Ο Σουηδός ζωγράφος Markus Andersson σε έναν από τους πίνακές του της σειράς «αποδιοπομπαίοι τράγοι» χρησιμοποίησε φωτογραφία του Jonas Lemberg. Στη φωτογραφία απεικονιζόταν ο Christer Pettersson που είχε άδικα κατηγορηθεί και είχε στη συνέχεια αθωωθεί για τον φόνο του πρώην Πρωθυπουργού της Σουηδίας Olof Palme. Αν και το πρόσωπο είχε απεικονιστεί ζωγραφικά αυτούσιο χωρίς καμία απολύτως αλλαγή από τη φωτογραφία, το Ανώτατο Δικαστήριο της Σουηδίας έκρινε ότι ο ζωγράφος είχε δημιουργήσει ένα νέο και ανεξάρτητο έργο που εξέφραζε την ατομικότητά του. Συνεπώς δεν παραβιάζονταν τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας του φωτογράφου. Τόσο η Ελλάδα όσο και η Σουηδία είναι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ισχύουν και στις δύο οι ίδιες αρχές του δικαίου της πνευματικής ιδιοκτησίας. Τέτοια παραδείγματα υπάρχουν πολλά τόσο σε Ευρώπη όσο και σε Αμερική, αλλά φαντάζομαι ο κ. Κατσάγγελος εκ παραδρομής επέλεξε να αναφερθεί σε ένα μόνον που (θεωρεί ότι) τον συμφέρει.
Ο κ. Κατσάγγελος εκκινεί από την αντίληψη πως έχει δίκιο (και συνεπώς είναι λάθος ό,τι έχει συμβεί που δεν στηρίζεται στην αντίληψη αυτή). Θεωρεί δηλαδή ότι η απεικόνιση των μορφών πραγματικών προσώπων στο φωτογραφικό έργο του, του ανήκει γενικώς. Εγώ ακολούθως θα πρέπει να πετάξω στον κάλαθο των αχρήστων μία σειρά ζωγραφικών πινάκων τους οποίους δημιούργησα στηριγμένος στις μορφές των προσώπων των φωτογραφιών του κ. Κατσάγγελου, με μια απίστευτα κοπιαστική και χρονοβόρα καλλιτεχνική διαδικασία καταθέτοντας την ψυχή μου. Πρόκειται για το ίδιο ακριβώς επιχείρημα που θεωρεί ο κ. Κατσάγγελος ως τον δικαιολογητικό λόγο προστασίας του δικού του έργου. Προφανώς δεν συμφωνώ.
Ο κ. Κατσάγγελος δέχεται την ελευθερία της τέχνης και της έκφρασης αρκεί οι τρίτοι:
α) Να συμφωνούν με τη δική του αντίληψη περί τέχνης και έκφρασης. ΄Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά στην αγωγή του, οι πίνακές μου «υποβιβάζουν την αισθητική αξία» του δικού του έργου, «μουτζουρώνουν την καθαρότητα των μορφών και των εκφράσεων των προσώπων, με αποτέλεσμα οι μορφές να χάνουν την καλλιτεχνική τους φωτεινότητα και αυθεντικότητα». Ταυτόχρονα ασκεί έφεση επί της απόφασης που κέρδισε (!) διότι τολμά η απόφαση να αναγνωρίζει ταυτόχρονα το δικό μου έργο ως πρωτότυπο έργο. Εάν αυτό δεν είναι υπερβολή και παραλήρημα καλλιτεχνικής αυθεντίας, τί είναι;
β) Να είναι ειδήμονες προκειμένου να έχουν δικαίωμα να εκφράζονται σχετικά. Οι υπόλοιποι «θα ήταν σκόπιμο να περιορίζονται στα της ειδικότητάς τους» «και να μην επικρίνουν δημόσια δικαστικές αποφάσεις». Ξεχνά ο κ. Κατσάγγελος ότι οι αποφάσεις είναι δημόσιες ακριβώς για να μπορούν να κριθούν. Ξεχνά ότι η κριτική είναι απαραίτητο συστατικό μίας δημοκρατικής κοινωνίας και εγγενές στοιχείο της τέχνης.
Ο κ. Κατσάγγελος προφανώς θεωρεί ότι μόνον εκείνος (και ίσως όσοι της ειδικότητάς του θα συμφωνούσαν μαζί του) κατέχει την αλήθεια (τόσο στην έκφραση όσο και στην τέχνη). Οι υπόλοιποι θα πρέπει να σωπάσουν, συμπεριλαμβανομένων των προσωπικοτήτων εκείνων που έσπευσαν αυθορμήτως να αναδείξουν την αδικία εις βάρος του έργου μου.
Άσκησα έφεση στην απόφαση που έκρινε πρωτόδικα ότι κακώς στηρίχθηκα στις μορφές των προσώπων των φωτογραφιών του κ. Κατσάγγελου. Το έκανα όχι μόνον γιατί πιστεύω ότι η απόφαση αυτή με αδικεί και επεκτείνει αδικαιολόγητα το αντικείμενο προστασίας της πνευματικής ιδιοκτησίας, αλλά και γιατί μαζί με εμένα τίθενται σε κίνδυνο τα θεμέλια της ελευθερίας της τέχνης και της έκφρασης. Και –αν και δεν είναι η ειδικότητά μου, δεν είμαι νομικός– θα μου επιτρέψει ο κ. Κατσάγγελος να ισχυριστώ επίσης ότι αποκλείεται αυτός να ήταν ο σκοπός του δικαίου της πνευματικής ιδιοκτησίας. Αν ήταν, ας φανώ εγώ ο «αποδιοπομπαίος τράγος».
⸙⸙⸙
[Ο ζωγράφος κ. Μιχάλης Μαδένης απαντά σε κείμενο που ο κ. Γιώργος Κατσάγγελος απέστειλε στο Φρέαρ. Το ζωγραφικό έργο που κοσμεί την ανάρτηση προέρχεται από την ‘επίμαχη’ έκθεση στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος. ]