Λούη Περεντού
Ονόματα της Νύχτας
Λάρνακα 2012
Ομολογώ πως είναι η δεύτερη φορά (σε μια πενταετία) που ο φίλος ποιητής Λούης Περεντός, με καταγωγή και γενέθλια πόλη του τη Λεμεσό και που έχει μετοικήσει, εδώ και μερικά χρόνια, στη Λάρνακα, μας έχει γοητεύσει με τη νέα, ωριμότατη πια και κατασταλαγμένη, ποιητική γραφή του. Δίκαια λοιπόν και αιτιολογημένη η ποιητική σιωπή του και παράδειγμα προς μίμηση.
Έχει ο Λ.Π εμφανιστεί στα γράμματά μας, ως ποιητής, το 1973 με την ποιητική συλλογή του Διάφανα. Στη συνέχεια μας έδωσε τις πιο κάτω ποιητικές συλλογές: Προς Ερεσίχθονας (1977), Παχύδερμα (1977), Τ΄απωθημένα ενός μικροαστού (1982) και Κύπρις το Μοιραίον (1987) . Από το 1987 και για ολόκληρα είκοσι ένα χρόνια, σοφά, είχε σιγήσει και δεν είχε εμφανιστεί με άλλη ποιητική συλλογή. Μέχρι που το έκανε, ευτυχώς, το 2008 με την έξοχη ποιητική του σύνθεσή Αγάπες του Απόλυτου. Τότε είδαμε την τη μεγάλη, την ουσιώδη αλλαγή στη γραφή του. Δεν ήτανε ο Λ.Π. τον οποίο ξέραμε και γνωρίσαμε στις προηγούμενες ποιητικές συλλογές του. Ήτανε ο ποιητής που για χρόνια μέσα στα σπλάχνα του και μέσα στην ποιητική του μήτρα, σιωπώντας και γράφοντας, κυοφορούσε ό, τι καλύτερο και ό,τι ωριμότερο μπορούσε να μας καταθέσει. Να μας καταθέσει σαν μεγαλόπνοη ποιητική σύνθεση∙ που όταν την παίρνουμε και την διαβάζουμε ή την απαγγέλουμε (οπόταν και την ακούμε) ο ποιητικός λόγος, χαριτωμένος μας μαγεύει και είναι φορές, το ομολογώ, που μας καθηλώνει και μας ανυψώνει. Σε αντίθεση ασφαλώς με άλλους φτασμένους και με όνομα δημιουργούς οι οποίοι με πρόσφατες ποιητικές καταθέσεις τους, αντί σταθερή άνοδο, μας παρουσιάζουν στο ποιητικό τους βάδισμα, σαφή κόπωση και πτώση.
Το καινούργιο του ποιητικό βιβλίο, (ο Περεντός από ότι μας λέει έχει και άλλη ανέκδοτη ποίηση στα συρτάρια του) είναι αφιερωμένο στον μακαριστό κοινό μας φίλο Φοίβο Σταυρίδη που πρόσφατα μας έφυγε και είναι χωρισμένο σε πέντε ποιητικές ενότητες. Κι από το πρώτο ακριβώς ποίημα ο Λ.Π. μας ενημερώνει:
«Η γραφή μου τώρα άλλαξε/ δεν λέω αυτά που ήξερες/ δεν εννοώ το ύφος, τη δομή/ ο γραφικός μου χαρακτήρας/ δεν μου ανήκει/ κάποιος άλλος γράφει τις λέξεις/ κοίτα το λάμδα, το έψιλον και το ρω»
Όντως η γραφή του, και στα δυο τελευταία ποιητικά του βιβλία, έχει ριζικά αλλάξει. Συγκρίνοντας ο επαρκής μελετητής την πρώτη του γραφή, που αφορά τα πρώτα του εκείνα ποιητικά βιβλία, και αυτή που έχει τώρα μπροστά του, το αντιλαμβάνεται και το ζει πως είναι μια καινούργια γραφή «που δεν λέει αυτά που ήξερες». Τώρα « κάποιος άλλος γράφει τις λέξεις….»
