στον Σ. Μ.
Μου το έμαθε πρώτα η μαμά και ύστερα η αγαπημένη μου δασκάλα στο νήπιο και ο πρώτος δάσκαλος με το τεράστιο μήλο του Αδάμ στο λαιμό του. Η μαμά ζει. Η δασκάλα και ο δάσκαλος έχουν πεθάνει. Αυτό μπορεί να έχει τη σημασία του. Εγώ ζω. Το ένα και το ένα κάνουν δύο ακόμη, αν και πολλές φορές σκέφτομαι ότι μπορεί και να μην κάνουν δύο ακόμη. Κι αυτό μπορεί να έχει τη σημασία του. Ο μπαμπάς δεν μου είπε ποτέ πόσο κάνει ένα κι ένα. Ο μπαμπάς έχει πεθάνει. Κι αυτό δεν έχει καμία σημασία. Μαμά είναι μόνο μία και μπαμπάς είναι μόνος ένας. Μία που ζει και ένας που έχει πεθάνει μας κάνουν δύο; Μήπως μία και μία κάνουν δύο και ένας κι ένας κάνουν δύο και μία και ένας κάνουν μηδέν; Με τα μαθηματικά δεν τα πήγαινα ποτέ καλά. Μπέρδευα πάντα τον άγνωστο χ με τον άγνωστο ψ. Αυτοί βέβαια είναι ένας άγνωστος και ένας άγνωστος άρα δύο άγνωστοι κι αυτό φαίνεται να είναι σταθερό. Μία άγνωστη και μία ακόμη άγνωστη κάνουν δύο άγνωστες οπότε όταν η μία είναι γνωστή και η άλλη άγνωστη έχεις μεν δύο αλλά δεν είναι ακριβώς δύο αφού έχεις μία και μία. Όταν έχεις μία γνωστή και μία γνωστή έχεις δύο γνωστές. Άρα ισχύει. Αλλά αν η μία γνωστή ζει και η άλλη γνωστή έχει πεθάνει έχεις δύο γνωστές ή μία γνωστή και μία γνωστή; Το ίδιο και για τους γνωστούς. Το ίδιο και για τους άγνωστους. Η δασκάλα και ο δάσκαλος είναι μία και ένας. Όμως αφού κι οι δυο έχουν πεθάνει είναι μία που έχει πεθάνει και ένας που έχει πεθάνει και μας κάνουν δύο που έχουν πεθάνει. Άρα κι εδώ ισχύει. Κι αυτό έχει τη σημασία του. Επομένως μία η μαμά που ζει και είναι γνωστή και ένας ο μπαμπάς που έχει πεθάνει και είναι άγνωστος δεν κάνουν δύο. Ποτέ δεν κάνουν δύο. Αυτό μπορεί να έχει τη σημασία του. Εγώ ζω και είμαι μία και η μαμά ζει και είναι μία. Εγώ και η μαμά κάνουμε δύο. Κι αυτό έχει τη σημασία του.