Συγκριτικά
Τους σώζουν γκραβούρες μεσαιωνικές, πολαρόιντ του καιρού που μόλις χάθηκε. Με το στόμα τους ορθάνοιχτο σαν φυσικό πηγάδι της ενδοχώρας. Σαν πρόσωπο μητέρας, σκουλαρίκια του αμέθυστου, ρεκλάμες της οδού Μαγνησίας και γκρεμοί δύσκολοι και ατέρμονα χιλιόμετρα σ’ απρόσμενες μουσικές.
Τα σχέδια προβάλλονται στις μεγάλες επιφάνειες του μοναστηριού, υπό το φως της κανδήλας. Το μυστικό ανάμεσα στον κηροστάτη και τη φωτιά θα παραμείνει.
Οι εύθυμες παρέες. Hollanda, Ρέιγκιαβικ, Βερόνα, Θήβα, Λίβερπουλ, θα ποζάρουν για πάντα με τα σινιάλια τους στους ωκεανούς όπως πελώρια νησιά του αερίου.
Την ώρα ετούτη που σου μιλώ, σφραγίζεται μια πόρτα, γεννιέται ένα παιδί, φυσά κάποιος άνεμος, η Ελένη φεύγει, φεύγει, φεύγει, πέφτει ένα δέντρο, υψώνεται το κύμα, μου λες αντίο, τ’ άρματα και οι αντάρτες κερδίζουν μέτρα πάνω στον ποταμό. Στις φυλακές υψώσαν σημαίες, οι κατάμεστοι εξώστες χειροκροτούν τις ορχήστρες, τις όπερες, τα μικρά, αγαπημένα κονσέρτα.
Την ώρα ετούτη που σου μιλώ, λιγοστεύω.
Chile
Η Χιλή είναι μια πολιτεία μακρινή. Να, εδώ, και έδειχνε τη μικρή ζωγραφιά πάνω στον χάρτη. Έφυγε τ’ άλλο πρωί με το επιβατηγό Αγία Μαγδαλένα. Το σινιάλο έφθασε ως τις γειτονιές της απάνω μεριάς και έσκισε την καρδιά μου. Κάνε Θε μου το ταξίδι του πλοίου να είναι καλό και ειρηνικό, με φωτεινά φεγγάρια για συντροφιά. Γιατί στ’ αμπάρια του κρατά φυλαγμένη την ψυχή του κόσμου, ό,τι πολυτιμότερο υπήρξε ποτέ στην κατοχή μας. Κάνε το Αγία Μαγδαλένα να πιάσει στον προορισμό του, υψώνοντας περήφανο μια ελεύθερη σημαία.
Εύα
Ήταν ο λευκός λαιμός, οι πτυχές του φουστανιού της που μένουν πιστές στον χρόνο, μια λεπτομέρεια του απάνω χείλους της που δεν αφήνει περιθώρια για μετάνοιες, που δεν σε ρώτησα ποιο ήταν τ’ αληθινό σου όνομα, αν είσαι η Μαρία του Χιονιού και σ’ ονειρεύτηκα, ή μήπως μια μικρή Ιρλανδή με την κατάμαυρη σημαία που συνιστά όλη και όλη τη γνώση μου. Ένας απέραντος στρατός πίσω της, έτοιμος, έτοιμος, έτοιμος την νανουρίζει.
Ήταν που δεν άφηνε καμιά γωνία αφώτιστη, ήταν που τα ρολόγια όλα σταμάτησαν και άλλαξαν οι θέσεις στους καθρέφτες, στους καθρέφτες.
Η μικρή μιγάδα φάνηκε ως μέρος του πίνακα, κοιτώντας στα μάτια την κλασική πια Εύα.
Το Βερολίνο ζούσε τότε τις τελευταίες στιγμές του.
