frear

Για τον «Ποιητή» της Μαρίας Σαββάκη – γράφει ο Αντώνης Καρτσάκης

Τι είναι η ποίηση;
Μαρία Σαββάκη, Ο Ποιητής, εκδ. Μελάνι, Αθήνα 2021.

Όχι ποιητή μου!
Βγάλ’ τον αυτόν τον στίχο.
Μυρίζει passé και λυρισμό

ΜΑΡΙΑ ΣΑΒΒΑΚΗ

Ο διάλογος των ποιητών με την τέχνη της ποίησης, τόσο παλιός όσο και η ίδια η ποίηση, ενέχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Αποκαλύπτει ότι η ποιητική δημιουργία δεν εμφανίζεται εν κενώ, αλλά είναι μια συνεχής συνομιλία ανάμεσα στα κείμενα. μια αδιάλειπτη επικοινωνία της ποίησης με το έργο άλλων ποιητών. Η γνωστή διακειμενικότητα. Αλλά και μια συνομιλία με την ίδια την τέχνη της ποίησης.

Αλλά γιατί να μας ενδιαφέρει η συνομιλία αυτή; Γιατί η ποίηση είναι σύνθεση, κατασκευή. Μαθαίνοντας τα μυστικά της ποιητικής τέχνης, τους όρους κατασκευής της, είμαστε σε θέση να την κατανοήσουμε καλύτερα και, επομένως, να την απολαύσουμε. Γιατί η λογοτεχνία, γενικότερα, είναι ένα κείμενο που κείται. Ένα κωδικοποιημένο μήνυμα που περιλαμβάνει τους νόμους του συνδυασμού του. Αποκαλύπτοντας τους συνδυασμούς του, κάνουμε εφικτή την επικοινωνιακή πράξη.

Ο διάλογος της ποιήτριας Μαρίας Σαββάκη με την ποίηση, στην τέταρτη ποιητική συλλογή της, με τον εύγλωττο τίτλο Ο Ποιητής, φέρνει στο κέντρο του ενδιαφέροντος τον ποιητή ως υπεύθυνο δημιουργό και την ποίηση ως πράξη ευθύνης. Παράλληλα, με βαθύτατη ποιητική νοημοσύνη, η ποιήτρια αποδεικνύει ότι το ποίημα είναι καρπός βασανιστικού μόχθου. ένας μικρόκοσμος που οικοδομείται με τα υλικά της συγκίνησης, της γνώσης, της εκφραστικής τόλμης και μιας πολύτιμης αίσθησης ελευθερίας.

Αλλά τί είναι η ποίηση; «Της δόλιας και ρυτιδωμένης μου ψυχής / η περιποίηση», απαντά με λόγο εύχαρι η ποιήτρια. Τι είναι η ποίηση; «Μα ένας παιδικός λογαριασμός που θέλει / τακτοποίηση». «Σ’ ένα ουράνιο τόξο ανεβασμένη / ικανοποίηση». «Μια κάθοδος ονειρική / στην οίηση». «Μια συνεχής και σπλαχνοβόρα / μεταποίηση».

Και ποιο είναι το έργο του ποιητή; Ο ποιητής «εξορύσσει ένα κομμάτι από παλαιό / πόνο και το σμιλεύει».

Ο ποιητής-γλύπτης σμιλεύει τις εικόνες του
ανάλογα με τον καιρό. Στις αιθρίες η σμίλη
του είναι απαλή μουσική, στις βροχές ήπιο
δάκρυ, στις θύελλες δυνατή κραυγή, αν ο
χειμώνας παραταθεί, αλύχτισμα (σελ. 18)

«Γλύπτης λοιπόν των ανθρώπων παράφορος» ο ποιητής, όπως τον ονόμασε ο Ελύτης. Ζωγράφος που ζωγραφίζει τις εικόνες του, θα μας πει η ποιήτρια, και μουσικός που συνθέτει ανάλογα με τον καιρό. Και η ποίηση μεταποίηση των βιωμάτων και των συναισθημάτων μας. Γιατί η καλή ποίηση πατά γερά στον αισθητό κόσμο: «στη γη, στο γυμνό χώμα, στο νερό, στην πέτρα», μας είπε ο ποιητής Υβ Μπονφουά. Κι ωστόσο ο ποιητής αίρεται πάνω απ’ τη ζωή. Καθώς «το βλέμμα του είν’ οξύτερον», σύμφωνα με τον μεγάλο Αλεξανδρινό, «δεν είναι ζωντανός με τους ζωντανούς» ούτε «πεθαμένος με τους πεθαμένους». Είναι ποιητής. Ταξιδεύει αλλά δεν πάει οπουδήποτε. Ελπίζει να βάλει σε τάξη τις μνήμες του. Ταξιδεύει μέρα νύχτα και βλέπει παντού «μικρά / και μεγάλα πένθη σφηνωμένα στις χαραμάδες». διαβαίνει φαράγγια που «ούτε / καν ο έρωτας δεν συμπλησίασε / τις όχθες τους». Ταξιδεύει πάντα με μια απροσδιόριστη ελπίδα.

Πώς ακριβώς εργάζεται ο ποιητής; Το είπαμε ήδη: με τη μνήμη. «Πίσω απ’ τα μάτια του έχει κρυμμένες / τις εικόνες που με βασανιστική αταξία / αθροίζονται…». Τις ανασύρει κι έτσι μπορεί να υποστηρίξει τη μοναξιά του με επιχειρήματα. Καθώς «καταλαμβάνεται από τη μουσική των εικόνων του» ο ποιητής και κατακλύζεται από λέξεις, υποτάσσει τις λέξεις που αντιστέκονται (το ποίημα «γίνεται με λέξεις», μας είπε ο Μαλαρμέ), «γιατί όπως ξέρετε οι / λέξεις δεν υποτάσσονται εύκολα, διεκδικούν / σημασίες αιώνων ή χιλιετιών, κάθε φθόγγος τους / φθέγγεται και διεκδικεί άγρια τη μουσική του / και την ιστορία του».

Τις λέξεις πολεμάει στην αρχή
μ’ αυτές παλεύει.
Τις συνδυάζει, τις παιδεύει
κι όταν του παραδίδονται
πάλι ζηλεύει. (σελ. 82)

Ή, αλλιώς, «αρπάζει στον αέρα την ανάμνηση» ο ποιητής, «νετάρει την ψυχή του πάνω της», και ξάφνου η ανάμνηση ημερώνει, «κάθεται ήσυχα στο μολύβι του», παίρνει αυτό που της αξίζει, γίνεται τέχνη (η περίπτωση του ποιήματος «Καισαρίων» του Καβάφη είναι ένα εύγλωττο παράδειγμα).

Η ποίηση λοιπόν είναι ανάπλαση («μετουσίωση» ήταν ο παλαιότερος όρος) του βιώματος. Ο ποιητής ακουμπά, είπαμε, στην πραγματικότητα. Για το λόγο αυτό εμπιστεύεται τη μόνη ακεραιωμένη αίσθηση: την αφή. «Γνώριζε πως τα σημεία σύνδεσης με την / πραγματικότητα είναι οι παλάμες». Από τότε που εγκατέλειψε τον φιλντισένιο πύργο του, γράφει για την καθημερινότητα, «για τις αλήθειες που κατοικούσαν / μέσα στα σπίτια, τις μεγάλες και τις μικρές». «Καρφώνει» στο χαρτί τα ονόματα της νιότης του («σαν πρόκες να καρφώνονται οι λέξεις», το αίτημα του Αναγνωστάκη), εμπειρίες και εικόνες που σώθηκαν από του χρόνου την καταδρομή:

…Κι οι ποιητές με δάκρυα στερεά
και αιχμηρά
καρφώνουν στο χαρτί τα ονόματα
της νιότης τους
δρόμους που πέρασαν και ζήσαν […]. (σ. 39)

Από την άλλη πλευρά, ο ποιητής αντιτίθεται στον παραλογισμό του κόσμου μας: εμπιστεύεται τη νύχτα και αποστρέφεται τη μέρα, «διότι η πραγματικότητα επιμένει να / συντίθεται με παράλογο τρόπο και να / παράγει τέρατα με κεφάλι από άνθρωπο».

Τι γράφει, εν τέλει, ο ποιητής; («στον αιώνα σου, ποιητή, πες μας τι βλέπεις;»). Του κόσμου τούτου λοιπόν ο ποιητής βλέπει την κακότητα και την απληστία του κόσμου μας («ότι θέλουν και θέλουμε συνεχώς»), συναντά «τον καινούριο θεό, τον Θέλω», που επιτάσσει να μην ακούει ούτε να βλέπει κανείς. απλώς να κοιτάζει. Όμως ο ποιητής βλέπει πίσω από τις εικόνες: αισθάνεται και αισθητοποιεί τον πόνο («γύρω του πετάν / σαν μαύρα πουλιά οι ανάγκες των άλλων»). Το εγώ του εξαφανίζεται. Αίρει τις αμαρτίες του κόσμου. Κάποτε επαναστατεί. Άλλοτε δραπετεύει στο παρελθόν «πετώντας από πάνω του σαν / φλεγόμενα ρούχα τις ταγγισμένες συνειδήσεις, / τις οθόνες, τα ψαρίσια βλέμματα, το λαμπρό / μέλλον»…

Αυτά και άλλα πολλά και ενδιαφέροντα μας αποκαλύπτει η Μαρία Σαββάκη για την ποιητική τέχνη και τον ποιητή, τον επίγειο αυτό άγγελο, όπως η εξαίσια εικόνα του εξωφύλλου τής συλλογής, με τον επί γης άγγελο, από την ταινία του Βιμ Βέντερς (Τα φτερά του έρωτα) σημαίνει. Σε μια εντελώς πρωτότυπη ποιητική σύλληψη, με άτριφτες λέξεις και εικόνες, ανανεωμένη εκφραστική, καταλυτική ειρωνεία, άφθαστη λεκτική χάρη και ευφυέστατα ποιητικά τεχνήματα, η ποιήτρια συνομιλεί με την ποίηση (η ίδια διαλέγεται με τους Ελύτη, Καβάφη, Αναγνωστάκη, Γκανά και άλλους πολλούς), βάζει την ποίηση να στρέφεται στον ίδιο της τον εαυτό και να αφηγείται τη διαδικασία της δημιουργίας της.

Η Μαρία Σαββάκη, η γιατρός-ψυχογλωσσολόγος, αξιοποιεί στη συλλογή αυτή, εκτός από την ευαισθησία και το έμφυτο ταλέντο της, τη στέρεη σκευή της πάνω στην ανθρωπιστική παιδεία, που την οδηγεί στο βάθος των ανθρωπίνων. Επιπλέον, με τον Ποιητή της, που διαδέχεται τις συλλογές Σε χρόνους δύο, Καθρέφτες, Ταξίδια με το λύκο μου, αποδεικνύεται κάτοχος των θεωρητικών περί ποιητικής θεμάτων. Μας υπενθυμίζει ότι η ενασχόληση με την ποίηση (τα «ποιήματα ποιητικής», όπως τα αποκαλούμε) προέκυψε τον εικοστό αιώνα από την αμφισβήτηση της στέρεης (αισθητικής και ιδεολογικής) βεβαιότητας της παραδοσιακής λογοτεχνίας. Ότι ο μοντερνισμός θεματοποιεί συχνά την τέχνη και τα προβλήματά της, αμφισβητώντας την παραδοσιακή περί «ταλέντου» και «έμπνευσης» αντίληψη. Επάξια λοιπόν η Σαββάκη κατακτά τον τίτλο του poeta doctus, του σπουδαγμένου ποιητή.

Γιατί τα ποιήματα της συλλογής Ο Ποιητής με υλικό την ίδια την ποίηση, εκτός από τη χάρη που διαθέτουν, αποκαλύπτουν την ποικιλία και την πολυμορφία του ποιητικού φαινομένου. Η αυτοαναφορικότητά τους συμβάλλει στην ουσιαστική γνωριμία με την «ποιητική» ως τέχνη και ως τεχνική. στην επίγνωση ότι η ποιητική τέχνη δεν είναι μόνο θέμα «ταλέντου», αλλά κυρίως ζήτημα επίμοχθης επεξεργασίας και έμμονης λεπτουργίας του λόγου. Το κυριότερο, μας στρέφουν στην ανάλυση και απόλαυση των εκφραστικών και μορφικών, γενικότερα, επιλογών του δημιουργού, δηλαδή σε μια ουσιαστική επαφή με την ποίηση.

Από την ανάγνωση λοιπόν της συλλογής η ωφέλεια είναι πολλαπλή: απολαμβάνει κανείς μια υψηλής αίσθησης τέχνη, με ευφραντικά ποιήματα -εξαίρετη η ευρηματικότητα στην ειρωνική χρήση της ομοιοκαταληξίας. ταυτόχρονα, προσκεκλημένος ο αναγνώστης της ίδιας της ποιήτριας, οδηγείται στο εργαστήρι της, παρατηρεί την διαρκή της ταλάντωση «ανάμεσα στην ευαισθησία / και τη διαδικασία», την ακούει να «τραγουδά το κλάμα της» για κείνην και για μάς, τη βλέπει να «κρατά την καρδιά της στις παλάμες της να την παρατηρεί», κατοπτεύει, δηλαδή, την τέχνη και την τεχνική της ποίησης.

Γιατί η Μαρία Σαββάκη, θέτοντας τα ερωτήματα τί είναι η ποίηση, ποιο είναι το έργο του ποιητή, πώς ακριβώς εργάζεται και τι γράφει ο ποιητής, εμβαθύνει, μέσω ενός στοχαστικού και εξόχως θελκτικού λόγου σε ζητήματα ποιητικής και απαντά με τρόπο καινοφανή στο αρχικό (και αναπάντητο, εν τέλει) ερώτημα «πώς γεννιέται ένας ποιητής».

⸙⸙⸙

[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Ζωγραφική: Robert Vickrey. Δείτε τα περιεχόμενα του πέμπτου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]

Σε λίγο καιρό κοντά σας με νέο ηλεκτρονικό τεύχος στο mag.frear.gr

Mag.frear.gr – Τα ηλεκτρονικά μας τεύχη