ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΤΑΞΙΔΙ
Τι νέοι που φθάσαμε στης φθοράς τ´έρμο ακρογυάλι
κι είναι τα κύματα της λήθης που σβήνουν τ´όνομα μας.
Ο ωκεανός ξεβράζει τις τσακισμένες ιδέες
κι άνεμος αλλαγής γκρεμίζει τ´αμμώδη όνειρα μας.
Παραπαίουν οι τρύπιες των κατορθωμάτων μας σημαίες
κι είναι ο καπνός της ελπίδας που μας αφήνει πάλι.
Από μακριά οι σύντροφοι κοιτούνε και ψάχνουν τη φωτιά.
Τη χαρά να μας ρίξουν μια σανίδα δε θα τη γευτούν.
Με τηλεσκόπιο ψάχνουν την αδυναμία μας να δουν
όμως εμείς ξέρουμε πως οι φίλοι σηκώσανε πανιά.
Ελπίζουμε το τηλεγράφημα να πήγε στους δικούς μας:
“Είμαστε σώοι κι αβλαβείς και πλέουμε στους θησαυρούς μας.”
Το ναυάγιο της ζωής να ερμηνεύσουμε ποθούμε
μας στον ορίζοντα μόνο η άβυσσος μας χαιρετά.
Η πυξίδα ανούσια περιστρέφεται και μαρτυρά
πως τ´απάνεμο λιμάνι της Ιθάκης δε θα βρούμε.
Αν κι είχαμε έρμα σωστό και το καλύτερο σκαρί
βουλιάξαμε ακολουθώντας της Σειρήνας τη φωνή.
Λίγοι στίχοι μας απομένουν μόνο πριν ο νους μας δύσει,
σαν τα μπουκάλια που σκορπούν κάποιοι ναυαγοί στη τύχη,
από φοβό μήπως η θύελλα του χρόνου τα βυθίσει,
μήπως δεν μπορέσουν να ξεπεράσουν της σήψης τον πήχυ.
[Πρώτη δημοσίευση.]