frear

Η ρομαντικοποίηση της γραφής στην πανδημία – της Αντωνίνης Σμυρίλλη

Η ρομαντικοποίηση της γραφής στην πανδημία: Ξανα-διαβάζοντας τον Halberstam

Η πανδημία έχει φέρει στο προσκήνιο σωρεία δηλώσεων και μελετών που υποστηρίζουν ότι «μετά το τέλος της, θα υπάρξει καταιγισμός λογοτεχνικών έργων» (βλ. συνέντευξη του Beinir Bergsson) [1].

Φαίνεται, μάλιστα, να λειτουργεί ως καταλύτης στην αναβίωση της γραφής· [η γραφή] εκλαμβάνεται ως το αντίδοτο της κρίσης, της [ψευδ]αίσθησης του ελέγχου του παρόντος, της σύνδεσης με το παρελθόν (βλ. ιστορικά προηγούμενες πανδημίες) και της ελπίδας για το μέλλον [2]. Εκφράζεται δηλαδή, συστηματικά το «emergency» της γραφής μέσω του «Breathe in your stuffy cell» [3].

Δεν έχω σκοπό ν’ αμφισβητήσω ότι έχουν γραφεί ή/και γράφονται αριστουργήματα εν καιρώ πανδημίας [είτε την ορίζουν ως θεματική είτε όχι]. Σε αυτό που θέλω να εμμείνω είναι ότι η πανδημία δεν εμπνέει μόνο λέξεις, αλλά εμπνέει και σιωπές.

Λέγεται ότι οι συγγραφείς κοπίαζαν καιρό για να χτίσουν το σκηνικό και τον χώρο αυτού που τώρα θεωρείται «φυσιολογικό». Για το [ανα]παραγωγικό [υπνο]δωμάτιο θα γράψει ο Foucault στην Ιστορία της Σεξουαλικότητας και το [ανα]παραγωγικό μέλλον θα επικαλεστεί ο Edelman. Η τάση να ρομαντικοποιείται η γραφή και ο χώρος του συγγραφέα –η ίδια του η μοναχικότητα– αποτελούν κατά τον Halberstam «ένα φετίχ, ένα σύμβολο πολυτέλειας» [4], αφού το σώμα αντανακλάται σε έναν χώρο εμπνευσμένο, έχοντας ως κίνητρο την παραγωγή έργου. Όταν αυτός ο χώρος –το δωμάτιο– αδειάζει από έμπνευση, μετατρέπεται σε ερείπιο εγκαταλελειμμένο, γεμάτο σημάδια αχρηστίας.

Η γραφή συχνά θεωρείται αγώνας, αντίσταση. Τι γίνεται όμως με την αποτυχία στην επιδημία της θέλησης για γραφή; Τι γίνεται με το ανείπωτο;

Ο Halberstam αφιερώνει το Queer Art of Failure σε όλους τους αποτυχημένους: «For All Of history’s losers» και προτείνει ανάμεσα στην «παραίτηση από τη μία και την ελπίδα από την άλλη, να δούμε την παθητική φωνή / ή τη σιωπή, ως ένα κομμάτι εναλλακτικής προσφοράς, ως μια νέα σχέση ζωής και πολιτισμού» [5].

Σε σχέση με την πανδημία, η δημιουργικότητα επέρχεται σε μια κατάσταση βιαιότητας μέσα από την οποία, ταυτόχρονα, προσπαθούμε να ξεφύγουμε. Στους συγγραφείς αποδίδεται μια «αποστολή». Είναι η ώρα να υπερασπιστούν την κοινωνία (βλ. Foucault) από την κρίση, υποκύπτοντας στις πειθαρχίες και στο «normative» που αυτή η αποστολή προδιαθέτει. Είναι η ώρα να παραγάγουν ελπίδα, να παραγάγουν έργο, να παραγάγουν επιτυχία –Ας αμυνθούμε απέναντι στην πανδημία. Ας γράψουμε!

Σε αρκετές εκφάνσεις είναι άλλη μια προσωπική ευθύνη που του ανατίθεται. Η επιμονή στην «προσωπική ευθύνη» προϋποθέτει την επιτυχία κάποιων μέσω των αποτυχιών κάποιων άλλων. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι, όπως οι κυβερνήσεις προσάπτουν την υγεία στην προσωπική ευθύνη του καθένα, έτσι και για τους συγγραφείς είναι αναμενόμενη η προσωπική ευθύνη παραγωγής έργου.

