Ο χρόνος λυπάμαι
Προχτές βράδυ, έπεφταν βιαστικά βήματα, ψιχάλες, από που; Έως πότε; Μπήκα στο μπαρ πνιγμένα, στον κόσμο άλλοτε, πριν, τότε, συγκεντρωμένα ποτά, επείγοντα, η παρέα στη μέση, ερεθισμένα ευγενική, καθίστε, καθίστε, και ο μουσικός άσπρος, σαν την παιδική μου ηλικία, βάλτε να πιούμε, έβαλαν, βάλαμε, βάλτε ξανά, ξαναέβαλαν, βάλτε να ζήσουμε, υπήρχαν κρυμμένα κάτω απ’ το τραπέζι, κι όλο μεγάλωναν, κι όλο περίσσευαν κύματα στο μπαρ, κι όλο έσταζε ο κόσμος και κόλλαγε πάνω στο μαύρο αναπάντητο μακό μου, σαν βρώμικη τσίχλα, τα σημάδια στο πάτωμα αραιά, είχε χυθεί λίγο διάφανο στις γωνίες, να σκουπίσουμε, φώναξα γρήγορα τη σερβιτόρα, να σκουπίσουμε, εκεί, δεν βλέπεις; Στον τοίχο μια φωτογραφία της Τζάνις έγνεφε γεια σου, I know you are unhappy ooh ah, honey I know just how you feel, να αλλάζεις την ρύθμιση της καρδιάς πότε πότε, να σε αισθάνεται το νερό στο φρέαρ, ένιωσα δεκάδες αγαπημένα βλέμματα εκεί, πήγαιναν κάτω βαθιά, σαν σουγιάδες, έως εκεί που υπάρχει συνείδηση, κανένα δεν ήταν δικό σου, η κοπέλα απ’ το κρεβάτι με κοίταξε με μια αγκαλιά ολομόναχη, είχε λέξεις σταγόνες, όλος ο κόσμος είναι μια κλήση μακριά, είπε, τελευταίος σταθμός, κι εγώ ο χρόνος λυπάμαι.
Στηβ Πιούρης
[Με αφορμή τον διαγωνισμό μικροδιηγήματος, γνωστοί συγγραφείς μάς στέλνουν και δικά τους κείμενα ζητώντας να μείνουν εκτός συναγωνισμού, προκειμένου να μη στερήσουν τη βράβευση από νεότερους συναδέλφους τους. Τα διηγήματα αυτά δημοσιεύονται για την ώρα με ψευδώνυμο, τα ονόματα των συγγραφέων τους όμως θα αποκαλυφθούν μαζί με τα αποτελέσματα. Υπενθυμίζουμε ότι μπορείτε να αποστείλετε τα δικά σας μικροδιηγήματα έως τις 8 Δεκεμβρίου. Ήδη οι συμμετοχές είναι αρκετές!]