Ενδεικτικά αποσπάσματα από το πολυσέλιδο αφιέρωμα στον μεγάλο Δανό φιλόσοφο:
Το ίδιο υπόδειγμα ισχύει και για την ιστορία, την οποία οι εγελιανοί ερμηνεύουν ως ιστορία του λόγου. Και πάλι ο Έγελος την παρουσιάζει ως αλληλοεπικαλυπτόμενη με την ιστορία του «Θεού» (δηλαδή του Πνεύματος) εν τω κόσμω, αλλά για τον Κίρκεργκωρ επρόκειτο για μια ακόμη προσπάθεια να περιοριστεί η ελευθερία του Θεού στα όρια της ανθρώπινης ελευθερίας και επομένως να καταργηθεί ο όποιος ρόλος ενός υπερβατικού Θεού, από τον οποίο θα εξηρτάτο ολόκληρη η διαδικασία. Άλλωστε οι εγελιανοί δεν ήταν οι μόνοι που ήταν ένοχοι μιας τέτοιας σύγχυσης. Ο Κίρκεργκωρ αντιλήφθηκε κάτι παρόμοιο στον Σκανδιναβικό εθνικισμό του N. F. S. Grundtvig, στον οποίο, κατά την γνώμη του, ο Θεός είχε ταυτιστεί με ανθρώπινες κοινότητες, με τρόπο τέτοιο ώστε η ιδιότητα του πιστού ταυτιζόταν με την εννόηση των νόμων του κράτους ή της φυλής, όπου τυχόν ανήκε κάποιος, ως θείων. Όπως και ο Ντοστογιέβσκι σε οψιμότερο στάδιο τον 19ο αι., έτσι και ο Κίρκεργκωρ είδε τέτοια φαινόμενα ως τον επαναστατημένο σφετερισμό της θέσης του Θεανθρώπου, του Ιησού Χριστού, από τον Ανθρωποθεό της σύγχρονης κοινωνίας: «η αυτο-θεοποίηση της φυλής». Αυτό επίσης τροφοδοτούσε την κριτική του ενάντια στην Εκκλησία, η οποία υποκατέστησε τη γνήσια πίστη του ακολουθείν τον Χριστό με μία σειρά πρακτικών οι οποίες είναι αποδεκτές από τους ανθρώπους.
George Pattison, Ο Κίρκεγκωρ και η απόλυτη εξάρτηση.
Η αποδοχή του ρόλου του ως θρησκευτικού συγγραφέα έχει ιδιάζουσα σημασία στα γραφόμενα του Κίρκεγκωρ. Έτσι, ο θρησκευτικός συγγραφέας δεν είναι αυτός που είναι γνώστης μιας αλήθειας την οποία υπερασπίζεται με δογματικό και απόλυτο τρόπο, δεν κατέχει τον ρόλο ενός κοινά αποδεκτού εκφραστή μιας θρησκευτικής αλήθειας. Απεναντίας, όπως γράφει εμφατικά, «κάθε θρησκευτικός συγγραφέας είναι eo ipso πολεμικός… Ένας νικητής θρησκευτικός συγγραφέας που ζει εν τω κόσμω είναι eo ipso ένας μη θρησκευτικός συγγραφέας». Με άλλα λόγια, ένας αληθινός θρησκευτικός συγγραφέας αναγνωρίζεται από το γεγονός «ότι αποτελεί το αντικείμενο επίθεσης και καταδίωξης». Διώκτες ενός θρησκευτικού συγγραφέα, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει, μπορεί να είναι, ανάλογα με την εποχή και την ιστορική στιγμή, οι «βασιλείς και οι αυτοκράτορες, οι πάπες και οι επίσκοποι… ο αδολεσχής λόγος και το κοινό…». Η Κιρκεγκωριανή ιδέα της διωκόμενης αλήθειας (vérité persécutée) θεωρείται ιδιαίτερα σημαντική από τον Λεβινάς, καθώς αποτελεί κάτι «απόλυτα καινοτόμο στην Ευρωπαϊκή φιλοσοφία». Η διωκόμενη αλήθεια, γράφει ο Λεβινάς, διαφέρει από την θριαμβεύουσα αλήθεια (vérité triomphante), καθώς η πρώτη «δεν φανερώνεται αυθεντικά παρά μόνο όταν είναι διωκόμενη». Ο Κίρκεγκωρ επιλέγει να ζήσει ως μια διωκόμενη ύπαρξη έχοντας ως υπόδειγμά του όχι μόνον τον Χριστό, που είναι η «διωκόμενη Αλήθεια» par excellence, αλλά και τον Σωκράτη, που χαρακτηριζόταν από τους συγχρόνους τους ως «ατοπότατος».
Βασιλική Τσακίρη, Ανιχνεύοντας τη σημασία των θρησκευτικών γραπτών του Κίρκεγκωρ.
Η αγωνία δεν είναι κατά τον Κίρκεγκωρ το προϊόν μιας εντελώς καταπιεστικής αναγκαιότητας, αλλά ούτε προϊόν ελευθερίας. Είναι «δεσμευμένη ελευθερία» (δες Η έννοια της αγωνίας) που προκύπτει από τη διαίσθηση ότι μπορώ να ξεπεράσω το εγγενές χάσμα μου και να καταστήσω τον εαυτό μου ενιαίο. Αυτή η δυνατότητα είναι ουσιώδες ανθρώπινο χαρακτηριστικό και δεν ταυτίζεται με την αυθαίρετη επιλογή να κάνω ή να μάθω οτιδήποτε. Είναι η δυνατότητά μου να πάψω να ονειρεύομαι (έτσι όπως διάγουν τα ζώα που παραμένουν, βουβά και ανήμπορα, σε ονειρική κατάσταση), και να πραγματοποιήσω την αλματώδη μετάβασή μου στην κατάσταση του ενεργού πνεύματος. Η αγωνία είναι η βουκέντρα που με κεντρίζει να προχωρήσω από τη δυνατότητα στην πραγματικότητά μου.