Η πανδημία αποτελεί μια ζοφερή πραγματικότητα που επιβάλλει ένα καταπιεστικό καθεστώς και η αποτυχία αντιμετώπισής της ίσως ενέχει αρνητικό αντίκτυπο στη γραφή. Η αποτυχία γραφής για τους συγγραφείς είναι αντιληπτή ως πηγή δυστυχίας [σύμφωνα με τους κανονισμούς για το τι είναι αποτυχία], ενώ για να είναι αποδεχτή η ίδια η αποτυχία [σύμφωνα πάλι με τους κανονισμούς για το τι είναι αποτυχία], πρέπει να τη δούμε υπό το πρίσμα τού ότι για να επιτύχεις, πρέπει πρώτα να αποτύχεις.

Δεν επιδιώκω να εξυψώσω την αποτυχία ούτε να την καταστήσω απαραίτητη. Θα έλεγα, όμως, ότι η αποτυχία είναι πάντα πιθανή και γι’ αυτό καλό είναι να την ανταμώσουμε σε όλη την πολυπλοκότητά της.

Ένας συγγραφέας μπορεί να είναι κρυμμένος στο καβούκι του, αλλά να μην παίρνει ανάσα ή να δημιουργεί όπως προστάζει η «κοινή λογική», η οποία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την παραγωγή των κανόνων που εξισώνουν την επιτυχία με την πρόοδο και την ελπίδα.

Η καραντίνα φέρνει στασιμότητα· αναμονή. Για πολλούς συγγραφείς είναι ένα εναλλακτικό χρονικό διάστημα όπου δεν υφίσταται καμιά περίοδος ωρίμανσης ή δημιουργίας. Δεν επιλέγεται η ελπίδα, δεν επιλέγεται η εξέλιξη, δεν επιλέγεται η ζωή. Αντιθέτως, επιλέγεται μια μουδιασμένη εγχώρια παθητικότητα ή/και παραμονή στο σκοτάδι.

Το σκοτάδι στον χώρο του δωματίου του συγγραφέα, απέχει πολύ από την ρομαντικοποίηση που του αποδίδεται. Ως «ερμηνευτική στρατηγική» είναι ένας τρόπος ανάγνωσης του κόσμου από μια συγκεκριμένη σκοτεινή θέση [6]. Το δωμάτιο γίνεται ένας χώρος που αδειάζει από παρουσία το συγγραφικό σώμα. Το δωμάτιο παύει να σηματοδοτεί την επιτυχία και καθίσταται πλέον ως συμβολική τοποθεσία αποτυχίας, απώλειας, ρήξης, χάους, κατα-βύθισης. Σε αυτό, ο δρόμος του συγγραφέα συνεχίζει εις έναν εαυτό κλειστό. Διακατέχεται από μια αίσθηση εγκατάλειψης που όμως δεν απορρίπτει τη ματαιότητα, την αναποτελεσματικότητα, τη μη παραγωγικότητα.

Εκεί όπου υπάρχει αναγνώριση της παθητικότητας, αναγνώριση αυτής του της εγκατάλειψης, τότε δύναται να αναγνωρίζεται και η σιωπηρή πολιτική της αποτυχίας: «Κάποτε ήμουν μόνος, σε αναμονή, όλο μου το έργο βρισκόταν σε αναμονή» (Rilke, Γράμμα στη Monique Saint-Hélier) [7].

Εδώ, ο συγγραφέας δεν υποκύπτει στη ρομαντικοποίηση του δωματίου. Ο χώρος του είναι μελαγχολικός αλλά δεν μεταφέρει νοσταλγία. Αρνείται την επανάληψη του να τα καταφέρει, του να δώσει νόημα και αφήγηση. Μερικές φορές, «το παρόν δεν φέρνει μια νέα αρχή για το μέλλον: είναι απλώς το παρόν» [8].

Η μη δημιουργία δεν σημαίνει απουσία συγκίνησης για την πανδημία, αλλά ένα διαφορετικό συναισθηματικό προσανατολισμό προς αυτήν. Οι προσανατολισμοί επηρεάζουν το τι μπορούν να κάνουν τα σώματα. Ως εκ τούτου, η αποτυχία του ιδανικού ή αναμενόμενου προσανατολισμού, επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο υπάρχουμε στον κόσμο.

Η εξοικείωση με την εκάστοτε κατάσταση [μιας σκοτεινής περιόδου όπως είναι η πανδημία] ενδέχεται να προκαλέσει ανακούφιση από την υποχρέωση της γραφής και την παραγωγή νέων έργων· ανακούφιση από όποια πίεση, διαλύοντας κατά συνέπεια τις λογικές επιτυχίας και αποτυχίας.

Η [πολιτική] δράση ή μη δράση είναι δυνατό να υπάρξει έξω από τα δύο άκρα του «να κάνεις» ή «να πεθαίνεις». Η τέχνη του να «μην κάνεις», του «να μη γίνεσαι», αποτυγχάνει ήσυχα· σιωπηλά. Φαντάζεται αλλιώς τη ζωή, την ύπαρξη. Είναι ένας τρόπος μη συγκατάθεσης στην κυρίαρχη λογική της εξουσίας.

Η δυσφορία και οι επιπτώσεις του αποκλεισμού και εγκλεισμού, ενδεχομένως να εκτοπίσουν την δημιουργικότητα. Η ομορφιά κρύβεται στο να μην φοβόμαστε τις ασυνεπείς χρονικές λογικές της. Το να κλείσουμε το μάτι στην αποτυχία δεν σημαίνει ότι την επιδιώκουμε, αλλά ότι είναι εντάξει να ζούμε στη στιγμή της αποτυχίας όταν αυτή συμβαίνει.

Το promising της δημιουργίας (όπως το promising of happiness της Sarah Ahmed) γίνεται η ενοχή των συγγραφέων. Το δωμάτιο είναι ουτοπικό και το «Do it like Dickinson ή Do it like Woolf», είναι μάλλον αφελές.

Η αποτυχία μερικές φορές είναι αναπόφευκτη και αντιτίθεται στις ελπιδοφόρες υποσχέσεις της νεωτερικότητας για πρόοδο και βελτίωση. Κάποτε, κάποιο διάστημα, ζούμε μες την αποτυχία and it feels like shit. But shit happens.

⸙⸙⸙

Σημειώσεις

[1] Μπέινιρ Μπέργκσον: «Θα υπάρξει καταιγισμός λογοτεχνικών έργων στο τέλος της πανδημίας», συνέντευξη στη Χριστίνα Σανούδη, Bookpress, 30 Δεκεμβρίου 2020.

[2] Η πανδημία θεωρείται ιστορική στιγμή η οποία διευκολύνει την επανεξέταση του χρόνου. Υποστηρίζεται, ότι τα κείμενα που είναι γραμμένα κατά τη διάρκεια «ενός κακού» αποτελούν θεματοφύλακες του «πραγματικού». Με άλλα λόγια, η πανδημία και η ιστορία ζουν μέσα απ’ όσα γράφονται, διαβάζονται ή μοιράζονται.

[3] Thomaz, J. R. S. “Breathe in your stuffy cell”: (Re) emergence of poetry in times of COVID-19. Το άρθρο φέρει ως τίτλο τον στίχο από το ποίημα του Βραζιλιάνου ποιητή Mario Quintana.

[4] Halberstam, J., & Halberstam, J. (2011). The queer art of failure. Duke University Press.

[5] Ό.π., σ. 1.

[6] Ό.π., σ. 97.

[7] «Δέκα γαλλικά ποιήματα του Ράινερ Μαρία Ρίλκε», Μτφρ. Ευαγγελία Ανδριτσάνου, Χάρτης (1), Ιανουάριος, 2019.

[8] Halberstam: ό.π., σ. 118.

⸙⸙⸙

[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Ζωγραφική: Semyon Faibisovich. Δείτε τα περιεχόμενα του δεύτερου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]

Σε λίγο καιρό κοντά σας με νέο ηλεκτρονικό τεύχος στο mag.frear.gr

Mag.frear.gr – Τα ηλεκτρονικά μας τεύχη

%d bloggers like this: