Συλλογιστικά άλματα και ακροβασίες στη δημόσια ρητορική
περί αριστείας και προτύπων σχολείων
Με φόβο μήπως κάποτε τα γραφόμενά μας σε δεδομένη χρονική στιγμή στραφούν εναντίον μας, διαβλέπουμε την αδήριτη ανάγκη ύπαρξης μίας ελάχιστης έστω αντίδρασης στον προκλητικό παραλογισμό των απόψεων που διατυπώνονται στο πεδίο της εκπαιδευτικής πολιτικής, έστω για την τιμή των όπλων, γνωρίζοντας ότι, στην παρούσα τουλάχιστον φάση, η ελληνική κοινωνία δεν είναι αρκετά ευαισθητοποιημένη και δεν έχει φτάσει σε ικανό βαθμό επίγνωσης ώστε να αποτραπούν τα χειρότερα. Η επικέντρωση στο οικονομικό πρόβλημα υποβιβάζει την σπουδαιότητα ακόμη και της πολιτικής στην παιδεία και την εξωτερική πολιτική. Αυτό διατέμνεται με μία προϋπάρχουσα ηττοπάθεια της ελληνικής κοινωνίας που δέχεται μοιρολατρικά ότι η φωνή της δεν πρόκειται να ακουστεί σε θέματα εκπαιδευτικής πολιτικής.
Είπε λοιπόν, πριν λίγες μέρες, η αμίμητη βουλευτής από το βήμα του Κοινοβουλίου υπερασπιζόμενη την κυβερνητική εκπαιδευτική πολιτική στο ζήτημα της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης: «γιατί οι Άριστοι δεν θα γίνουν πιο άριστοι αν είναι με τους συμμαθητές τους;» Αντιπαρέρχομαι τα γραμματικά και ορισμένα άλλα σφάλματα στην πρόταση για να φτάσω στην ουσία του παραλογισμού. Από πότε «οι συμμαθητές», ένα σύνολο εντελώς τεχνητό και απότοκο διοικητικών αποφάσεων, γίνεται σύνολο φυσικό και δεδομένο; Για να μιλήσω απλούστερα: η τοποθέτηση ενός μαθητή σε μία τάξη είναι μία αναγκαία διοικητική αυθαιρεσία. Όμως η λογική εγκυρότητα του δεύτερου μέρους είναι δυνατή μόνον αν το σύνολο των συμμαθητών είναι ένα φυσικό σύνολο, όπως η οικογένεια. Η κα Βουλευτίς ή δεν γνωρίζει βασική Λογική ή υποτιμά τη νοημοσύνη μας, πιστεύοντας ότι είμαστε ανίκανοι να εντοπίσουμε ένα τέτοιοι σφάλμα. Όμως ο μεγαλύτερος παραλογισμός, ο οποίος εκτίθεται στο πρώτο μέρος της πρότασης, είναι ετούτος: η πίστη ότι, στοιβάζοντας ανθρώπους που δεν έχουν τίποτε απολύτως κοινό πέρα από το ότι ανήκουν σε μία ορισμένη ηλικιακή ομάδα και ταυτόχρονα κλείνοντας κάθε δίοδο διαφυγής (τα πρότυπα σχολεία επλήγησαν ήδη και τα ιδιωτικά θα ακολουθήσουν), θα παραχθούν οι άνω του μέσου όρου επιστήμονες που είναι αναγκαίοι για να επιβιώσει και να αναπτυχθεί μία κοινωνία. Ο άξονας της δικής μας κριτικής οφείλει να είναι διφυής, συγχρονικός και διαχρονικός.
Στο στρατό υπάρχουν οι ειδικές δυνάμεις, οι κανονικοί στρατιώτες και οι γιωτάδες. Στην φύση υπάρχουν τα δυνατότερα ζώα και τα εξυπνότερα ζώα. Στα αθλήματα υπάρχουν τάξεις αρχαρίων και προχωρημένων, εθνικές ομάδες ολυμπιακές ομάδες και ούτω καθ’ εξής. Η διαφοροποίηση ωφελεί όχι μόνον όσους εντάσσονται στις υψηλότερες βαθμίδες αλλά και εκείνους που καταλήγουν στις χαμηλότερες, καθότι δεν ασθμαίνουν να φτάσουν τους πιο ταλαντούχους στο ίδιο πεδίο. Η άλλη λύση φυσικά είναι να προχωρήσουμε σε ποιοτικούς υποβιβασμούς και συμβιβασμούς με μακροπρόθεσμα ολέθριες συνέπειες. Αυτό λοιπόν που σε κάθε άλλη σφαίρα του ανθρώπινου βίου είναι αδιανόητο στη σφαίρα της εκπαίδευσης θεωρείται από κάποιους φυσικό. Ο εξαιρετισμός τέρατα γεννά.
Μία ενδεχόμενη αντίρρηση θα πρόβαλε το γεγονός ότι ο ποιοτικός διαχωρισμός γίνεται στο Πανεπιστήμιο και ιδίως στο μεταπτυχιακό επίπεδο και αυτό είναι αρκετό. Πρόκειται περί πραγματικής όσο και βλακώδους αντίρρησης που μόνο άτομο πάσχον από βαρύτατο ιδρυματισμό θα μπορούσε να διανοηθεί. Στην πραγματικότητα, μέχρι το 15ο έτος έχουν παγιωθεί οι ικανότητες του παιδευτικού υποκειμένου και οι όποιες επόμενες βελτιώσεις δεν είναι παρά παραλλαγές στο ίδιο θέμα. Ας αναλογιστούν το βάρος των ευθυνών τους όσοι συμπιέζουν προς τα κάτω την ανάπτυξη των αρτιότερων εκπαιδευτικών υποκειμένων.
Είναι αναγκαίο σε αυτό το σημείο να αρτιωθεί η κριτική μας με την έκθεση της διαχρονικής της διάστασης. Όχι, λοιπόν, κα Βουλευτίς, οι άριστοι δεν γίνονται πιο άριστοι όταν ο καθηγητής πρέπει να βραδύνει την διδασκαλία του ώστε οι πιο αδύνατοι μαθητές να αφομοιώσουν την ύλη. Ο περί αντιθέτου ισχυρισμός είναι παράλογος. Οι σχολές επιλέκτων είναι παραδοσιακά, σε βάθος 50 αιώνων, τα φυτώρια από τα οποία προέρχεται ό,τι καλύτερο έχει παράξει η ανθρωπότητα. Οι αγγλικές χορωδιακές σχολές, από τις καλύτερες στον κόσμο, έχουν αυστηρά κριτήρια όπως και τα καλύτερα γερμανικά και γαλλικά λύκεια. Οι αρχαίες ακαδημίες, οι σχολές καθεδρικών το Μεσαίωνα, οι αναγεννησιακές ακαδημίες είχαν αυστηρές προϋποθέσεις για τους μαθητές τους. Αλλά οι πραγματικοί μετρ των σχολειών με επιλογή δεν ήταν άλλοι από τους Σοβιετικούς. Εν πάση περιπτώσει, Μιχαήλ Άγγελος δεν έγινε ένας από τους αρτιότερους ποιητές, μηχανικούς και γλύπτες της εποχής του σπουδάζοντας με κάποιον ταπεινό δάσκαλο και «τους συμμαθητές του», αλλά διδασκόμενος από νεοπλατωνιστές του διαμετρήματος του Φιτσίνο και ποιητές της εγνωσμένης αξίας ενός Πολιτσιάνο.
Τα πλήγματα που καταφέρθηκαν στα πρότυπα σχολεία και τα όσα έπονται σημαίνουν την υπόρρητη όσο και σαφέστατη άρνηση της εννόησης της ευτυχίας ως της ανάπτυξης εκείνης όλων των δυνάμεων του εκπαιδευτικού υποκειμένου στον υπέρτατο βαθμό. Όταν η εκπαιδευτική διαδικασία αντιστρατεύεται αυτή τη νοηματοδότηση της ευτυχίας, τότε τα πάντα επιτρέπονται· κάθε έγκλημα είναι όχι μόνο επιτρεπτό αλλά και αναπόφευκτο και επιτρεπτέο.
Το ουσιαστικό υπόδειγμα αυτής της εκπαιδευτικής πολιτικής είναι τα νεότευκτα αθλητικά ‒άραγε πώς είναι αθλητικά αφού δεν υπάρχει άθλο δηλαδή βραβείο;‒ παιχνίδια χωρίς νικητές και ηττημένους, χωρίς βαθμούς, όπου οι γρηγορότεροι δεν πρέπει ‒κατά τρόπο γελοίο και επίπλαστο‒ να ξεχωρίζουν από τους πιο αργούς· μία δραστηριότητα χωρίς αξιολόγηση, νίκη και ήττα και επομένως χωρίς ευθύνη και πρόοδο, προοπτική. Με τον όρο υπόδειγμα αναφέρομαι εν τω προκειμένω σε ένα εκπαιδευτικό μόρφωμα το οποίο κατά σχήμα συνεκδοχής συγκεκριμενοποιεί και αποσαφηνίζει και εξεικονίζει τις δομές και επιδιώξεις μίας ολόκληρης παιδευτικής αντίληψης. Το εκπαιδευτικό υποκείμενο δεν μαθαίνει να στηρίζεται στις δυνάμεις που όντως έχει, αλλά εθίζεται να φαντάζεται ότι οι άλλοι δεν έχουν υπέρτερες δυνάμεις. Εν τέλει πρόκειται για ένα ερμηνευτικό πρότυπο που αρνείται τον χρόνο και την τραγικότητα της ιστορίας: η πιθανότητα της μείωσης, της συντριβής απομακρύνεται τεχνητά.
Επανερχόμενος στο καθαρά εκπαιδευτικό ζήτημα: όσοι έχουν ευθύνες ας αναλογιστούν ότι το αληθινό κονσιστόριο της ιστορίας, όταν αναφανεί, είναι αμείλικτο. Χρειαζόμαστε περισσότερα και όχι λιγότερα σχολεία με επιλογή μαθητών και ακόμη αυστηρότερα κριτήρια.
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Στη φωτογραφία η “Λοξή τάξη”, εγκατάσταση του Ζάφου Ξαγοράρη στο Μουσείο Μπενάκη.]