frear

Η διακήρυξη της Έλενορ – του Απόστολου Θηβαίου

Προσευχήθηκε
Στην μητέρα κάθε πόνου
Έμοιαζε πνιγμένη
Με φύκια στα μαλλιά
Και δυο γυαλιστερές
Για μάτια της

Η Έλενορ ταξιδεύει διαρκώς. Η καρδιά της όμως δεν ανήκει στο Βερολίνο, δεν ανήκει στην Αθήνα και το Ντόρτμουντ. Η καρδιά της ανήκει για πάντα στο μικρό, χωμάτινο χωριό που άφησε. Η ψυχή της ανασαίνει τον άνεμο από την πατρίδα της, η ψυχή της Έλενορ ανεμίζει έξω από τον μικρό της φεγγίτη σαν σύμβολο ενός μοναχικού έθνους. Το όνομά της προφέρεται σε όλες τις θρησκείες με τον ίδιο τονισμό και αυτό είναι μια ατέλειωτη δυστυχία, επειδή ποτέ η Έλενορ δεν θα μαρτυρήσει μ΄αλλιώτικο τρόπο την ίδια της την ζωή.

Ο εξώστης συνιστά για την Έλενορ έναν απέραντο κόσμο, ναι ο εξώστης της Έλενορ συνομιλεί απευθείας με τ’ αστέρια και ίσως για τα πουλιά να αποτελεί ένα ασύγκριτο σύμπαν, αυτό είναι αλήθεια. Μα για εκείνη όλες οι λέξεις είναι μισές, όλα τα πρωινά σκληρά, όλες οι νύχτες αφοσιωμένες στην ανάμνηση.

Κοιτάξτε την, είναι μια ταξιδιώτισσα, κάποιος ψιθύρισε μες στο πολυκατάστημα της οδού Φρανκλίν που εμπορεύεται πλαστικά, γυναικεία είδη, καπέλα και ρούχα από δεύτερο χέρι. Η Έλενορ δεν νιώθει άβολα, είναι συνηθισμένη στους απότομους τρόπους, έχει μάθει από καιρό να κρατά το στόμα της κλειστό, το βλέμμα της χαμηλωμένο, η Έλενορ ζει τόσο μόνη και δεν έχει κανέναν για να την συμβουλεύσει. Το όνειρό της γεννιέται και πεθαίνει κάθε μέρα στον ορίζοντα, κάθε μέρα και λιγότερη η Έλενορ έξω από τα σκαλιά του κτιρίου της όπερας, μοναδική και ασπαίρουσα, μια λέξη που δεν θα ειπωθεί ποτέ γαντζωμένη σε όλες τις γέφυρες των Μπρούκλιν αυτού του κόσμου.

Άκου Έλενορ, εδώ δεν έχουμε ζωή που πάει να πει πως από καιρό τώρα, έλα Έλενορ μην κλαις, ως το επόμενο καλοκαίρι θα ’χουμε σμίξει. Για πάντα, πίστεψέ με, για πάντα Έλενορ. Όμως τώρα πρέπει να με ακούσεις, να λάβεις τις σωστές αποφάσεις Έλενορ

[από τον δρόμο φθάνουν τα στρατιωτικά παραγγέλματα, οι διαταγές, οι εκτελέσεις, κάτι ακατάληπτες φωνές που κάνουν να τρέμουν οι δεκαεπτά της, ξεχωριστοί της Νοέμβρηδες],

πρέπει να ταξιδέψεις, μέσα από τα νησιά, να δεις τα κοραλλένια συμπλέγματα, να μετρηθείς με μια απέραντη, γαλάζια θάλασσα, Έλενορ αν ήξερες για τι ομορφιά σου μιλώ θα με αγκάλιαζες και δεν θα ‘σουν τόσο λυπημένη απόψε. Εγώ θα ταξιδέψω μερικές μέρες αργότερα. Την βάρκα μου την ονομάζουν Αγία Ελένη, ακούς Έλενορ, το τρυφερό χάδι της Μαρίας του Χιονιού είναι πάνω μας, πλάι μας, εντός μας, παντού γύρω μας Έλενορ. Να συλλογίζεσαι στο ταξίδι σου την στιγμή που θα μ’ αντικρίσεις στα προάστια του Βερολίνου, μες σε ένα καταιγισμό χιονιού, στο βάθος του κήπου, πλημμυρισμένη από τους ωχρούς φωτισμούς της νύχτας εσύ, με δυο φιλντισένια ψάρια για μάτια εγώ. Έλενορ, ίσως το μέλλον να μας προσμένει κάπου, ίσως ο κόσμος να υπήρξε τόσο μικρός, όσοι οι ζωγραφιές των παιδικών μας χρόνων Έλενορ. Σου αρέσει να σε λέω έτσι; Σου αρέσει να φοβάσαι Έλενορ;

