Ετοιμαζόμουν να γυρίσω σπίτι. Είχα συναντήσει έναν φίλο που μόλις είχε έρθει από την Αθήνα. Συμμαθητής μου από το Γυμνάσιο. Δεν βρισκόμασταν ιδιαίτερα μακριά από το Bataclan.
Τα νέα μάς έφτασαν αμέσως μετά τα τρομοκρατικά κτυπήματα. Δεν άργησαν οι σειρήνες. Ειδικές μονάδες ασφαλείας σταματούσαν κι ερευνούσαν επί τόπου, με τα χέρια στους τοίχους τους πιθανούς υπόπτους.
Τα πάντα άδειασαν. Αμίλητοι κοιτούσαμε. Η παγωνιά. Ο τρόμος. Το ύπουλο Κακό.
Τώρα ελάχιστοι στους δρόμους. Κλειστά σύνορα για τρεις μέρες. Ώρες πένθους. Δεν λειτουργούν εκθεσιακοί χώροι. Δεν… δεν… δεν… εκτός από ένα ορμέμφυτο αυτοσυντήρησης για την επόμενη μέρα.
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ.]