frear

Για την Όψη του Γρηγόρη Τεχλεμετζή – γράφει η Ανθούλα Δανιήλ

Γρηγόρης Τεχλεμετζής, Η Όψη, εκδ. Γκοβόστη, Αθήνα 2010.

Δεκατέσσερα διηγήματα αποτελούν την Όψη του μικρού τόμου που έγραψε ο Γρηγόρης Τεχλεμετζής, παρατηρώντας την κοινωνία από κοντά και μακριά, από μέσα και απέξω. Η «όψη» είναι αυτή που δείχνει ο κόσμος μας και η ζωή μας, με τα ποικίλα πρόσωπά της αντλημένα, κυρίως, από ιδιάζοντα περιβάλλοντα. Οι ήρωες είναι επιλεγμένοι ώστε να ανταποκρίνονται σε αντι-πρότυπα.

Στο πρώτο διήγημα με τίτλο «Ο παραμορφωτικός καθρέφτης», ο αυτοπαρουσιαζόμενος Πέτρος Πετρόπουλος σαν «γνήσιος αρσενικός ταύρος» έχει όλα τα χαρακτηριστικά εκείνου που τα θέλει όλα, δεν κωλώνει πουθενά, παριστάνει τον αμιγή, καθαρόαιμο και καμαρώνει. Ο κύριος «τέλειος» δεν γνωρίζει την αντίπαλη γνώμη, δεν ενδιαφέρεται, άλλωστε, αφού εκείνος τα ξέρει όλα και τα σωστά είναι με τη δική του πλευρά. Βεβαίως δεν είναι σε θέση, τόσο απασχολημένος με τον ναρκισσισμό και την αυταρέσκειά του, να ακούσει και τον αντίπαλο λόγο. Κι αυτός, ο αντίπαλος λόγος, λέει πως «είναι ένα τέρας».

Η αφήγηση από τον Πέτρο, που βλέπει τα πάντα από τη δική του παραμορφωτική πλευρά, περνάει στην καλλονή αλλοδαπή που τα βλέπει όλα από τη δική της, την αντίθετη. Η αφήγησή της μοιάζει με το αρνητικό της αφήγησης του πρώτου. Η Ταμάρα, λοιπόν, πέρασε από χίλια κύματα για να καταλήξει στην «αγκαλιά» και στη δούλεψη του Πετρόπουλου και επειδή τον υπηρετεί ως υπηρέτρια υποχρεώνεται και σε άλλες «εξυπηρετήσεις», στις οποίες την υποβάλλει η ευγνωμοσύνη που πρέπει να δείξει στην εκ μέρους του «μεγαλοψυχία», καθώς και στην αντίστοιχη της συζύγου και του παιδιού του. Στη συνέχεια, τη σκυτάλη παίρνει η σύζυγος, η οποία βλέπει κι εκείνη από τη δική της σκοπιά την όμορφη μετανάστρια σαν αντικείμενο, πράγμα – res – και για την «ονειρικά αφύσικη ομορφιά» της, την αντιπαθεί κι ας την εκθειάζει. Είναι η ομορφιά της η αιτία του κακού και η ίδια το παράσιτο που παρεισέφρησε αλλά «κάνει το κορόιδο», γιατί την βολεύει. Μετά τη σκυτάλη παίρνει ο μικρός κύριος, ο Μάριος, ο οποίος, με τον τρόπο του, παίζοντας, μαζί της την βασανίζει, προσθέτοντας κι άλλες δουλειές στις τόσες που έχει να κάνει, έτσι για πλάκα.

Και όλα αυτά είναι που μαζεύονται και που θα φτάσουν την Ταμάρα σ’ ένα έγκλημα χωρίς οίκτο για κανέναν. Η όμορφη μετανάστρια, αναλαμβάνοντας για λογαριασμό όλων των ταπεινωμένων και καταφρονεμένων γυναικών, όλων εκείνων που, ξεφεύγοντας από τη χώρα τους για να βρουν μια καλύτερη μοίρα, γίνονται αντικείμενα πολυποίκιλης εκμετάλλευσης, υπομένοντας βουβά το μαρτύριό τους, θα πάρει εκδίκηση. Θα κάνει το έγκλημα αλλά δεν θα επιτρέψει σε κανέναν να της επιβάλει τιμωρία. Η Ταμάρα θα μπορούσε να είναι απόγονος μυθιστορηματικών «ηρώων» που κατάγονται από τη μεγάλη ντοστογιεφσκική γενιά, εκείνων που βγαίνουν από μια κοινωνία γεμάτη αντιφάσεις, πλούτο και φτώχεια, παράλογη αδικία και απελπισία που τη λύση του προβλήματος τη βλέπει στο έγκλημα.