Η ζωή στο Βερολίνο φαντάζει κάπως ρομαντική. Τα μαγαζιά είναι ολοσκότεινα, στους τοίχους κρατιούνται τοπία κυνηγιού. Tα ωραία και ζεστά, πατρικά πρόσωπα που πέρασαν και χάθηκαν για πάντα μας χαμογελούν από την άλλη πλευρά της ταπετσαρίας. Η ζωή στο Βερολίνο φαντάζει κάπως μοναχική και επικίνδυνη, δίχως εσένα Έλενορ όλα μοιάζουν χαρτονένια, τα πρόσωπα με αδειανά χαρακτηριστικά, η ζωή σπασμένη Έλενορ. Γνωρίζω καλά πως θα ανακαλύψεις κάποτε τα κρυμμένα κλειδιά και όλες οι απαντήσεις θα σου χαριστούν απλόχερα Έλενορ. Η ζωή, η ζωή μικρή μου δουλεύει ακατάπαυστα, το ροδάνι και ο αδιάκοπος βόμβος του Έλενορ.

Στην πολύβουη πλατεία βάλθηκε να μετρά την απόσταση που την χωρίζει από τον κόσμο. Με χέρια πελώρια, ναι υπάρχουν στιγμές που τα χέρια της Έλενορ μοιάζουν με φτερούγες πελώριες, αγκάλιασε τους βασανισμένους που προσδοκούν ένα νεύμα. Το βλέμμα της πλανήθηκε στο ανοιχτό πεδίο. Μερικοί άντρες που μιλούσαν νευρικά και έγνεφαν θυμωμένοι την κοίταξαν και χαμογέλασαν. Θα έπρεπε να ‘σουν και εσύ στο Αγία Ελένη, όπως και οι φίλοι σου και χιλιάδες σπασμένα ποτήρια τότε ήχησαν όπως ποτέ στους δρόμους της πολιτείας, οι σταθερές τροχιές έβαλαν ένα τέρμα στις διελεύσεις τους μόνο για χάρη της, κάθε άνοιξη από δω και πέρα καταστράφηκε, η Έλενορ ένιωσε την ζωή να κυλά στις φλέβες της και να εξαντλείται, τώρα και πάντα και εις τους αιώνες των αιώνων, Έλενορ αν χαθώ, φύγε, χάσου, σκόρπισε στον κόσμο δίχως σκοπό, γίνε μέρος εκείνης της αξεδιάλυτης σκόνης, ακολούθησε την φλέβα της ζωής ώσπου να αγγίξεις την άλλη πλευρά. Έλενορ αν χαθώ, το ξέρω πως στην αρχή θα μοιάζουν όλα ραγισμένα, όμως κράτα γερά, πρέπει να αντέξεις Έλενορ ώσπου να βρεις το ολόδικό σου προορισμένο.

Η Έλενορ μοιάζει με ίσκιο και νεφέλη και με τα πιο παράδοξα πράγματα αυτού του κόσμου. Κάθε μέρα γερνά γυμνή και όμορφη πίσω από τις πολαρόιντ, μοναδική της ευχή οι βροχές και ο λεπτός υμένας του ονείρου. Φαντάζει μπρούτζινη, σοφότερη από τους προφήτες, παλιότερη από τις πυραμίδες, αφού κατά το κοινώς γνωστό, η σοφία του παιδιού και του διωγμένου φαντάζει κάποτε η πιο θερμή συνείδηση του κόσμου. Η λύπη της πλατειά, ακριβώς όπως η ζωή Έλενορ.

[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Φωτογραφία: Evgenia Arbugaeva. Δείτε τα περιεχόμενα της έντυπης έκδοσης εδώ.]

Σε λίγο καιρό κοντά σας με νέο ηλεκτρονικό τεύχος στο mag.frear.gr

Mag.frear.gr – Τα ηλεκτρονικά μας τεύχη