Τώρα είσαι μόνος σου. Πρέπει να φανείς δυνατός, σταθερές πορείες να θυμάσαι, οι ελιγμοί είναι επικίνδυνοι. Ανάμεσα στα άσπρα σπίτια θα βρεις το δρόμο, μυστικό πέρασμα, είσαι μόνος σου να θυμάσαι, ίσως σε ακολουθούν άγρια σκυλιά. Χρειάζεται ψυχραιμία, όχι ψυχολογία εναλασσόμενου ηλεκτρισμού σε ασφυκτικό δωμάτιο με ελάχιστο οξυγόνο και διδασκαλίες πανικού. Ο κόσμος σε πιστεύει, είσαι ένα ίνδαλμα, όπως οι σπουδαίοι στρατάρχες, οι αρχηγοί των φυλών στις ζούγκλες του Μαγγελάνου, οφείλεις να σταθείς στα πόδια σου, όχι καταφύγια σε νυχτερινές καφετέριες με δυο τρεις ψυχές, νεκροταφείο πλοίων στα εκατό μέτρα, τσίρκο και αγορά.
Το θέαμα θα σου κόψει την ανάσα. Η συμφωνία είναι σκοτεινή, ξέρω, όπως οι γειτονιές. Γνωρίζουν όλοι και σε συμπονούν πώς είναι να βαδίζεις με το ιδρωμένο σταμνί, απίστευτα φορτία, όπως μελλοντικές βροχές, στα μάτια, αγκάθια, κεραμεικός, ολοκαυτώματα και γυάλινες λάμψεις. Το ιδρωμένο σταμνί, υδραργυρικοί σταυροί και στα δύο χέρια.
Φωτιές στις γύρω αυλές και ηλεκτρακουστικά ζήτω για το μελλοθάνατο! Στην Αθήνα χειροκροτείται από τα κορίτσια καρυάτιδες και άλλες, σπασμένες ομορφιές. Ο ωραίος, τραγικός νέος και η σιωπή μες στην αυλή του.
[Πρώτη δημοσίευση. Το έργο είναι του Εδουάρδου Σακαγιάν.]