Γιάννης Τζαβάρας, Μεταφράζοντας την Έννοια της αγωνίας του Κίρκεγκωρ.
Για να περιοριστούν τα πάντα στο ίδιο επίπεδο, είναι πρώτα απ’ όλα απαραίτητο να παραχθεί ένα φάντασμα, το πνεύμα του, μια τερατώδης αφαίρεση, ένα τίποτα που αγκαλιάζει τα πάντα, μια οφθαλμαπάτη –κι αυτό το φάντασμα είναι το κοινό (public). Μόνο σε μια εποχή που είναι μεν αναστοχαστική αλλά της λείπει το πάθος μπορεί ένα τέτοιο φάντασμα να αναπτυχθεί με τη βοήθεια του Τύπου, που μετατρέπεται κι αυτός σε κάτι αφηρημένο. Σε εποχές πάθους, θορύβου και ενθουσιασμού, ακόμα και όταν τα άτομα επιθυμούσαν να πραγματώσουν μια άκαρπη ιδέα και ερήμωναν και κατάστρεφαν τα πάντα: ακόμα και τότε δεν υπήρχε κάτι τέτοιο όπως το κοινό. Υπήρχαν ομάδες και ήταν απτές. Σε εποχές σαν εκείνες ο Τύπος είχε έναν συγκεκριμένο, απτό χαρακτήρα, ανάλογα με την διαίρεση των ομάδων. Καθώς όμως όπως όσοι ασκούν καθιστικά επαγγέλματα είναι οι πρώτοι που θα υιοθετήσουν κάθε φανταστική ψευδαίσθηση που συναντούν στον δρόμο τους, έτσι και μια απαθής, καθιστική και αναστοχαστική εποχή, όπου μόνο ο Τύπος παρουσιάζει μια ασαφούς τύπου ζωή, ανατρέφει αυτό το φάντασμα.
Σαίρεν Κίρκεγκωρ, Το κοινό.
Παράλληλα, ο Κίρκεγκωρ μοιάζει να προλαμβάνει πολύ μεταγενέστερές του κριτικές οι οποίες καυτηριάζουν το «ήθος της διασκέδασης» που προάγουν τα σύγχρονα μέσα, συνδέοντας άμεσα την ανάδυση του Τύπου και την ανηθικότητα της αγέλης και αντιλαμβανόμενος μια αγελαία κοινωνία ως λειτουργούσα σε επίπεδο κατώτερο του ανθρώπινου (subhuman society). Πράγματι, ο Κίρκεγκωρ αποδίδει την δημιουργία του κοινού στον Τύπο και σημειώνει ότι το κοινό αποτελείται από «μη πραγματικά άτομα τα οποία ποτέ δεν είναι ενωμένα και ποτέ δεν μπορούν να συνενωθούν σε μια πραγματική κατάσταση ή σε μία οργάνωση ‒και παρ’ όλα αυτά συγκρατούνται μαζί ως σύνολο». Το κοινό συνεπώς είναι για τον Κίρκεγκωρ μια απειλητική δημιουργία των νεώτερων χρόνων, το «παραμύθι μιας εποχής [έλλογης] κατανόησης, η οποία παρουσιάζει στη φαντασία το άτομο ως σημαντικότερο από έναν βασιλιά» και που, όντας μια «αηδιαστική αφαίρεση», δεν μπορεί παρά να αποτελείται από «άτομα τις στιγμές που είναι τίποτα».
Άγγελος Μουζακίτης, Λόγος, Άτομο, Κοινωνία στην όψιμη Νεωτερικότητα: Σχόλιο στο έργο του Κίρκεγκωρ Η Σύγχρονη Εποχή.
Παρότι η σκέψη του Κίρκεγκωρ παραμένει επίκαιρη σήμερα με πολλούς τρόπους, το πλήθος των οποίων δεν μου επιτρέπει να τους απαριθμήσω εδώ, αυτό που οι περισσότεροι άνθρωποι του 21ου αιώνα ενδέχεται να αναγνωρίσουν ως πλέον σημαντικό είναι η ειλικρίνειά του. «Τι επιζητώ;» ερωτά ο φιλόσοφος κατά τη διάρκεια της επίθεσής του στην Εκκλησία της Δανίας. Και απαντά: «Πολύ απλά, επιζητώ την ειλικρίνεια». Ακόμη κι αν οι σύγχρονοί του είναι διατεθειμένοι να επαναστατήσουν ανοικτά εναντίον του Χριστιανισμού, αυτός είναι έτοιμος να συγκατατεθεί. Πράγματι, ακόμη κι αν επιθυμούν να ομολογήσουν ενώπιον του Θεού ότι θέλουν να αλλάξουν την Καινή Διαθήκη έτσι ώστε να σημαίνει το αντίθετο από αυτό που σημαίνει, πάλι αυτό είναι κάτι το οποίο είναι έτοιμος να αποδεχτεί, αρκεί να είναι ειλικρινείς περί αυτού. Η ανηλεής ειλικρίνειά του τρομάζει τους ανθρώπους (εμού συμπεριλαμβανομένου!) αλλά δεν μπορούν παρά να τη θαυμάσουν επίσης.
Συνέντευξη του Andrew Burgess στη Βασιλική Τσακίρη και τον Άγγελο Μουζακίτη.
Παρακάτω μπορείτε να παρακολουθήσετε -σε δύο μέρη- το ντοκιμαντέρ του BBC για τον Søren Kierkegaard.
Το δεύτερο μέρος εδώ.