ΖΥΜΩΣΕΙΣ
Φθινοπωρινή φύση στο χωριό, ασορτί με την ψυχή της. Τα πρώτα νέα κρασιά, κόκκινα. Νεαρά κρασιά. Μυρωδιά αλκοόλ, γλυκιά, θελκτική, συχνά συνοδευόμενη από τη μυρωδιά ψηνόμενων κρεάτων. Μισομεθυσμένοι άντρες δοκιμάζουν, συζητούν μεγαλόφωνα, γελούν. Πίνει κι αυτή, η ζαλάδα βοηθά στη λήθη…
Περνά απ’ έξω μια παρέα από αλλοδαπούς άντρες. Κοντοστέκονται και κοιτούν, αλλά δεν τολμούν να γίνουν μέρος της παρέας. Νιώθει κάτι σκοτεινό να αιωρείται, τα ένστικτα που είναι βυθισμένα στο φρέαρ των καθημερινών συμβάσεων, και που ανασύρονται τώρα απειλητικά, από τον στοιχειωμένο πάτο του πηγαδιού, με τον υπόκωφο θόρυβο της αλυσίδας που γυρίζει. Αρπάζει τον δίσκο, γεμίζει τα πλαστικά ποτηράκια με κρασί και ένα πιάτο με μεζέδες, και σπεύδει να τους τρατάρει. Ύστερα από τη δεύτερη γύρα, οι άντρες έχουν γίνει ένα.
Απογευματάκι αποχωρεί, με ένα τραγούδι να τη συνοδεύει. Δεν καταλαβαίνει τη γλώσσα, αλλά ο σκοπός βγάζει μια τρυφερή μελαγχολία, σαν αυτή που νανουρίζει στην ψυχή της.
Φαινόλη
[Με αφορμή τον διαγωνισμό μικροδιηγήματος, γνωστοί συγγραφείς μάς στέλνουν και δικά τους κείμενα ζητώντας να μείνουν εκτός συναγωνισμού, προκειμένου να μη στερήσουν τη βράβευση από νεότερους συναδέλφους τους. Τα διηγήματα αυτά δημοσιεύονται για την ώρα με ψευδώνυμο, τα ονόματα των συγγραφέων τους όμως θα αποκαλυφθούν μαζί με τα αποτελέσματα. Υπενθυμίζουμε ότι μπορείτε να αποστείλετε τα δικά σας μικροδιηγήματα έως τις 8 Δεκεμβρίου. Ήδη οι συμμετοχές είναι αρκετές!]
[Φωτογραφία του Κωνσταντίνου Μάνου.]