Ο Τεχλεμετζής έφτασε την ηρωίδα του στα άκρα, γιατί νομίζω, ήθελε με αυτή τη πράξη της να δείξει πού μπορεί να φτάσει το αίσθημα της αδικίας και της εκμετάλλευσης, το οποίο σήμερα, στον πολιτισμένο δυτικό μας κόσμο, φαντάζει ακόμα χειρότερο από εκείνο που έκαναν οι Ευρωπαίοι στους έγχρωμους σκλάβους τους στις αποικίες. Γιατί από τότε ως σήμερα μεσολάβησαν πολλά και ιδρύθηκαν διεθνείς οργανισμοί, συνθήκες και άλλοι φορείς για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Γιατί σήμερα βρισκόμαστε στον 21ο αιώνα και ο κόσμος πάει μπροστά και «γιατί όχι πίσω;» ρωτούσε ο Αρθούρος Ρεμπώ και δίκιο είχε, ΑΛΛΑ η αδικία και η εκμετάλλευση για το συμφέρον, η ζήλεια και ο φθόνος, η οικονομική άνεση που δίνει σ’ αυτόν που την έχει την αίσθηση ότι μπορεί να ασελγεί πάνω σ’ αυτούς που έχουν την ανάγκη, είναι χειρότερη από τότε. Τούτα όλα μαζί μπαίνουν στο στόχαστρο του συγγραφέα. Και αν εξόφθαλμα και πομπωδώς παρουσιάζονται, αυτό βοηθάει, γιατί η διόγκωση του αμαρτήματος θα μπορέσει να χωρέσει την εκδίκηση και η εκδίκηση θα συμπαρασύρει και την όμορφη αγγελική και διαβολική μαζί, θύμα και θύτη, γυναίκα να φτάσει στην ύβρη, να υπερβεί τα εσκαμμένα. Μια ιστορία που θα είχε συγκλονίσει την κοινωνία και θα μπορούσε να αποτελεί επεισόδιο του Κόκκινου Κύκλου της τηλεόρασης.

Στη δεύτερη ιστορία, η Μαντάμ Σουσού είναι μια λεπτομέρεια από παλιά τοιχογραφία που εμμένει σ’ έναν κόσμο νεκρό. Μια Μαντάμ Σουσού, η οποία σε πολλά και για άλλους λόγους μας θυμίζει την κυρία Χάβισαμ στις Μεγάλες Προσδοκίες. Όχι τόσο τραγική όσο εκείνη αλλά περίπου. Όχι τόσο απελπισμένη αλλά σχεδόν. Εκείνη είχε χάσει έναν αρραβωνιαστικό κι ετούτη τον Βασιλέα Κωνσταντίνο στο θρόνο. Και μαζί όλο το βασιλικό μεγαλείο που απέρρεε από την παρουσία του και το πολιτειακό. Ο χρόνος, λοιπόν, είχε σταματήσει γι’ αυτήν κάπου βαθιά στο παρελθόν και δεν είχε συνειδητοποιήσει ότι ο κόσμος της είχε πεθάνει, όπως και η ίδια μόνο που δεν το ήξερε ακόμα. Τηρώντας ένα αυστηρά «αριστοκρατικό» πρωτόκολλο στις καθημερινές της συνήθειες ήταν σαν να έβαζε τσιρότα σε βαθιές ανεπούλωτες πληγές. Η Σουσού έχει καλέσει τον τέως να της κάνει την τιμή να του κάνει το τραπέζι (δεν θα της την κάνει τελικά), οπότε αυτό και μόνο οριοθετεί τον κόσμο του διηγήματος και το ήθος της κεντρικής ηρωίδας ή όποιας άλλης νεόπλουτης υποδηλώνεται πίσω από αυτήν την πασίγνωστη Σουσού του Δημήτρη Ψαθά…

Γενικώς, στο βιβλίο του Τεχλεμετζή, κάθε ιστορία σχολιάζει και από μία εκτροπή της σύγχρονης κοινωνίας, η οποία αντιμετωπίζεται ως φυσιολογική αλλά δεν είναι. Η συσσώρευση καταναλωτικών αγαθών που δεν δίνει χαρά στα παιδιά, γιατί τα παιδιά, πρωτίστως, έχουν ανάγκη τους γονείς τους. Οι άνθρωποι που έχουν ανάγκη από μια δουλειά αλλά θέλουν να είναι στο δημόσιο. Ποιοι είναι οι τρόποι να την κερδίσουν; Και ειδικά αν είναι νέες και ωραίες γυναίκες; Η κακοποίηση της συζύγου από τον βίαιο σύζυγο, ο βαριεστημένος από τη ρουτίνα και παραιτημένος σύζυγος, η ζωή και ο έρωτας στο ψυχιατρείο, η ζωή του μετανάστη, το σίριαλ στην τηλεόραση και άλλα «ζωντανά» θέματα που σαλεύουν στη κοινωνία και στα δελτία ειδήσεων, που διεγείρουν την τηλεβουλιμία των τηλεθεατών, παράξενα, ανιαρά, φρικώδη, χιουμοριστικά, εξωφρενικά συμβάντα. Όλα δοσμένα με ενάργεια, με εστίαση κατευθείαν στο κέντρο, με επισήμανση του άρρωστου και του κατά παράβασιν του κανόνα. Το βλέμμα του Τεχλεμετζή είναι βλέμμα ανθρώπου που κυνηγά την είδηση και την αναδεικνύει, που φέρνει στο φως το άρρωστο μέρος της κοινωνίας σαν να λέει πού βρίσκεται το κακό και ποιος είναι ο τρόπος αντιμετώπισής του. Μάτι ερευνητικό, πνεύμα αεικίνητο, γραφή νευρική, ζωηρή, δεν αφήνει τον αναγνώστη να βουλιάξει.

[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Κολλάζ: Marijana X Jakelić.]

Σε λίγο καιρό κοντά σας με νέο ηλεκτρονικό τεύχος στο mag.frear.gr

Mag.frear.gr – Τα ηλεκτρονικά μας τεύχη

%d bloggers like this: