frear

Το μικρό ραδιόφωνο – του Ευριπίδη Ευριπίδου

Το 1964, στο χωριό μου, δεν υπήρχε ακόμα ηλεκτρικό ρεύμα στα σπίτια. Τα ραδιόφωνα έμοιαζαν με μεγάλα κουτιά και υπήρχαν λίγα, στα καφενεία και σε ελάχιστα σπίτια. Έτσι, όταν ο μεγάλος μου αδελφός γύρισε από την Αμερική, όπου πήγε για ένα χρόνο με υποτροφία για τη Β’ Λυκείου και έφερε μαζί του το μικρό ραδιόφωνο, ήταν κάτι σαν θαύμα. Ένα μικρό κουτάκι, με διαστάσεις δεκαπέντε, επί οκτώ, επί δύο εκατοστά, σε μια δερμάτινη, καφετιά θήκη, που έκανε ό,τι και τα μεγάλα ραδιόφωνα-κουτιά. Ειδήσεις, μουσική, τραγούδια, θέατρο, ραδιοφωνικές σειρές. Και χωρίς να περιμένεις να ζεσταθεί, όπως τα μεγάλα. Μόλις το άνοιγες, ο ήχος ξεχυνόταν από μέσα. Στην αρχή όλοι απόρησαν. Πώς δούλευε; Πού ήταν η μπαταρία του; Τότε, ανακάλυψαν το δεύτερο θαύμα. Το ραδιοφωνάκι δούλευε με δύο μικροσκοπικές μπαταρίες, σε ειδική θέση, καλυπτόμενη, στην πίσω πλευρά του. Απίστευτο! Όλο αυτό το θαύμα, στηριζόταν σε μια μαγική, άγνωστη σε όλους λέξη, «τρανζίστορ». Η μάνα μου το έπαιρνε μαζί της στο αμπέλι, δούλευε με το ραδιόφωνο ανοιχτό. Ανοιχτό και στο σπίτι. Εκεί άκουγε τις πρώτες ελληνικές ραδιοφωνικές σειρές. Δεν έχασε ούτε επεισόδιο από Το Σπίτι των Ανέμων, τον Λαμπίρη και την Τζοβάνα. Εκεί και την Πριγκίπισσα Ιζαμπώ. Τα χρόνια πέρασαν, εμφανίστηκαν και άλλα ραδιοφωνάκια στο χωριό, η θήκη ξέφτισε και μισοέλιωσε, η απόδοσή του έπεσε, αλλά δεν ήθελε με τίποτα να το αποχωριστεί. Δεν ήθελε καινούργιο, όπως της προτείναμε, ήθελε αυτό. Ίσως, γιατί ο αδελφός μου είχε γυρίσει στην Αμερική και αυτή τη φορά μόνιμα. Από τα μέσα της δεκαετίας του ’90, μαζί με τον πατέρα μου, έμεναν στην πόλη, στη μεγάλη μου αδελφή. Το ραδιοφωνάκι, έμεινε στο σπίτι του χωριού. Κάθε φορά που πήγαινε στο χωριό, ένα από τα πρώτα πράγματα που έκανε, ήταν να το ανοίξει. Μετά, όμως, τον θάνατο του πατέρα μου, οι επισκέψεις στο χωριό αραίωσαν, τη βρήκε και αυτήν η Αλτσχάιμερ και το ραδιοφωνάκι ξεχάστηκε, μαζί με το σπίτι στο χωριό, που εγκαταλείφθηκε. Οι πόρτες και τα παράθυρα ξεθώριασαν, ο κήπος, η αυλή και το χτήμα στην πίσω πλευρά πνίγηκαν στα αγριόχορτα που έφτασαν το ενάμισι μέτρο. Ένα βράδυ, κάποιοι έσπασαν το παράθυρο της κουζίνας, μισογκρέμισαν τον τοίχο και πήραν ό,τι πολύτιμο υπήρχε στο σπίτι. Χωρίς να τους πάρει είδηση κανείς. Άλλωστε, το σπίτι ήταν στην άκρη του χωριού και στο χωριό δεν κατοικούσαν πια ούτε πενήντα γέροι. Η μεγάλη μου αδελφή και ιδιοκτήτρια πια του σπιτιού, πήγε στο χωριό, άνοιξε, είδε τι κλέψανε και έκλεισε τον τοίχο με πρόχειρο τρόπο, αφού φόβος για νέα διάρρηξη δεν υπήρχε πια. Τρία χρόνια μετά, σε μια σύντομη επίσκεψή μου στην Κύπρο, επισκέφθηκα και το χωριό. Το σπίτι ήταν σε άγρια κατάσταση. Κατάφερα με δυσκολία να ανοίξω την καγκελόπορτα και να πλησιάσω κοντά. Το πρόχειρο κλείσιμο της κουζίνας, είχε σχεδόν καταστραφεί, και έχασκε ένα άνοιγμα στον τοίχο. Προσπάθησα να ανοίξω με το κλειδί την κεντρική πόρτα, αλλά δεν τα κατάφερα. Έτσι, μπήκα από το άνοιγμα στον τοίχο και άνοιξα από μέσα. Το σπίτι ήταν γεμάτο σκόνη και αράχνες. Μερικές παλιές καρέκλες, ένα τραπέζι, μια βιτρίνα με λίγα πιατικά, μερικά βιβλία και ένα άλμπουμ φωτογραφιών, παρέμεναν ακόμα στη θέση τους, προφανώς γιατί δεν είχαν αξία για τους κλέφτες. Ανοίγοντας τη βιτρίνα, σε σημείο που δεν φαινόταν απ’ έξω, το είδα μπροστά μου. Το μικρό ραδιοφωνάκι. Ίδιο και απαράλλακτο, πενήντα χρόνια μετά. Έτοιμο να εκπέμψει και πάλι. Αυτή τη φορά μέσα στο ίδιο το σπίτι των ανέμων. Το πήρα στα χέρια μου με συγκίνηση. Άγγιξα τα κουμπιά του. Και τότε, από το χρόνια παρατημένο ραδιοφωνάκι, ακούστηκε η φωνή του Μπιθικώτση να τραγουδά

Στείλε ουρανέ μου ένα πουλί
Να πάει στη μάνα υπομονή.

⸙⸙⸙

[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Δείτε τα περιεχόμενα του τρίτου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]

Σε λίγο καιρό κοντά σας με νέο ηλεκτρονικό τεύχος στο mag.frear.gr

Mag.frear.gr – Τα ηλεκτρονικά μας τεύχη

%d bloggers like this: