Κάποτε η συγχώρεση μιλούσε.
Φαντάσου τι σιγουριά
έκρυβε το λάθος πίσω της.
❧
Κι έπειτα, οι φωνές, τα στόματα.
Οι τρομερές κινήσεις
πεινασμένες για χάδι – σαν έρωτας:
η ωμή βεβαιότητα
του τέλους.
❧
Πόση ενοχή πόσος φόβος για το παρόν.
Η ενοχή κι ο φόβος είναι συγγενείς εξ αίματος, είπες.
Αδέλφια από άλλον πατέρα. Αλλά η μάνα
που τα γέννησε, ίδια.
❧
Κι αυτό το άγουρο μήλο
περιμένει το μαχαίρι του.
Το χέρι που θα το κάνει κομμάτια.
Με τι κουράγιο να ωριμάσει.
❧
Μια σκηνή αμεριμνησίας.
Η λέξη ευτυχία δεν μου άρεσε ποτέ: χώμα που δεν μπορείς
να πατήσεις. Κι η τύχη σαν αέρας ή σαν μήλο –
θέλει κι αυτό την Εύα του.
❧
Δεν έχουν λύσει τις διαφορές τους
τ’ αντίθετα του κόσμου:
η ζωή με τον θάνατο
η χαρά με τη λύπη.
Δεν τα έχουν βρει η μέρα με τη νύχτα.
Φαντάσου τα διαφορετικά φρούτα
στο τραπέζι.
❧
Το μυαλό τρέχει·
το σώμα κρατά τα μπόσικα.
Άλλη ηδονή ζητά το ένα
άλλη το άλλο.
❧
Κατρακυλά μια αχτίδα
στο τραπέζι
και βλέπεις τα φρούτα ξαφνικά
να επιστρέφουν στο κλαδί τους.
❧
Αν κοιτάξεις μέσα σου δεν υπάρχει
παρά ο λαβύρινθος του χρόνου: όπως υπήρχε
χτες το μήλο στην φρουτιέρα.
Το τεμάχισες χωρίς λόγο.
Κρίμα – η σάρκα του
ήταν αγίνωτη ακόμη.
❧
Τώρα μπορείς να βγεις απ’ το δωμάτιο.
Το μήλο είναι ήδη φαγωμένο.
Το στομάχι χορτάτο.
Μόνο το σώμα ανήσυχο γυρίζει,
ζώο που δεν καταλάγιασε
την πείνα.
⸙⸙⸙
[Πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό Φρέαρ. Ζωγραφική: Παναγιώτης Τέτσης. Δείτε τα περιεχόμενα του δέκατου πέμπτου ηλεκτρονικού μας τεύχους εδώ.]