Η μυθοπλασία στη λογοτεχνία, και συγκεκριμένα ο τρόπος που ψυχολογικά λειτουργεί στο αναγνωστικό κοινό, παρουσιάζει το εξής παράδοξο: ο αναγνώστης καλείται να λειτουργήσει με διπλή συνείδηση˙ από τη μία να αναγνωρίσει την αφήγηση (και τους ήρωες) ως κατασκευή, από την άλλη να την αποδεχτεί ως αληθινή και να επενδύσει σ’ αυτή την αλήθεια της (Wang, 2015). Η επένδυση αυτή είναι ισχυρή κι εκδηλώνεται με διάφορους τρόπους –όπως ταυτίσεις (με τους ήρωες) κι ενσυναίσθηση, προκαλώντας αλλαγές στα συναισθηματικά και ηθικά του τοπία (λ.χ. χαρακτηριστική η επιρροή του To kill a mockingbird σε θέματα φυλετικών διακρίσεων).
Αντίστοιχα, η αλήθεια της είδησης φαίνεται να εμφανίζει το ίδιο παράδοξο σε αντίστροφη κατεύθυνση: ο θεατής μοιάζει και πάλι να λειτουργεί με διπλή συνείδηση˙ από τη μία αποδεχόμενος την αλήθεια της είδησης (λ.χ. την φυσική και ψυχολογική εξόντωση των προσφύγων), από την άλλη βιώνοντας το γεγονός αυτό με έναν τρόπο όπου η αλήθεια μπλέκει με το μύθο. Αυτό γίνεται πιο φανερό όταν (πραγματικά) πρόσωπα περιγράφονται με συμβολικές εικόνες (λ.χ. Χριστός, Παναγία). Η χρήση τέτοιων συμβόλων διευκολύνει μία πρώτη επεξεργασία της (σκληρής) είδησης, αλλά συχνά σταματά εκεί, καθώς η βαθύτερη συνειδητοποίησή της (και των συνεπειών της) λειτουργεί απειλητικά για τις βεβαιότητές του (υπαρξιακές κι άλλες).
Συμπερασματικά, μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι συνείδηση της μυθοπλασίας και συνείδηση της πραγματικότητας αλληλεπικαλύπτονται κι εμείς μπαινοβγαίνουμε στα δύο επίπεδα ανάλογα με τις επιθυμίες και τις αντοχές μας.
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ.]







