ποίηση της Σύλβια Πλαθ, αφού έχει χρησιμοποιήσει παρόμοιες εικόνες κι αλλού. Για παράδειγμα, στο “Getting There” που μιλά για την επιθυμία για θάνατο: “Is there no still place/ Turning and turning in the middle air”. Στο τέλος του ποιήματος “Words”, η ποιήτρια έχει παραδοθεί στο σταθερό αστέρι (fixed star) του θανάτου που έχει εισχωρήσει στη ζωή και το έργο της. Δεν υπάρχει καμία περίπτωση διαφυγής από αυτό το συμπέρασμα, με δεδομένο το γεγονός ότι το ποίημα “Words” γράφτηκε μόλις δέκα ημέρες πριν από το θάνατό της Σύλβια Πλαθ, με την αυτοκτονία της.
Λίγοι ποιητές αντιστάθηκαν στην παρόρμηση να γράψουν σε κάποια φάση της ζωής τους για τη φύση της ίδιας της ποίησης. Φυσικά η Σύλβια Πλαθ δεν αποτέλεσε εξαίρεση, και το “Words” είναι ένα τέτοιο ποίημα. Τα περισσότερα ποιήματα αυτού του τύπου λαμβάνουν ως θέμα τους τον διαρκή χαρακτήρα της ποίησης και της ικανότητάς τους να απαθανατίσουν το ποιητικό όραμα. Αποτελούν ουσιαστικά έναν έπαινο της δύναμης της ποίησης. Η Σύλβια Πλαθ αναγνωρίζει επίσης τον διαρκή χαρακτήρα της ποίησης. Οι ποιητικές της εκφράσεις ταξιδεύουν από το κέντρο της δημιουργίας της προς όλες τις κατευθύνσεις. Τα ποιήματα υπάρχουν ως ξεχωριστή οντότητα, τα οποία πρέπει να συναντήσει κάθε ταξιδιώτης στο δρόμο της ζωής του. Για την Πλαθ, όμως, τα ποιήματα φαίνεται να χάνουν τη σημασία από τη στιγμή που βρίσκονται έξω από τον έλεγχό της. Η πράξη της γραφής φαίνεται να είναι τόσο αυτό που πανηγυρίζει η Πλαθ, όσο κι αυτό που στο τέλος αποτυγχάνει.
Για την Πλαθ, σε μεγαλύτερο βαθμό απ’ ότι στους περισσότερους συγγραφείς, η γραφή ήταν, τι άλλο παρά η ίδια η ζωή της! Τα γραψίματά της στο σύνολο αποκαλύπτουν μια συνεχή προσπάθεια για τον έλεγχο των συγκρούσεων και των εμμονών της ζωής της μέσα από τη σφιχτή δομή της τέχνης της. Στις είκοσι προσεκτικά δημιουργημένες γραμμές του ποιήματος «Words», η Σύλβια Πλαθ απογυμνώνει το συναισθηματικό ταξίδι της ζωής της, από τη δημιουργική δύναμη στην απελπισία και τελικά το θάνατο.