Όταν παίρνεις ένα, ένα τα ποιήματα και τα διαβάζεις ή τα απαγγέλνεις (το ποίημα για να είναι ποίημα πρέπει να απαγγέλλεται) σε έλκουν γιατί, ευρηματική η γραφή και ανάλαφρος ο ποιητικός λόγος σε παίρνει μέχρι και τον έσχατο του στίχο. Μέχρι και την έσχατη γεμάτη ουσία επιλεγμένη και ορθά τοποθετημένη λέξη. Στον καινούργιο ποιητικό του λόγο τίποτα μα τίποτα δεν υπάρχει που να τον βαραίνει αλλά αντίθετα ο κάθε στίχος, ορθά δομημένος, κτίζει και συμπληρώνει το όλο ποιητικό οικοδόμημα στο κάθε επιμέρους ποίημα και σε όλο το σύνολο του έργου. Ένα δείγμα γραφής είναι και το ποίημα «Ας ζήσουμε το σήμερα».
«Χτές ήταν δύσκολα τα πράγματα/ είχαν ύπουλες πληγές τα πέλματα/ δυσκόλευαν τα βήματα/ άφηναν αναπάντητα γιατί.
Είπα/ σαν χάσω τα πόδια μου/ πάρτε και τα φτερά μου/ δεν θα ΄χω ουρανό να πετάξω/ δεν θα ΄χω θάλασσα να βραχώ.
Μαζεύτηκαν τότε οι γείτονες/ άνοιξαν τα παράθυρα και την ψυχή μου/ μπήκαν η θέληση και το γινάτι / ψήσανε καφέ και
Έσκαψαν τις πληγές του σήμερα/ αφήνοντας πίσω τους / σημάδια και κραυγές»
Κάπου αλλού, στο ποίημα «Η σιωπή δεν είναι υπόθεση εύκολη», γράφει:
«Η σιωπή δεν κάνει εκπτώσεις/ μαζεύει τις λέξεις κομπολόι/ συνθέτει προτάσεις έγχρωμες/ ταξινομεί συναισθήματα/ και κάνει σχέδια/ όταν θ’ ανοίξουν οι ώρες τα χαρτιά τους/ για το παιχνίδι της δοκιμασίας/ όσων κράτησαν αποστάσεις».
Στο ποίημα αυτό ο ποιητής, με το δικό του ποιητικό τρόπο, δίνει προς σημερινούς ή αυριανούς «επαϊοντες» των λογοτεχνικών μας πραγμάτων, κριτικούς της λογοτεχνίας μας, το δικό του μήνυμα. Ανθρώπους που μοίραζαν και μοιράζουν, για χρόνια, τις πιο πολλές φορές κατά άδικο τρόπο και με αλλότρια της Τέχνης κριτήρια, τα εκάστοτε λογοτεχνικά βραβεία και τις τιμές. Ο ποιητής, αφού αίρεται πάνω από αυτές τις μικρότητες, μας μιλά για το τι ποιητικό θα απομείνει «όταν θ΄ ανοίξουν οι ώρες τα χαρτιά τους». Μας μιλά για «το παιχνίδι της δοκιμασίας/ όσων κράτησαν αποστάσεις». Και ο Λ.Π. μέσα από τη σιωπή τόσων χρόνων, ίσως αηδιασμένος με το τι γινόταν, «Γιάννης κερνούσε, Γιάννης έπινε και πίνει», αξιοπρεπής και άφθαρτος, εργατικός σαν μέλισσα, κράτησε αποστάσεις και έρχεται, ύστερα από χρόνια, χωρίς τυμπανοκρουσίες, σεμνά και μας καταθέτει τη νέα, τόσο, (κατά την άποψή μας), σημαντική και ουσιώδη ποιητική του γραφή του, αριθμημένη και εκτός εμπορίου, μόνο σε τριακόσια αντίτυπα, χαρισμένα σε επίλεκτους φίλους.
Να είσαι καλά φίλε Λούη και μέσα από τα συρτάρια σου να μας δώσεις και άλλες παρόμοιες ποιητικές καταθέσεις. Προσωπικά είμαι σίγουρος πως το νέο ποιητικό σου βάδισμα, τίμια μιλώντας, σε κάνει να έχεις μεγάλη πρωτιά στα ποιητικά μας δρώμενα, εδώ στην Κύπρο αλλά και σε όλο Πανελλήνιο σημερινό και αυριανό ποιητικό γίγνεσθαι.
Καλοτάξιδη θα είναι η γραφή σου.
[Φωτογραφία: Chema Madoz.]