frear
Σκίτσο του Καβάφη

Έτος Καβάφη – ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ ΤΟΥ ΒΙΟΥ ΤΟΥ, Ι

Έτος Καβάφη

ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ ΤΟΥ ΒΙΟΥ ΤΟΥ, Ι

Κανένα σκίτσο του δεν επέτρεπε να κυκλοφορήσει, αν δεν του άρεσε του ίδιου. Και
καθώς καταλαβαίνετε του άρεσαν μόνο όσα τον κολάκευαν ή όσα τον παρουσίαζαν
νέο.
Κάποτε σε μια επίσκεψη, ο Κεφαληνός, ο γνωστός ζωγράφος, χαράκτης κι
αργότερα καθηγητής του Πολυτεχνείου, όταν ακόμα ζούσε στην Αλεξάνδρεια, τον
παρακάλεσε να ποζάρει. Ο Καβάφης ανησύχησε.
Έπιναν ουίσκυ όταν ο καλλιτέχνης άρχισε να ʼτοιμάζει τα σύνεργά του.
‒Αν δεν μ’ αρέσει, θα το σκίσεις, είπε ξερά ο Καβάφης.
Καμιά αντίρρηση.
Το σκίτσο έγινε, ο Καβάφης το εξέτασε κι έμεινε ευχαριστημένος. Ούτε ρυτίδες,
ούτε τραχιά χαρακτηριστικά.
Κι ο Κεφαληνός έπειτα από το δεύτερο ή τρίτο ουίσκυ:
‒Αυτό είναι για σένα, κύριε Καβάφη. Τώρα θα σταθείς να φτιάξουμε ακόμα ένα…
‒Ακόμα ένα; ψιθύρισε ο ποιητής, στενοχωρημένος. Βλέποντας πως δεν μπορούσε
να τ’ αποφύγει, πόζαρε πάλι λέγοντας:
‒Υπό τους ιδίους πάντοτε όρους.
Έγινε κι αυτό μα όταν τόπιασε στα χέρια του, ωχρίασε. Τι ζαρωματιές, τι φριχτές
γραμμές!
‒Να το σκίσεις! Φώναξε με συγκρατημένο θυμό. Να το σκίσεις αμέσως.
‒Είναι για μένα, είπε ήρεμα ο Κεφαληνός, παίρνοντάς το πίσω.
Και φύλαξε το σκίτσο με τον πραγματικό Καβάφη.

***

Ένα από τα πιο αγαπητά του σκίτσα, ήταν εκείνο που τούφτιαξε ο Μαλέας. Όχι γιατί
είχε χαρακτήρα, όχι τόσο γιατί τούμοιαζε, όσο γιατί, όπως είπαμε, τον παρουσίαζε
πιο νέο και ωραίο. Το περιποιήθηκε, το τύπωσε σε χαρτόνι (δυο σχήματα, μικρό και
μεγάλο) και το μοίρασε στους φίλους του για να το κορνιζόσουν. Σήμερα αν ζούσε,
θα μπορούσε να μας πληροφορήσει πόσες φορές και πού έχει δημοσιευτεί, όπως
μας πληροφορούσε τότε για τα ποιήματά του.
Υπάρχει, ωστόσο, ένα άλλο που τον παρουσιάζει ζωηρό, αρυτίδωτο, ωραίο. Του
Τάκη Καλμούχου. Θα τον ενθουσίαζε πιο πολύ απ’ όλα αν τόβλεπε. Μα αυτό έγινε
μετά το θάνατό του για να διακοσμήσει την πρώτη έκδοση των ποιημάτων του.
Κάποιο άλλο που του είχε φτιάξει ο ίδιος σα ζούσε, δεν του πολυάρεσε. Ίσως γιατί
ανήκει στην κατηγορία εκείνου του Κεφαληνού. Όταν το πρωτοείδε δημοσιευμένο
στον Ελεύθερο Λόγο (μαζί με το περίφημο άρθρο του Καζαντζάκη), σούρωσε τα
φρύδια:
‒Τι τον έφταιξα τον ευλογημένο και μ’ έκανε σαν πτηνόν!

***

Αλίμονο αν έβλεπε σε ποιήματά του τυπογραφικό λάθος. Ένα πνεύμα ή ένα κόμμα,
ένα ψηφίο πιο λεπτό ή πιο χοντρό από τ’ άλλα, μπορούσαν να τον αναστατώσουν.
Με τη σειρά του αναστάτωνε το τυπογραφείο Κασιμάτη και Ιωνά (εκεί τύπωνε τα
φεϊβολάντ), από τους ιδιοκτήτες ως τον ανεύθυνο στοιχειοθέτη. Φανταστείτε τον
θυμό του όταν το λάθος ήταν σοβαρό.
Μια Κυριακή πρωί τον αντάμωσα στην οδό Ραμλίου νάρχεται βιαστικός, σχεδόν
τρεχάτος. Από το ύφος του κατάλαβα πως κάτι έκτακτο συνέβαινε. Τον σταμάτησα.
‒Είδες το Εμπρός; μου είπε.
‒Όχι.
‒Πηγαίνω στα γραφεία του να πληροφορηθώ ποιος είναι αυτός ο κύριος Καβάρης,
ο οποίος οικειοποιήθηκε τις «Φωνές» μου που δημοσιεύονται στο σημερινό φύλλο.
Καβάρης! Μήπως τον γνωρίζεις;
Σήκωσα τα φρύδια χαμογελώντας.
‒Η σύνταξις του Εμπρός θα ξέρει ‒πρέπει να ξέρει. Γειά σου φίλε.
Κι έφυγε τρεχάτος να πάει ν’ ανακαλύψει τον Καβάρη, το «ρ» δηλαδή, που κατά
κακή τύχη μπήκε αντί του «φ», στην υπογραφή του.

[Από το βιβλίο του Γιάγκου Πιερίδη, Ο Καβάφης. Συνομιλίες και χαρακτηρισμοί, εκδ.
Δωδέκατη ώρα, Αθήνα 21967 (1943), σ. 38, 39, 70.]
Σε λίγο καιρό κοντά σας με νέο ηλεκτρονικό τεύχος στο mag.frear.gr

Mag.frear.gr – Τα ηλεκτρονικά μας τεύχη