Τζένεραλ Λι
Πρακτορείο Ειδήσεων της ζώνης του Ειρηνικού
Ανόι
Οι στρατιώτες ξεπέρασαν με αυτοθυσία τις τελευταίες γραμμές της άμυνας. Οι απώλειες καταγράφονται και λεπτομερώς θα εκτεθούν στον τύπο. Ο στρατηγός επισήμανε τον ηρωισμό των μάχιμων μονάδων και εξαπέλυσε ένα δριμύ κατηγορώ στους ασκούντες την εκτελεστική εξουσία. Πολλοί τότε χειροκρότησαν, ενώ έφθαναν βροχή οι ειδήσεις για θανάτους στις ζώνες πλάι στα σύνορα, θανάτους που τίποτε δεν σημαίνουν και καμιά εφημερίδα δεν συγκινούν. Το δράμα θα συνεχιστεί στις κλειστές αίθουσες του Κλαμπ Μοντερνάτζιο. Κάτω απ΄τη σκιά της Βερόνα, οι ηγέτες αναμένεται να συμφωνήσουν την κατάργηση των εχθροπραξιών, την απελευθέρωση των ομήρων.
Γένοβα, ρεπορτάζ
Με ένα μεγάλο ρήγμα στα ύφαλά του έφθασε χθες το αρματαγωγό στην πύλη του λιμανιού. Του ζητήθηκε να καταστείλει τη σημαία του. Ο πλοίαρχος υπάκουσε και οδήγησε το πλοίο στην προβλήτα των σκραπ. Έπειτα κατέβηκε, υποκλίθηκε στη νέα τάξη των πραγμάτων, χτύπησε το ταμπούρλο του και παρέλασε με τον βαθμό του που τίποτε δεν σήμαινε εμπρός απ΄το πλήθος των υπαλλήλων.
Ο γρίφος της ημέρας
Συνωστίζομαι, συνωστίζεσαι, συνωστίζονται στην προκυμαία και κάνουν έρωτα, κάνουν έρωτα κατ’ εντολή των αρχών, πληγώνοντας την ομορφιά μ’ έναν αδέξιο τρόπο.
Σερ Τζoν
Μπήκε στο μαγαζί κατά τις τρεις το ξημέρωμα. Πρώτα ο άνεμος και έπειτα εκείνος.Ζήτησε το φθηνότερο ουίσκι μας και ήπιε αμίλητος για κάμποση ώρα. Στο τέλος της τελετής και ενώ εμείς κιόλας συλλογιόμαστε πώς θα του δώσουμε ένα μάθημα για τους τρόπους του κράτησε την κιθάρα του γερά στον ώμο και ανέβηκε στη σκηνή.
Έπειτα έπαιξε τη μουσική του που έβγαινε απ’ την ψυχή του. Κάπως μας κλόνισε, όμως όταν χτύπησε το τηλέφωνο και μας δόθηκε η εντολή, ο σερ Τζον που σε τίποτε δεν κάνει πίσω πλησίασε με τον δικό του, φλεγματικό τρόπο το θύμα και του κατάφερε είκοσι αστραπιαίες μαχαιριές σε επιλεγμένα σημεία. Ο σερ Τζον είναι άσσος στο μαχαίρι, ακούστηκε να λένε οι υπόλοιποι και εκεί απάνω στου θανάτου τη στιγμή η ορχήστρα έπιασε ένα παραδοσιακό, ιρλανδέζικο τραγούδι. Όλοι μεθούσαν και πετούσαν τα κασκέτα τους στη στέγη τη στιγμή που ο σφαγέας διέσχιζε το πλήθος γελώντας.
Όλα τα ποιήματα τελειώνουν με μια αδέξια κιθάρα και μια φωνή. Τα αιλουροειδή τώρα κουρνιάζουν γύρω μου, τίποτε δεν θυμίζει πια τ΄άγρια, τα σπαραχτικά ποιήματα που στροβιλίζονταν μες στο δωμάτιο, σε μια άκρη του κόσμου.
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Φωτογραφία: Raymond Depardon.]
Δείτε τα περιεχόμενα της έντυπης έκδοσης εδώ.